Oταν δημιουργήθηκε το νέο ελληνικό κράτος, το 1832, οι κοινωνικές δομές ήταν ασυνάρτητες και οι διαφοροποιήσεις, εισοδηματικές και άλλες, δυσδιάκριτες. Πολιτική παιδεία και παράδοση δεν υπήρχαν. Το νέο κράτος είχε γεννηθεί σίγουρα χάρη στις θυσίες και τους αγώνες των επαναστατών, αλλά και χάρη στην αποφασιστική παρέμβαση των μεγάλων ξένων δυνάμεων, που συνέχιζαν να διατηρούν ισχυρά δίκτυα επιρροής. Χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες, να δολοφονηθεί ο Καποδίστριας και μια δυναστεία να αντικατασταθεί από μιαν άλλη για να αρχίσει το θολό και περίπλοκο αυτό τοπίο, όπου όλοι ήταν εναντίον όλων, για μικρά και μεγάλα προνόμια, να αποσαφηνίζεται.
Μετά την επανάσταση στο Γουδί και την εμφάνιση του μεγάλου μεταρρυθμιστή Ελευθέριου Βενιζέλου η πολιτική σκηνή πολώθηκε φτάνοντας πολλές φορές και σε ακραίες μορφές αντιπαράθεσης που δικαίωναν τον χαρακτηρισμό του «εθνικού διχασμού». Τα δύο στρατόπεδα, με επιφυλάξεις για την επίδραση της συγκυρίας και των προσωπικών στρατηγικών, ήταν η δυναμική και επεκτατική Φιλελεύθερη παράταξη και από την άλλη πλευρά το συντηρητικό Λαϊκό, που εξέφραζε ταξικά κυρίως γαιοκτήμονες και το μικρό κεφάλαιο της επαρχίας και ιδεολογικά την Εκκλησία, τις παραδόσεις και γενικότερα το παρελθόν.
Ο γενικός διχασμός έγινε προσπάθεια να ξεπεραστεί από αυταρχικά προσωποπαγή καθεστώτα με ηγέτες πρώην στρατιωτικούς (Πάγκαλος – Κονδύλης – Μεταξάς) ενώ ταυτόχρονα εμφανιζόταν για άλλους ως ελπίδα και για άλλους ως απειλή το νεοσύστατο κομμουνιστικό κόμμα. Δεν είναι σκοπός μας εδώ να αναλύσουμε την Ιστορία και τις τραγικές σελίδες της που σημάδεψαν τη ζωή δύο ή τριών γενεών Ελλήνων, η τελευταία από τις οποίες είναι ακόμη παρούσα. Σημασία έχει για μας να επισημάνουμε ότι η συνέπεια της πόλωσης που περιγράφουμε ήταν η ως τώρα διαίρεση του εκλογικού σώματος σε δύο αντιμαχόμενα και αλληλοαπορριπτόμενα στρατόπεδα, που πάλευαν με όλα τα μέσα που είχαν στη διάθεσή τους για την κατάκτηση και μονοπώληση της εξουσίας. Ενα 80% περίπου του ελληνικού λαού ψήφιζε τη μία ή την άλλη από τις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις, που μετά τη Μεταπολίτευση είχαν υιοθετήσει το ευρωπαϊκό επίχρισμα της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς ή αν θέλετε με ευρωπαϊκούς όρους της Χριστιανοδημοκρατίας και της Σοσιαλδημοκρατίας.
Χρειάστηκε η κρίση και η καθολική απαξίωση του εκλογικού συστήματος για να καταρρεύσει αυτό το σκηνικό. Το μισό περίπου εκλογικό σώμα απελευθερώθηκε από τις συνήθειες του παρελθόντος και κατέφυγε σε ψευδοεπαναστατικές ή γραφικές λύσεις. Ο κυρίαρχος πολιτικός λόγος σήμερα στη χώρα είναι ο έντονα εθνικιστικός λαϊκισμός, ο εξισωτισμός, η ξενοφοβία και η ανιστόρητη επαναφορά του ναζισμού και του σταλινισμού στο προσκήνιο. Πρόκειται για μια μοναδική σε έκταση και δυστυχώς, όσο περνάει ο καιρός και τα ρεύματα αυτά παραμένουν ισχυρά σε βάθος, γενοκτονία των ιδεολογικών δεδομένων στα οποία στηρίχθηκε η Μεταπολίτευση.
Οποια και αν είναι και όποτε και αν γίνει η αναγέννηση της οικονομίας της χώρας, η ζημιά που έχει ήδη επέλθει είναι ανεπανόρθωτη. Αυτά τα βέβηλα στόματα που κραυγάζουν τα χυδαία συνθήματα μίσους, αυτά τα χέρια που υψώνονται σε ανθρωποκτόνους χαιρετισμούς φέρουν στη μνήμη μας μερικές από τις σκοτεινότερες στιγμές της ευρωπαϊκής ιστορίας. Αυτοί οι εγκέφαλοι που αποδέχθηκαν την κατάλυση της λογικής και την κατάργηση της ιστορικής εμπειρίας δεν θα είναι ποτέ πια όπως ήταν πριν.
Ταυτόχρονα όμως και μέσα από την πρακτική της κυβέρνησης Σαμαρά, με όλες τις αδυναμίες και τα ελαττώματά της, εμπεδώνεται βαθμιαία και σταθερά και γίνεται κτήμα της πλειοψηφίας η πρωτοφανής στη χώρα μας πεποίθηση ότι στον χώρο της λογικής και της υπεράσπισης του κράτους δικαίου, των αρχών της Δημοκρατίας και των ατομικών δικαιωμάτων του πολίτη είναι δυνατόν να συνυπάρχουν περισσότερες πολιτικές δυνάμεις.
Οι δυνάμεις αυτές έχουν και θα έχουν διαφορές. Υπερασπίζονται συμφέροντα διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Δεν έχουν την ίδια ιδεολογική προέλευση, ούτε ταυτόσημες παραδόσεις. Εχουν διαφορετικές ηθικές καταβολές και αισθητικές ευαισθησίες. Μπορούν όμως να συζητούν, να αντιπαραθέτουν και να εξετάζουν λελογισμένα επιχειρήματα που εδράζονται στην πραγματικότητα και τέλος μπορούν για μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα να διατυπώνουν συμβιβαστικές, εφικτές λύσεις και να τις υλοποιούν.
Μέσα από το χάος και απέναντι στη βάρβαρη επίθεση του λαϊκισμού, του σταλινισμού και του ναζισμού, η ελληνική κοινωνία αναζητεί νέες λύσεις, νέες ιδέες και νέα πρόσωπα.
Ο κ. Θεόδωρος Πάγκαλος είναι πρώην υπουργός.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ