Μια καλή και πολύ σημαντική αρχή: τα Ελληνικά καθιερώνονται επισήμως από την Αυστραλία μεταξύ των επιλεγομένων ξένων γλωσσών που θα διδάσκονται στα σχολεία. Μια μεγάλη επιτυχία τής ελληνικής Ομογένειας τής Αυστραλίας, αφού πλέον θα μπορεί να διδάσκεται η Ελληνική όχι μόνο για τα παιδιά των Ελληνοαυστραλών αλλά για οποιονδήποτε την επιλέγει ως ξένη γλώσσα. Μακάρι να γίνει κάτι ανάλογο και σε άλλες μεγάλες χώρες με ευρεία και δυναμική παρουσία τής ελληνικής Ομογένειας, όπως είναι η Αμερική, ο Καναδάς, η Γερμανία. Μια τέτοια εξέλιξη που πρέπει να επιδιωχθεί μεθοδικά και (γιατί όχι;) μεθοδευμένα ως εθνική πολιτική τής Ελλάδος είναι φανερό ότι θα αλλάξει τον χάρτη τής παρουσίας τής ελληνικής γλώσσας στο εξωτερικό.
Μια δεύτερη ακόμη πιο εντυπωσιακή εξέλιξη: Καθιερώνεται –όπως εξαγγέλθηκε από τον υπουργό Παιδείας τής Μ. Βρετανίας –η διδασκαλία τής Αρχαίας Ελληνικής ως μαθήματος επιλογής σε δημοτικά σχολεία τής Αγγλίας. Αυτό κι αν είναι είδηση! Γιατί το σκεπτικό είναι ότι οι μαθητές στην Αγγλία θα έχουν τη δυνατότητα εξ απαλών ονύχων να έλθουν σε επαφή με βασικές έννοιες, εκφρασμένες με ελληνικές λέξεις, και να εισαχθούν –σε εθελοντική πάντοτε βάση –στα αρχαία ελληνικά κείμενα και στα νοήματά τους. Με το ίδιο σκεπτικό δίδεται η δυνατότητα να επιλέξουν τα Λατινικά, πράγμα που δείχνει μια εξαιρετικής σημασίας στροφή στα ανθρωπιστικά γράμματα, που μάς ενδιαφέρει πολύ ως Ελληνες.
Τι μπορεί να σημάνει αυτή η διπλή εξέλιξη για το μέλλον τής Ελληνικής και γενικότερα των ελληνικών σπουδών στο εξωτερικό; Η υποχώρηση των ελληνικών σπουδών στα πανεπιστήμια τού εξωτερικού, ιδίως τής Ευρώπης, οφείλεται εν πολλοίς στον εξοβελισμό των ανθρωπιστικών γραμμάτων από το πρόγραμμα των μαθημάτων τού σχολείου (Γυμνασίου – Λυκείου) προς όφελος νέων γνωστικών αντικειμένων (πληροφορικής, περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, βιολογικών επιστημών, πολλών ξένων γλωσσών, διαφόρων πρακτικών γνώσεων κ.ά.). Η κατάργηση τής διδασκαλίας των Ελληνικών στα σχολεία χωρών τής Ευρώπης που υπήρχε παλαιότερα αποθάρρυνε τους νέους να ακολουθήσουν ελληνικές σπουδές στα πανεπιστήμια ελλείψει επαγγελματικής απασχόλησης. Ετσι υποχώρησαν σταδιακά κατ’ επέκταση και οι ελληνικές σπουδές από τα πανεπιστήμια, η μία δε μετά την άλλη έκλεισαν και κλείνουν οι έδρες Ελληνικών, όταν αποχωρήσει ο καθηγητής που κατέχει την έδρα. Αν υπάρξουν ανάγκες διδασκαλίας τής Ελληνικής (αρχαίας κυρίως αλλά και νέας), θα τονωθούν και θα ξαναζωντανέψουν οι ελληνικές σπουδές στα πανεπιστήμια.
Πηγή συγκρατημένης αισιοδοξίας είναι το γεγονός ότι η παγκόσμια κρίση που μαστίζει τον κόσμο σήμερα οδηγεί σε αναζητήσεις που ξαναφέρνουν στο προσκήνιο τον άνθρωπο, την ανθρωπιά και έναν νέο ανθρωπισμό μέσα από τις διαψεύσεις ουτοπικών προσδοκιών, τις απογοητεύσεις μιας μαζικής στροφής στον καταναλωτισμό, την ψεύτικη οικονομική ευφορία των πιστωτικών καρτών και, κυρίως, την απάρνηση καθιερωμένων αξιών που φώτιζαν τον δρόμο μας. «Μέτρον άνθρωπος» είναι και πάλι το ζητούμενο από άλλους δρόμους: από τη συνεργασία των επιστημών, θετικών και ανθρωπιστικών, ώστε να ξαναβρούμε «το συνεχές τής γνώσης ως σοφίας» των μεγάλων διανοητών· από την αξιοποίηση των δυνατοτήτων τής σύγχρονης τεχνολογίας, ιδίως αυτού που έχει χαρακτηρισθεί ως ψηφιακός διαφωτισμός»· από τον ειλικρινή και ουσιαστικό διάλογο για τις αιτίες που οδήγησαν σε πνευματική και υλική χρεοκοπία τον άνθρωπο. Ετσι θα συνειδητοποιήσουμε την τραγικότητα τής καταστάσεως που λαοί όπως ο ελληνικός –και όχι μόνον –βιώνουν με πρωτόγνωρο τρόπο και θα αναζητήσουμε πραγματικές πηγές ευτυχίας τού ανθρώπου και διεξόδους.
Γενικότερα, το κεφάλαιο τής χώρας μας που λέγεται «ελληνική γλώσσα» δεν το έχουμε αξιοποιήσει όσο θα έπρεπε εντός και εκτός Ελλάδος. Μέσα στη χώρα μας ως «αξία» που συνδέεται άμεσα με τον πολιτισμό, την ιστορία, τη νοοτροπία, την ίδια την ταυτότητά μας και, πάνω απ’ όλα, με μια ποιότητα σκέψης που αναγκαστικά περνάει μέσα από τη γλώσσα. Και φυσικά με μια ποιότητα παιδείας, η οποία στηρίζεται εν πολλοίς στη γλώσσα. Εξω από τη χώρα μας πάλι δεν έχουμε προβάλει την ελληνική γλώσσα με σωστό και ουσιαστικό τρόπο –όχι με μεγαλοστομίες και αλαζονεία: τι προσφέρει η γνώση τής Ελληνικής στους ομιλητές άλλων ευρωπαϊκών γλωσσών για μια βαθύτερη κατανόηση τής σημασίας απαιτητικών λέξεων τής δικής τους γλώσσας, όταν αποτελούν δάνεια από την Ελληνική.
Γιατί οι χιλιάδες των δανείων που έχουν ληφθεί από την Ελληνική πρώτα και πάνω απ’ όλα συνιστούν έννοιες, εκφρασμένες με ελληνικές λέξεις. Και μάλιστα «πρώτες έννοιες», όπως τις έχει χαρακτηρίσει ο πολύς Werner Heisenberg. Και είναι με τέτοιες έννοιες που συγκροτούνται τα νοήματα, με τα οποία λειτουργεί η νόησή μας. Μεγάλο μέρος τού δυτικού ευρωπαϊκού στοχασμού έχει βασιστεί και εκφραστεί με τέτοιες έννοιες-λέξεις. Σε αυτό το σκεπτικό στηρίζεται άλλωστε η απόφαση τού υπουργού Παιδείας τής Αγγλίας (που προαναφέραμε) να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης στην ελληνική γλώσσα μαθητών των σχολείων τής Μ. Βρετανίας ήδη από το δημοτικό. Ως διαδικασία πρώιμης επαφής των μικρών μαθητών με απαιτητικές έννοιες-λέξεις, προφανώς από καταλλήλως επιλεγμένα ή συντεταγμένα κείμενα, για να διευρύνει τη σκέψη τους και να ασκήσει βαθμηδόν τη διανοητική τους ικανότητα σε συσχετισμό με έννοιες-λέξεις που υπάρχουν ήδη στη μητρική τους γλώσσα. Πιθανή παρατήρηση ότι έτσι δημιουργούνται στην εκπαίδευση νησίδες αριστείας για προικισμένους ή φιλόδοξους νέους αποτελεί μία από τις γνωστές ιδεολογικές αγκυλώσεις που οδήγησαν τη δεκαετία τού ’80 και στην άστοχη κατάργηση στη χώρα μας των δημόσιων πρότυπων και πειραματικών σχολείων, ώστε να εκλείψουν τάχα οι διακρίσεις μιας μαθητικής ελίτ και να αποφευχθούν τάχα πάλι κοινωνικοεκπαιδευτικές διακρίσεις στο πλαίσιο πάντα ενός εξισωτισμού που έβλαψε και το επίπεδο τής εκπαίδευσής μας και τα ίδια τα παιδιά μας.
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής της Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, τ. πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ