Πολλά υποσχόμενο φαίνεται να είναι ένα νέο φάρμακο αντισωμάτων κατά της νόσου Αλτσχάιμερ, καθώς καταστρέφει τις χαρακτηριστικές τοξικές «πλάκες» της πρωτεΐνης βήτα αμυλοειδούς, που συσσωρεύονται στον εγκέφαλο των ασθενών.
Επιστήμονες από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία κατάφεραν να επαναφέρουν «χαμένες» μνήμες σε πειραματόζωα (ποντίκια), τα οποία έπασχαν από απώλεια μνήμης τύπου Αλτσχάιμερ. Η επαναφορά της μνήμης επιτεύχθηκε χάρη στην ενεργοποίηση των εγκεφαλικών κυττάρων τους με φως, μέσω της τεχνικής της οπτογενετικής.
Για δεύτερη φορά σε διάστημα τεσσάρων μηνών, νευροεπιστήμονες παρουσιάζουν ενδείξεις ότι η νόσος του Αλτσχάιμερ μπορεί σε σπάνιες περιπτώσεις να μεταδοθεί στη διάρκεια χειρουργικών ή άλλων ιατρικών πράξεων -αν και οι ίδιοι οι ερευνητές τονίζουν ότι οι υποψίες τους δεν έχουν ακόμα επιβεβαιωθεί οριστικά.
Επιστήμονες στη Νότια Κορέα ανακάλυψαν ένα μικρό χημικό μόριο, το EPPS, το οποίο, όταν προστέθηκε στο νερό που έπιναν ποντίκια, εξαφάνισε τις χαρακτηριστικές πλάκες της πρωτεΐνης βήτα αμυλοειδούς που δημιουργούνται στον εγκέφαλο των πασχόντων από Αλτσχάιμερ. Αν και σε πρώιμο στάδιο, παρόλα αυτά η μελέτη δημιουργεί ελπίδες ότι ίσως στο μέλλον υπάρξει ένα αποτελεσματικό «όπλο» για την καταπολέμηση των τοξικών πλακών και από τον ανθρώπινο εγκέφαλο.
Η ρεσβερατρόλη, μια ουσία που υπάρχει στα κόκκινα σταφύλια και στο κόκκινο κρασί, καθώς επίσης στη μαύρη σοκολάτα και σε άλλες τροφές, φαίνεται να επιβραδύνει τη συσσώρευση στον εγκέφαλο του βήτα αμυλοειδούς, μιας πρωτεϊνης που παίζει-ρόλο κλειδί στη νόσο Αλτσχάιμερ.
Οι άνθρωποι είναι πιθανό ότι μπορεί να κολλήσουν τη νόσο Αλτσχάιμερ στη διάρκεια κάποιας χειρουργικής επέμβασης ή άλλης ιατρικής διαδικασίας, με τον ίδιο τρόπο που είναι δυνατό να μεταδοθεί η εγκεφαλική νόσος Κρόϊτσφελντ-Γιάκομπ (των «τρελών» αγελάδων), σύμφωνα με Βρετανούς επιστήμονες.
Επιστημονική ομάδα ανακοίνωσε ότι ανέπτυξε μια αιματολογική εξέταση μέσω της οποίας είναι εφικτό να υπολογιστεί ο ρυθμός γήρανσης του ανθρώπινου οργανισμού και συνεπώς να προβλεθεί ο κίνδυνος πρώιμης εκδήλωσης άνοιας και νόσου Αλτσχάιμερ.
Επιστήμονες στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι ανέπτυξαν στο εργαστήριο για πρώτη φορά έναν σχεδόν πλήρη ανθρώπινο εγκέφαλο, ο οποίος αντιστοιχεί στον πραγματικό εγκέφαλο ενός εμβρύου ηλικίας πέντε εβδομάδων. Ο εγκέφαλος δημιουργήθηκε από ενήλικα ανθρώπινα δερματικά κύτταρα, τα οποία έπειτα από επαναπρογραμματισμό τους μετατράπηκαν σε βλαστικά-πολυδύναμα και μετά εξειδικεύθηκαν ξανά σε νευρωνικά-εγκεφαλικά κύτταρα.
Ενα νέο πειραματικό φάρμακο της αμερικανικής εταιρείας Eli Lilly, η σολανεζουμάμπη (solanezumab), φαίνεται πως για πρώτη φορά επιβραδύνει τις βλάβες στον εγκέφαλο, τις οποίες προκαλεί η νόσος Αλτσχάιμερ. Τα ενθαρρυντικά αυτά σημάδια όμως αφορούν μόνο όσους βρίσκονται στο αρχικό στάδιο της νευροεκφυλιστικής ασθένειας. Σύμφωνα με τη σχετική κλινική δοκιμή, το φάρμακο μπορεί να μειώσει κατά περίπου ένα τρίτο τον ρυθμό εξέλιξης της νόσου.
Διεθνής ομάδα ερευνητών ανακάλυψε μία χημική ουσία στο αίμα η οποία «προδίδει» ότι αρχίζει η διαδικασία νευροεκφύλισης του εγκεφάλου, γεγονός που θα μπορούσε μελλοντικά να οδηγήσει σε ένα τεστ διάγνωσης της νόσου Αλτσχάιμερ έως και μία δεκαετία προτού εμφανισθούν τα πρώτα συμπτώματα.
Έξι γονίδια που εμπλέκονται στη νόσο του Αλτσχάιμερ δείχνουν να σχετίζονται και με την εξέλιξη του ανθρώπινου εγκεφάλου, ένδειξη ότι η νευροεκφυλιστική ασθένεια ίσως είναι το τίμημα για την υψηλή νοημοσύνη μας -αυτό τουλάχιστον εκτιμούν ερευνητές στην Κίνα.
Από τη νόσο του Αλτσχάιμερ πάσχει ο διάσημος ηθοποιός Ομάρ Σαρίφ και, όπως αποκάλυψε ο γιος του, αγωνίζεται να θυμηθεί τις πιο διάσημες ταινίες του. Ο 83χρονος, αιγυπτιακής καταγωγής, ηθοποιός, του οποίου η φήμη εκτοξεύτηκε το 1962 όταν πρωταγωνίστησε στον «Λόρενς της Αραβίας» και αργότερα το 1965 στον «Δόκτωρα Ζιβάγκο», χτυπήθηκε από την ασθένεια τα […]
Μια «έξυπνη» οδοντόβουρτσα, ικανή να «διαβάζει» το DNA του κατόχου της και να ανιχνεύει τον κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών νόσων, ανέπτυξε η εταιρεία Oxford Nanopore.
Το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να παίζει ρόλο-κλειδί στην εκδήλωση της νόσου Αλτσχάιμερ, δείχνει μία νέα αμερικανική έρευνα σε πειραματόζωα, που φαίνεται να ανοίγει έναν νέο δρόμο για την κατανόηση της νευροεκφυλιστικής ασθένειας και ίσως για τη θεραπεία της στο μέλλον.
Η βιοψία δερματικού ιστού μπορεί να συντελέσει στην πρώιμη διάγνωση νευροεκφυλιστικών νόσων, όπως οι νόσοι Πάρκινσον και Αλτσχάιμερ, υποστηρίζουν μεξικανοί ερευνητές. Η ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Σαν Λουίς Ποτόζι, παρουσίασε στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η ανάλυση δείγματος δέρματος μπορεί να αποκαλύψει την συσσώρευση συγκεκριμένων πρωτεΐνών στον εγκέφαλο, που υποδεικνεύει την εκδήλωση νευροεκφυλιστικής νόσου.
Η μακροχρόνια χρήση συγκεκριμένων φαρμάκων, μεταξύ των οποίων υπνωτικά, αντιϊσταμινικά, αντικαταθλιπτικά και σκευάσματα για παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος ενοχοποιείται για άνοια και νόσο Αλτσχάιμερ, από ομάδα αμερικανών ερευνητών.
Η λιραγλουτίδη και η λιξιζενατίδη, δύο ευρέως συνταγογραφούμενα φάρμακα κατά του διαβήτη τύπου ΙΙ είναι ικανά να αναστρέψουν τις εγκεφαλικές βλάβες που προκαλεί η νόσος Αλτσχάιμερ και να βελτιώσουν τη μνήμη, υποστηρίζουν βρετανοί ερευνητές σε σχετικό άρθρο που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Neuropharmacology».
Νέες σημαντικές δυνατότητες για τη φαρμακευτική έρευνα της νόσου Αλτσχάιμερ ανοίγει το γεγονός ότι για πρώτη φορά νευροεπιστήμονες στις ΗΠΑ πέτυχαν να αναπαράγουν στο εργαστήριό τους καλλιέργειες ανθρωπίνων εγκεφαλικών κυττάρων, οι οποίες αναπτύσσουν όλα τα διαδοχικά βήματα της νόσου.
Την ανάπτυξη νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου φαίνεται πως ενισχύει μια ουσία του κουρκουμά, σύμφωνα με γερμανούς ερευνητές από το Ινστιτούτο Νευροεπιστημών και Ιατρικής, στο Γιούλιχ. Τα ενδιαφέροντα ευρήματα τα οποία προέρχονται από δοκιμές σε ποντίκια και παρουσιάζονται στο επιστημονικό έντυπο «Stem Cell Research and Therapy», θα μπορούσαν κατά τους επιστήμονες να προσφέρουν μια νέα θεραπευτική προσέγγιση στην περίπτωση ασθενών που εμφανίζουν εγκεφαλικές βλάβες εξαιτίας εγκεφαλικού επεισοδίου ή της νόσου Αλτσχάιμερ.
Με αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ συσχετίζεται η παρατεταμένη χρήση βενζοδιαζεπινών, μιας ευρέως συνταγογραφούμενης κατηγορίας ηρεμιστικών, αγχολυτικών και υπνωτικών φαρμάκων, σύμφωνα με διεθνή έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο British Medical Journal.