Κρίση εθνικής ταυτότητας

Τα αποτελέσματα και των δύο εκλογικών αναμετρήσεων ανέδειξαν έναν πολιτικό και αξιακό διχασμό της κοινωνίας. Σε συνθήκες φόβου και καθοδικής κοινωνικής κινητικότητας, οι λεγόμενες αντισυστημικές δυνάμεις, παρά τις μεταξύ τους μικρές ή μεγάλες διαφορές, και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος, εκπροσωπούν σχεδόν το μισό εκλογικό σώμα. Παρ' όλα αυτά, έστω και οριακά, την προηγούμενη Κυριακή, αυτή η «αδούλωτη Ελλάδα της Κερατέας» έχασε τη μάχη.

Τα αποτελέσματα και των δύο εκλογικών αναμετρήσεων ανέδειξαν έναν πολιτικό και αξιακό διχασμό της κοινωνίας. Σε συνθήκες φόβου και καθοδικής κοινωνικής κινητικότητας, οι λεγόμενες αντισυστημικές δυνάμεις, παρά τις μεταξύ τους μικρές ή μεγάλες διαφορές, και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος, εκπροσωπούν σχεδόν το μισό εκλογικό σώμα. Παρ’ όλα αυτά, έστω και οριακά, την προηγούμενη Κυριακή, αυτή η «αδούλωτη Ελλάδα της Κερατέας» έχασε τη μάχη.
Τι εκπροσωπεί αυτή η Ελλάδα; Εκπροσωπεί την κοινωνική ανευθυνότητα, τον μνησίκακο εγωισμό που ενίοτε τον καλύπτει με την επίκληση της «αξιοπρέπειας», τον καιροσκοπισμό, τις θηριώδεις πελατειακές σχέσεις, τον αλαζονικό εθνικισμό, τη θρησκοληψία, τον εργαλειακό ευρωπαϊσμό. Πρόκειται για την κομφορμιστική Ελλάδα της καθ’ ημάς Ανατολής η οποία διαμορφώνει κάθε φορά το πλαίσιο της πολιτικής προσφοράς. Με άλλα λόγια, είναι αυτή η Ελλάδα που ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης λειτουργεί «κινηματικά» και ρυμουλκεί με τον προσήκοντα κυνισμό τα πολιτικά κόμματα να αντιστοιχηθούν στις θελήσεις της. Οποια από αυτά ανταποκριθούν με αξιοπιστία σε αυτό το αίτημα είναι οι εκλεκτοί της αντιπρόσωποι, χθες το ΠαΣοΚ, σήμερα κυρίως, αν και όχι αποκλειστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ.
Θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι υπάρχει μια «άλλη Ελλάδα», ισομεγέθης της πρώτης, που της αντιστέκεται. Η άλλη Ελλάδα είναι βέβαια υπαρκτή, αλλά σαφώς μειοψηφική, συνιστά πολιτισμική μειονότητα, είναι ασυντόνιστη, οριακά είναι απολίτικη. Ενώ διαισθάνεται τη μειονοτική μειονεξία της, δεν μπορεί να την πολιτικοποιήσει ώστε να την υπερβεί. Μια βασική αιτία είναι ότι οι εκάστοτε πολιτικοί της εκπρόσωποι δεν μπορούν να μεταφράσουν με αξιοπιστία τις φιλελεύθερες αξίες τους στο ελληνικό ιδίωμα: να «εθνικοποιήσουν» τον φιλελευθερισμό τους ώστε να φιλελευθεροποιήσουν τον ελληνικό εθνικισμό, και ό,τι συναρτάται με αυτόν, τον τυφλό ορθοδοξισμό. Είναι άραγε τυχαίο ότι πολλοί κάνουν λόγο για την αναγκαιότητα το ελληνικό πρόβλημα να καταστεί ευρωπαϊκό, ενώ το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι το ακριβώς αντίθετο, να εξελληνίσουν τον ευρωπαϊσμό, καθιστώντας τον αναπόσπαστο κομμάτι της λεγόμενης «εσωτερικής πολιτικής»;
Γίνεται σαφές ότι πίσω από τον σημερινό εκλογικό διχασμό βρίσκεται ένα μείζον πρόβλημα εθνικής ταυτότητας, το οποίο εργαλειοποιεί την υπαρκτή κοινωνική κρίση. Μια νέα πολιτική ατζέντα, ένα εθνικό πολιτικό σχέδιο για την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση πρέπει να καλύψει το σημερινό στρατηγικό κενό. Ενα σχέδιο άμεσων διαρθρωτικών αλλαγών που θα αλλάζει τους όρους του δημόσιου διαλόγου και θα δημιουργεί νέες κοινωνικές διαιρέσεις, νέες αξιακές συσπειρώσεις. Και κυρίως θα αποσυριζοποιεί τον δημόσιο λόγο, θα μεταφέρει το κέντρο βάρους στα πραγματικά προβλήματα. Γιατί κατά ένα μέρος η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η ευρύτερη ιδεολογική ηγεμονία το τελευταίο διάστημα του αριστεροδεξιού εθνικολαϊκισμού, οφείλεται στον ετεροπροσδιορισμό των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων. Αποσυριζοποίηση σημαίνει ότι το νέο πολιτικό σχέδιο θα διαλύει εμπράκτως τις ψευδαισθήσεις που σκόρπισε ο πολύχρωμος εθνικολαϊκισμός, θέτοντας στην κοινωνία πραγματικά ερωτήματα και προσφέροντας ταυτόχρονα ένα δικαίωμα στην ελπίδα.

Η αποσυριζοποίηση του δημόσιου διάλογου προϋποθέτει την αποσυριζοποίηση ως προς την κατασκευή της πραγματικότητας. Η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ πάτησε και στο γεγονός ότι στοιχίζοντας την πολιτική του προσφορά στην κοινωνική ζήτηση, περιέγραψε μια πραγματικότητα με τον δικό του τρόπο και πρότεινε «λυτρωτικές» κατευθύνσεις για την υπέρβαση της κρίσης που απέρρεαν από τη δική του περιγραφή μιας ψευδοπραγματικότητας. Γιατί ο «ΣΥΡΙΖΑ» δεν είναι «κόμμα», είναι «πνεύμα», μια νοητική δομή εντός της οποίας συνωθούνται και διασταυρώνονται ο αριστερός μιζεραμπιλιστικός λαϊκισμός με την ελληναράδικη αντιστασιομανία, η νεοκομμουνιστική μετενσάρκωση του μεταπολιτευτικού ριζοσπαστισμού και η συνάντησή του με τον νεοτριτοκοσμικό αντιευρωπαϊσμό. Η ρηγμάτωση σε αυτή τη νοητική δομή προϋποθέτει μια διαφορετική μυθοπλασία για την ελληνική ταυτότητα, για το «ποιοι είμαστε» και «τι θέλουμε». Χρειάζεται, με άλλα λόγια, ένας εναλλακτικός κινητοποιητικός μύθος που θα διαλύει τις θωπείες της εθνικολαϊκιστικής παραμυθίας, μια ηθικοπολιτική αποσυριζοποίησης των πνευμάτων. Η διάλυση του εθνικολαϊκιστικού μύθου προϋποθέτει την αντικατάστασή του από έναν άλλον: οι χιμαιρικές κατασκευές του εθνικολαϊκισμού πρέπει να αντικατασταθούν από μια ουτοπία του συγκεκριμένου, από σχέδια και πρωτοβουλίες που θα αρθρώνουν τις αξίες της ευθύνης, της επινοητικότητας και της αλληλεγγύης με μια εναλλακτική επανερμηνεία της ίδιας της «ελληνικότητας».

Ο σημερινός διχασμός, παρά την επικέντρωσή του στο πεδίο της οικονομίας, δεν έχει οικονομικές αιτίες, αλλά είναι πρωτίστως πολιτισμικός και εγκαλεί τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις στην επείγουσα πολιτικοποίησή του. Το να κατανοηθεί με αυτόν τον τρόπο το ελληνικό πρόβλημα είναι το πρώτο βήμα σε μια μακρά διαδικασία για την επίλυσή του.
Ο κ. Ανδρέας Πανταζόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.