Με τη συμφωνία μεταξύ της Ομάδας 5+1 και της Τεχεράνης για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν να επικυρώνεται την περασμένη εβδομάδα από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ήρθε η ώρα –και επίσημα –για «business». Παρότι θα περάσουν μήνες μέχρι να αρχίσουν να χαλαρώνουν οι κυρώσεις κατά του Ιράν και παρά τις αντιδράσεις τόσο από το αμερικανικό Κογκρέσο όσο και από τους θανάσιμους εχθρούς της Τεχεράνης –το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία – δυτικοί επιχειρηματίες και πολιτικοί δεν έχασαν χρόνο: έσπευσαν στη χώρα για να βολιδοσκοπήσουν τις επενδυτικές ευκαιρίες σε μια αγορά 80 εκατομμυρίων καταναλωτών. Ευρώπη και Κίνα είναι οι κυριότεροι επίδοξοι επιχειρηματικοί μνηστήρες του Ιράν, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να είναι πιο επιφυλακτικές εξαιτίας των κυρώσεων που η Ουάσιγκτον έχει επιβάλει στη χώρα και δεν σχετίζονται με το πυρηνικό της πρόγραμμα.
Ιρανός αξιωματούχος δήλωσε πριν από μερικές ημέρες ότι τις τελευταίες εβδομάδες η Τεχεράνη ενέκρινε έργα ύψους 2 δισ. δολαρίων από ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Εταιρείες πετρελαίου όπως η ολλανδική Shell και η ιταλική Eni, και αυτοκινητοβιομηχανίες όπως οι γερμανικές Mercedes-Benz και Volkswagen και οι γαλλικές Peugeot και Renault πρόσφατα επισκέφθηκαν την ιρανική πρωτεύουσα για επιχειρηματικές συζητήσεις. Η Κίνα, γνωστός εμπορικός εταίρος του Ιράν, ετοιμάζεται να ενισχύσει την παρουσία της στη χώρα. Μάνατζερ με έδρα το Ντουμπάι και αλλού επισκέπτονται συχνά-πυκνά την Τεχεράνη για να διασφαλίσουν ένα κομμάτι στο ιρανικό «χρυσωρυχείο».
«Στο Ιράν υπάρχουν πολλές επιχειρηματικές ευκαιρίες» είπε στο «Βήμα» ο Γουίλιαμ Μπίμαν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα στις ΗΠΑ και ειδικός στο Ιράν. «Πρώτα η πετροχημική βιομηχανία. Το βιομηχανικό σύμπλεγμα του Ασαλουγέχ στον Περσικό Κόλπο, δίπλα από τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου στον κόσμο, φιλοξενεί πολλές πετροχημικές βιομηχανίες που παράγουν χρήσιμα προϊόντα, πολλά από αυτά μοναδικά, και θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τις διεθνείς επενδύσεις. Επειτα είναι οι ηλεκτρονικές συσκευές και το λογισμικό, αφού οι Ιρανοί είναι από τους πλέον εξειδικευμένους τεχνολόγους στον κόσμο. Η χώρα διαθέτει πολλές εταιρείες startup στον τομέα αυτόν» προσέθεσε.
Εκτός από τις πρώτες ύλες, τομείς στους οποίους σύμφωνα με τον καθηγητή Μπίμαν θα παρουσιαστούν επενδυτικές ευκαιρίες είναι η ιατρική τεχνολογία, τα κατασκευαστικά υλικά, τα τρόφιμα, τα αυτοκίνητα και οι τράπεζες. «Οι ευκαιρίες εισαγωγών είναι απεριόριστες. Το Ιράν έχει 80 εκατομμύρια κατοίκους, με το 60% να είναι κάτω των 35 ετών. Είναι εξαιρετικά μορφωμένοι και εκλεπτυσμένοι. Η αγορά για τα καταναλωτικά αγαθά είναι τεράστια» μας είπε. Η Δύση και κυρίως οι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν την επαναπροσέγγιση με το Ιράν με φόβο και δυσπιστία αλλά στο Ιράν η διάθεση μεταξύ των πολιτών μετά τη συμφωνία είναι πανηγυρική. Καθημερινοί άνθρωποι και επιχειρηματίες ελπίζουν ότι η άρση των κυρώσεων θα γίνει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και θα διευκολύνει τη ζωή και τις δραστηριότητές τους.
«Οι ευκαιρίες που παρουσιάζονται στο Ιράν είναι μία αντανάκλαση της δημογραφίας, της βάσης των φυσικών πόρων και της γεωγραφικής του θέσης. Εξαιτίας όλων αυτών εκτιμούμε ότι θα δούμε τόσο το εμπόριο όσο και τις επενδύσεις να αυξάνονται σε πολλούς τομείς μέσα στα επόμενα χρόνια» σχολίασε μιλώντας στο «Βήμα» ο Χένρι Σμιθ της συμβουλευτικής εταιρείας ανάλυσης κινδύνων Control Risk Middle East. Και συμπλήρωσε: «Με τις κυρώσεις η οικονομία είχε γίνει εσωστρεφής, πολιτικοποιημένη και κυριαρχούμενη από κρατικές ή ημικρατικές εταιρείες».
Η μετάβαση από την απομόνωση στο διεθνές οικονομικό άνοιγμα φυσικά δεν θα γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη. Οπως μας εξήγησε ο Χασάν Χακιμιάν, οικονομολόγος και διευθυντής του Ινστιτούτου Μέσης Ανατολής στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών (SOAS) στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, η άρση των κυρώσεων δεν σημαίνει και το τέλος των οικονομικών προβλημάτων της χώρας.
«Υπάρχουν σημαντικά εσωτερικά εμπόδια όπως η κακοδιαχείριση και η διαφθορά. Επίσης το Ιράν χρειάζεται σημαντικές μεταρρυθμίσεις για τη γραφειοκρατία και τον δημόσιο τομέα του, ώστε να βελτιώσει το επιχειρηματικό κλίμα τόσο για τους ιρανούς όσο και για τους ξένους επενδυτές. Το τραπεζικό σύστημα τρίζει από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και θα πρέπει να εκσυγχρονιστεί ώστε να συμβαδίζει με τα διεθνή πρότυπα. Οι επενδυτικοί νόμοι του Ιράν είναι καινούργιοι, από τις αρχές του 2000, αλλά οι ξένοι επενδυτές θα εκπλαγούν από το πόσο ελεγχόμενη είναι η οικονομία του» είπε.
Φεύγουν οι κυρώσεις, έρχεται το διεθνές κεφάλαιο
Ηνωμένες Πολιτείες
Αεροπλάνα, τρόφιμα, φάρμακα made in USA
Ενώ η συμφωνία με το Ιράν θα επιτρέψει σε πολλές χώρες πρόσβαση στις ιρανικές αγορές, οι αμερικανικές κυρώσεις που απαγορεύουν στους Αμερικανούς να επενδύσουν στη χώρα εδώ και δεκαετίες θα συνεχίσουν να ισχύουν. Μόνο ένα μικρό τμήμα των αμερικανικών κυρώσεων θα αρθεί –αυτές που αφορούν τις πυρηνικές δραστηριότητες της Τεχεράνης –ενώ θα παραμείνουν όσες αφορούν την τρομοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό σημαίνει ότι πολλές αμερικανικές εταιρείες, όπως πετρελαιοβιομηχανίες, τράπεζες και εταιρείες καταναλωτικών προϊόντων, δεν θα μπορούν να επενδύσουν στο Ιράν. Ωστόσο, εξαίρεση θα αποτελεί η βιομηχανία της πολιτικής αεροπορίας. Οταν οι επιθεωρητές δώσουν το «πράσινο φως» ότι το Ιράν συμμορφώνεται με τους όρους της συμφωνίας, εταιρείες όπως η Boeing θα μπορέσουν να πουλήσουν στο Ιράν επιβατικά αεροσκάφη και ανταλλακτικά. Ειδικοί υποστηρίζουν ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία ενδέχεται να πωληθούν 400 αεροσκάφη αξίας 20 δισ. δολαρίων, που θα αντικαταστήσουν τον γηρασμένο στόλο του Ιράν. Εκτός από την πολιτική αεροπορία, θα υπάρξουν εξαιρέσεις σε τρόφιμα και φάρμακα –των οποίων το εμπόριο είχε επιτραπεί και πριν από τη συμφωνία –και χαλάρωση των περιορισμών για θυγατρικές αμερικανικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό.
Ευρωπαϊκή Ενωση
Μπροστά οι Γερμανοί, ακολουθούν οι άλλοι
Οι ευρωπαϊκές εταιρείες διακρίνουν τεράστιες οικονομικές ευκαιρίες στο Ιράν, με τη Γερμανία να έχει ήδη σπεύσει στη χώρα προς διερεύνηση των επενδυτικών προοπτικών. Προσφάτως ο γερμανός αντικαγκελάριος Ζίγκμαρ Γκάμπριελ επισκέφθηκε το Ιράν, συνοδεία αντιπροσώπων από τις μεγαλύτερες γερμανικές εταιρείες, όπως η Mercedes-Benz, η Siemens και η Volkswagen. Ο ανταγωνισμός για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα είναι μεγάλος καθώς εταιρείες από Κίνα, Κορέα και Μέση Ανατολή βρίσκονται ήδη στη χώρα, αναπληρώνοντας το επενδυτικό κενό από τις δυτικές κυρώσεις. Τους τελευταίους 15 μήνες έχουν επισκεφθεί την Τεχεράνη πάνω από 100 ξένες επενδυτικές αποστολές, με το 90% να είναι ευρωπαϊκές –οι περισσότερες από Γερμανία, Ιταλία, Σκανδιναβία και Βρετανία. Υπολογίζεται ότι μεσοπρόθεσμα η αξία των γερμανικών εξαγωγών στο Ιράν θα εξακοντιστεί στα 10 δισ. ευρώ, από 2,4 δισ. τον περασμένο χρόνο, με τις αυτοκινητοβιομηχανίες, τις φαρμακοβιομηχανίες και τις βιομηχανίες ανανεώσιμης ενέργειας να σέρνουν τον χορό. Το Ιράν αναμένεται να προσελκύσει περαιτέρω επενδύσεις και από τις γαλλικές αυτοκινητοβιομηχανίες όπως η Renault και η Peugeot, που ήδη κυριαρχούσαν στην ιρανική αγορά αυτοκινήτου. Η ολλανδο-βρετανική Royal Dutch Shell και η ιταλική ENI έχουν ήδη επισκεφθεί την Τεχεράνη.
Λαΐκή Κίνα
Οι μουλάδες στον νέο Δρόμο του Μεταξιού
Το Ιράν είναι για την Κίνα υψίστης σημασίας για την πολυδιαφημισμένη «Οικονομική Ζώνη του Δρόμου του Μεταξιού», με την οποία ελπίζει να διευρύνει την επιρροή της, ενώνοντας την Κεντρική Ασία με τον Περσικό Κόλπο και την Ευρώπη. Η Κίνα είναι ήδη ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ιρανικού πετρελαίου αλλά εξαιτίας των κυρώσεων το Ιράν έπεσε από την τρίτη στην έκτη θέση των προμηθευτών του Πεκίνου –στην πρώτη θέση βρίσκεται η Σαουδική Αραβία. Για την Κίνα η γεωστρατηγική αξία του Ιράν είναι μεγάλη και αν η συμφωνία φέρει την πολυαναμενόμενη χαλάρωση των κυρώσεων, το Πεκίνο χωρίς αμφιβολία θα ενισχύσει την οικονομική του παρουσία στη χώρα. Ηδη από την περασμένη άνοιξη, κινέζοι αξιωματούχοι επισκέφθηκαν την Τεχεράνη προκειμένου να συζητήσουν την προοπτική των επενδύσεων στους τομείς του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Και ενώ το Ιράν μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις από ευρωπαϊκές εταιρείες, ειδικά σε ό,τι αφορά το Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο (LNG), προσβλέπει στους κινεζικούς πετρελαϊκούς κολοσσούς Sinopec και CNPC για την εκμετάλλευση πετρελαιοπηγών και πηγών φυσικού αερίου. Η Κίνα επίσης επιθυμεί την ένταξη του Ιράν στους ασιατικούς πολυεθνικούς οργανισμούς, ενώ τον περασμένο Απρίλιο το Πεκίνο χαιρέτισε την Τεχεράνη ως ιδρυτικό μέλος της Ασιατικής Τράπεζας Επενδύσεων και Υποδομών (AIIB).
Ρωσική Ομοσπονδία
Κέρδη και ζημιές, ISIS και ολιγάρχες
Η Ρωσία ήταν ένας αινιγματικός παράγοντας στις διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, εκπλήσσοντας με την επιμονή της για επίτευξη συμφωνίας παρά την κλιμακούμενη αντιπαράθεση με τη Δύση για την Ουκρανία. Η στάση της Ρωσίας προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη αφού δυτικοί αξιωματούχοι εκτιμούν ότι η Μόσχα θα χάσει σε όλα τα μέτωπα από τη συμφωνία με το Ιράν: η Τεχεράνη έχει ήδη ανακοινώσει τα σχέδιά της να διπλασιάσει τις εξαγωγές πετρελαίου της, κάτι που θα αυξήσει την παγκόσμια υπερπροσφορά και θα ρίξει περαιτέρω την τιμή του μαύρου χρυσού. Επιπλέον, η Rosneft και η Gazprom δύσκολα θα επωφεληθούν από αυτό το άνοιγμα του ιρανικού τομέα της ενέργειας, αφού οι δυτικές εταιρείες θα έχουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της προηγμένης τεχνολογίας. Οσον αφορά το φυσικό αέριο, η Ρωσία απειλείται ακόμη περισσότερο από το Ιράν, αφού η χώρα διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου στον κόσμο και η γεωγραφική της θέση τής επιτρέπει να εφοδιάζει τόσο την Ασία όσο και την Ευρώπη. Ειδικοί, ωστόσο, εκτιμούν ότι η Ρωσία βασίζεται στη συμβολή του Ιράν για την αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους και επιπλέον ρώσοι ολιγάρχες έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να επενδύσουν στη χώρα μετά την άρση των κυρώσεων.
Ινδία
Προσδοκίες για φθηνό πετρέλαιο
Ως πριν από λίγα χρόνια το 17% των εισαγωγών πετρελαίου της Ινδίας προερχόταν από το Ιράν. Τον περασμένο χρόνο το Ιράν ήταν έβδομο στη λίστα, παρέχοντας στην Ινδία μόλις το 6% των εισαγωγών πετρελαίου της. Η Ινδία μεσοπρόθεσμα ευελπιστεί να ευνοηθεί από τη χαλάρωση των κυρώσεων: επιθυμεί να εισάγει περισσότερο πετρέλαιο από την Τεχεράνη, γεγονός που θα τη βοηθήσει να διαπραγματευτεί καλύτερους όρους με τους υπόλοιπους προμηθευτές πετρελαίου και κυρίως με τη Σαουδική Αραβία, που είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής της. Επίσης προσβλέπει σε επιπλέον πτώση της τιμής του πετρελαίου, αφού η ινδική κυβέρνηση επωφελήθηκε σε μεγάλο βαθμό από αυτήν την εξέλιξη τον περασμένο χρόνο: όταν ο Ναρέντρα Μόντι ανήλθε στην εξουσία, η τιμή του βαρελιού αργού πετρελαίου για την Ινδία ήταν 108.05 δολάρια και μία ημέρα πριν από τη συμφωνία του Ιράν τον Ιούλιο ήταν 57,19 δολάρια. Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου της Ινδίας εξετάζουν πλέον την επιστροφή τους στο Ιράν: την περίοδο 2008-09 η Ινδία εξήγαγε προϊόντα πετρελαίου στο Ιράν αξίας ενός δισ. δολαρίων, ποσό που συρρικνώθηκε σε λιγότερα από 50 εκατομμύρια τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον, πολλές ινδικές εταιρείες βλέπουν το Ιράν ως πιθανή αγορά για αγαθά και υπηρεσίες και έχουν ήδη εκφράσει ενδιαφέρον για επενδύσεις στη χώρα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ