Το βάθος και η έκταση της σηµερινής κρίσης δεν µπορεί να αφήσoυν το έθνος ανεπηρέαστο. Το έθνος είναι συνειδησιακό φαινόµενο και η εθνική συνείδηση δεν αποτυπώνει απλώς την ιστορία αλλά αναπαράγεται στο σηµείο όπου οι εµπειρίες, βιωµένες ή µαθηµένες, συναντούν τις συλλογικές προσδοκίες, µέσα στις οποίες εγγράφονται και οι ατοµικές. Εκεί οφείλεται η δυναµική της. Οταν οι προσδοκίες αντιστοιχούν και στηρίζονται στις εµπειρίες, η εθνική συνείδηση είναι δυναµική. Οταν υπολείπονται ή αποσυσχετίζονται, είναι αδύναµη. Αλλά ό,τι ζούµε στη σηµερινή κρίση είναι κυριολεκτικά η κατάρρευση αυτής της σχέσης.
Για ποιες συλλογικές προσδοκίες θα µπορούσαµε να µιλήσουµε σήµερα; Ποιο µέλλον θα µπορούσαµε να φανταστούµε για αυτή τη χώρα; Αλλά εξίσου ασταθές είναι και το παρελθόν µας. Παρελθόν πελατειακών σχέσεων, διεφθαρµένων κυβερνήσεων και ανοµίας ή παρελθόν προσπαθειών και σταδιακής βελτίωσης; Ενδοξο παρελθόν ή παρελθόν χώρας-παρία; Το δηµόσιο αίσθηµα βρίσκεται σε σύγχυση και είναι βαθιά πληγωµένο. Αντί προσδοκιών, η µαταίωσή τους.
Βέβαια οι µεγάλες κρίσεις δεν διαλύουν αναγκαστικά τα έθνη ούτε οδηγούν αναγκαστικά σε νέα αρχή. Ο τελευταίος µεγάλος πόλεµος σήµαινε µια βαθιά κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης και προκάλεσε τους προβληµατισµούς που έθεσαν σε κίνηση την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Σε άλλες χώρες όµως η κρίση κατέληξε στην κυριαρχία µιας αρνητικής συνείδησης, κατεδάφισε την αυτοπεποίθηση και τον αυτοσεβασµό τους για δεκαετίες. Και ακόµη, την κρίση της εθνικής συνείδησης δεν µπορούµε να τη δούµε χωρίς να υπολογίσουµε τη µεγάλη κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης, γιατί πλέον οι εθνικές εµπειρίες συναντούν τις προσδοκίες από το κοινό ευρωπαϊκό µέλλον. Και η κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Σε όποια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα κι αν βρεθείς, µε όποιον κι αν συζητήσεις, αν τυχόν αναφερθείς στους θεσµούς, στις διαδικασίες και στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα διαπιστώσεις µια γενικευµένη δυσφορία και αποδοκιµασία. Αυτό δεν σηµαίνει αντι-ευρωπαϊσµό. Κανείς δεν είναι αντιευρωπαϊστής, γιατί δεν υπάρχουν περιθώρια να ταυτιστεί µε οτιδήποτε άλλο εκτός Ευρώπης, ό,τι κι αν υποστηρίζει. Ακόµη και η λαϊκή Ακροδεξιά υπέρ της Ευρώπης και της εθνολογικής της καθαρότητας τάσσεται. Η κατηγοριοποίηση σε ευρωπαιστές και αντι-ευρωπαϊστές είναι παραπλανητική.
Η σηµερινή κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης είναι κρίση συνείδησης των Ευρωπαίων. Είναι κρίση πολιτικής συνείδησης, γιατί η Ευρώπη είναι πολιτικό πρόγραµµα, όχι αφηρηµένες µακρινές πολιτισµικές «ρίζες». Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να αντι ληφθούµε και την κρίση της ελληνικής εθνικής συνείδησης, γιατί από τη δηµιουργία της, προοδευτικά, συναρτήθηκε µε την ευρωπαϊκή. Ποιο µέλλον προσφέρουν οι ευρωπαϊκές ηγεσίες σήµερα στους Ευρωπαίους; Ενα µέλλον δυσπιστίας, περιχαράκωσης, φόβου.
Αλλά η κρίση συνείδησης δεν αποτυπώνει απλώς την οικονοµική κρίση. Είναι µια δυναµική συνιστώσα της γιατί διαµορφώνει πολιτική κουλτούρα, συµπεριφορές, βαθύτερες παραδοχές του πολιτικού. Εχει πολιτικές συνέπειες. Και η συνείδηση δεν αντανακλά το σωστό ή το λάθος, το ακριβές ή το µυθώδες. Γι’ αυτό βλέπουµε µια ατµόσφαιρα αναζήτησης αποδιοποµπαίων τράγων για την κρίση και τη δαιµονοποίηση των αιτιών που τη δηµιούργησαν στο πρόσωπο των Ελλήνων. Παρόµοιο ανθελληνικό πνεύµα στα λαϊκά ΜΜΕ δεν είχαµε ξαναδεί µετά την αντιστροφή του φιλελληνισµού και τους Βασιλείς των Ορέων του Εδµόνδου Αµπού στα µέσα του 19ου αι. Στο ίδιο πλαίσιο βλέπουµε την αναβίωση ενός εσωτερικού ευρωπαϊκού οριενταλισµού, την άνοδο ενός νέου εθνικιστικού λαϊκισµού σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ακόµη και στις βόρειες που διακρίνονταν για τη δηµοκρατία και την ανεκτικότητα. Η σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτική συνείδηση, όπως άλλωστε και η ελληνική, αναπτύχθηκε σε έναν άξονα που εξασφάλιζε ευηµερία, συνταγµατικά κατοχυρωµένες ελευθερίες και δικαιώµατα του πολίτη, διεύρυνση της πολιτικής συµµετοχής στις αποφάσεις και κράτος πρόνοιας. Σε ποια πορεία βρισκόµαστε και τι θα αποµείνει από όλα αυτά; Σαν τι θα µοιάζει η ευρωπαϊκή κοινωνία που ονειρεύονται οι τραπεζίτες που χαράσσουν την πορεία σήµερα;
Στη νεοελληνική ιστορία το περιεχόµενο της εθνικής συνείδησης διαµορφώθηκε µέσα από µεγάλες κρίσεις, οι οποίες παρήγαγαν συχνά ιδεολογικούς διχασµούς που µεταµορφώθηκαν σε πολιτικούς πολέµους, δηµιουργώντας ένα έθνος µε ισχυρά εθνικά αισθήµατα αλλά βαθιά διηρηµένο.
Και σήµερα βλέπουµε να γεννιέται ένας βαθύς διχασµός ανάµεσα σε φιλοµνηµονιακό και αντιµνηµονιακό λόγο. Οι µεν συντάσσονται µε το µνηµόνιο βλέποντας σωτηρία στη συµµόρφωση, οι δε το εξορκίζουν πιστεύοντας ότι η κρίση µπορεί να ξεπεραστεί µε αλλαγή πολιτικών συσχετισµών στο εσωτερικό της χώρας και ανυπακοή. Ανάµεσα στα δύο στρατόπεδα υπάρχουν βέβαια εσωτερικές διαφοροποιήσεις, υβριδισµοί και µια νέα πατριωτική ρητορεία. Αλλά κυριαρχεί ανάµεσά τους ασυµµετρία και ασυµβατότητα ως προς την περιγραφή της κρίσης και των αιτιών της, την εικόνα της ελληνικής και της διεθνούς πραγµατικότητας που έχει καθένα, τα βιώµατα και τις προσδοκίες που προβάλλει. Και αυτό το χάσµα δηλώνει ότι ένα νέο εθνικό ρήγµα ανοίγεται µπροστά στα µάτια µας που διευρύνεται καθηµερινά µε συναισθήµατα αµοιβαίας απώθησης. Ποια θα είναι η πορεία αυτού του διχασµού;
Μετά τον πόλεµο, όταν ο κόσµος της Αριστεράς συνειδητοποίησε ότι θυσιάστηκε ως «προκεχωρηµένο φυλάκιο της παγκόσµιας επανάστασης», την εγκατέλειψε µαζικά ή πολυδιασπάστηκε. Τι θα συµβεί όταν οι Ελληνες συνειδητοποιήσουν ότι θυσιάζονται ανώφελα, απλώς για να κερδίσει χρόνο το διεθνές χρηµατοπιστωτικό σύστηµα, σε ένα πεδίο όπου το ένα ηφαίστειο φουσκώνει µετά το άλλο, χωρίς να ξέρουµε ποιο θα εκραγεί πρώτο; Τι θα συµβεί αν η χώρα αναγκαστεί να βγει ταπεινωµένη από το ευρώ αποσυνδέοντας την τύχη της από την Ευρώπη; Πιθανόν η θύελλα που θα ακολουθήσει δεν θα έχει ιστορικό προηγούµενο. Το διακύβευµα αφορά πράγµατι τη συνοχή του έθνους και τον πυρήνα της εθνικής συνείδησης.
Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήµιο Αθηνών
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ