Η θεωρούμενη πιο ολοκληρωμένη και ακριβής εκτίμηση για τον αριθμό των ειδών που ζουν στη Γη –στη στεριά και στη θάλασσα, συμπεριλαμβανομένων ζώων, φυτών, μυκήτων κ.ο.κ. –παρουσιάστηκε το 2011 από επιστήμονες του δικτύου Census of Marine Life. Χρησιμοποιώντας μια νέα μεθοδολογία οι ειδικοί υπολόγισαν ότι ο συνολικός αριθμός των ειδών πρέπει να ανέρχεται στα 8,7 εκατομμύρια (συν-πλην 1,3 εκατομμύρια). Εξ αυτών 6,5 εκατομμύρια ζουν στην ξηρά και 2,2 εκατομμύρια (το 25%) στη θάλασσα ενώ το 86% των χερσαίων και το 91% των θαλάσσιων ειδών μάς είναι παντελώς άγνωστα –δεν έχουν ακόμη ανακαλυφθεί ώστε να περιγραφούν και να ταξινομηθούν. Η μελέτη, η οποία χαιρετίστηκε διεθνώς ως «ορόσημο», θεωρείται ότι έβαλε κατά κάποιον τρόπο τα πράγματα στη θέση τους: οι προηγούμενες εκτιμήσεις παρουσίαζαν ένα τεράστιο εύρος αβεβαιότητας, μιλώντας για «κάπου ανάμεσα» στα 3 και τα 100 εκατομμύρια.
Ποιος μιλάει;
Αν και πολλές μελέτες έχουν αναδείξει διάφορες πλευρές της νοημοσύνης τους, το ερώτημα αν τα δελφίνια μιλούν μια δική τους γλώσσα δεν έχει απαντηθεί σαφώς. Στη δεκαετία του 1980 ο Λου Χέρμαν είχε δείξει ότι κατανοούν το συντακτικό, ενώ πολλοί επιστήμονες έχουν υποστηρίξει ότι οι ήχοι με τους οποίους επικοινωνούν μεταξύ τους δεν είναι απλά «σήματα» αλλά μια μορφή λέξεων. Κανένας ωστόσο, παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει ανά τις δεκαετίες, δεν έχει αποκρυπτογραφήσει αυτό το «λεξιλόγιο» και, ακόμη περισσότερο, κανένας δεν έχει μιλήσει με τα δελφίνια. Δύο νέες απόπειρες για να ανοίξει αυτός ο διάλογος ξεκίνησαν τα τελευταία χρόνια. Από το 2008 ο βρετανός μηχανικός της ακουστικής Τζον Στιούαρτ Ριντ και ο αμερικανός ανεξάρτητος ερευνητής Τζακ Κάσεβιτς προσπαθούν να συνεννοηθούν με τα θαλάσσια θηλαστικά μέσω της πρωτοβουλίας Speakdolphin, μετατρέποντας σε εικόνες τα αποτυπώματα που δημιουργούν στο νερό τα κύματα των ήχων τους. Αν και η προσέγγιση θεωρείται αμφιλεγόμενη, το 2011 ανακοίνωσαν ότι τα δελφίνια ανταποκρίθηκαν σε οκτώ σήματά τους, αναγνωρίζοντας ισάριθμα αντικείμενα. Την ίδια χρονιά η Ντενίζ Χέρζινγκ του Πανεπιστημίου της Φλόριδας ξεκίνησε τη θεωρούμενη πιο φιλόδοξη μελέτη του είδους: μαζί με άλλους ερευνητές ανέπτυξε το CHAT (Cetacean Hearing And Telemetry), ένα υποβρύχιο πληκτρολόγιο μέσω του οποίου άνθρωποι και δελφίνια προσπαθούν να επικοινωνήσουν κάτω από το νερό. Πέρυσι επίσης ερευνητές του Πανεπιστημίου Σεντ Αντριους της Βρετανίας διαπίστωσαν ότι τα άγρια ρινοδέλφινα μιμούνται τα σφυρίγματα-υπογραφές των συγγενών και φίλων τους χρησιμοποιώντας τα σαν ονόματα, «συνήθεια» που θεωρείται αποκλειστικά ανθρώπινη. Το βραβείο ξένων γλωσσών της δεκαετίας στη θάλασσα το «έκλεψε» ωστόσο ένα άλλο κητώδες: ο Νοκ, μια λευκή φάλαινα μπελούγκα που ζει σε ενυδρείο των Ηνωμένων Πολιτειών, κατέπληξε τους πάντες φωνάζοντας σε άπταιστα… (ανθρώπινα) αγγλικά «έξω» σε έναν δύτη που διατάρασσε την ησυχία του κάνοντας συντήρηση στη δεξαμενή του.

Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου
Μετά τους χιμπαντζήδες, τους ουραγκοτάγκους, τους γορίλες και τα δελφίνια, δύο ακόμη είδη κατόρθωσαν να περάσουν επιτυχώς το λεγόμενο «τεστ του καθρέφτη»: οι ελέφαντες και οι καρακάξες, σε μελέτες που δημοσιεύθηκαν αντίστοιχα το 2006 και το 2008, από ερευνητές με επικεφαλής τον γνωστό καθηγητή Φρανς ντε Βάαλ. Η ικανότητα να αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη θεωρείται ένδειξη ότι τα ζώα έχουν συνείδηση –ένα ζήτημα το οποίο αποτελεί αντικείμενο διαμάχης και προβληματισμού για την επιστήμη εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα. Η κρατούσα άποψη ήθελε παραδοσιακά τη συνείδηση να είναι αποκλειστικά ανθρώπινο χαρακτηριστικό, η «ζυγαριά» έχει αρχίσει όμως να κλίνει προς την άλλη πλευρά, με μια νέα τάση να υποστηρίζει ότι τουλάχιστον κάποια είδη με υψηλή νοημοσύνη τη διαθέτουν επίσης. Το καλοκαίρι του 2012 μάλιστα επιστήμονες ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού αποφάσισαν να πάρουν σθεναρά θέση υπέρ του δικαιώματος των ζώων στη συνείδηση υπογράφοντας δύο διακηρύξεις, τη «Διακήρυξη του Κέιμπριτζ για τη συνείδηση» που παρουσιάστηκε στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ στη Βρετανία, και τη «Διακήρυξη των δικαιωμάτων των κητωδών» (φαλαινών, δελφινιών κ.ά.) που παρουσιάστηκε στην Αμερικανική Ακαδημία για την Προώθηση των Επιστημών στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο δίγλωσσος μπονόμπο
Ομιλείτε την αγγλικήν; Καταφατικά απαντά στο ερώτημα αυτό ο Κάνζι (Kanzi), ένας μπονόμπο που φιλοξενείται στο Ερευνητικό Κέντρο για τη Γλώσσα του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Τζόρτζια. Ο Κάνζι χρησιμοποιεί περισσότερες από 200 αγγλικές λέξεις, τις οποίες στην πραγματικότητα δεν διδάχθηκε: μάθαινε παρακολουθώντας τους ερευνητές να τις διδάσκουν, χωρίς μεγάλη επιτυχία, στη μητέρα του! Χρησιμοποιώντας πληκτρολόγιο ο Κάνζι μπορεί να ζητήσει αυτό που θέλει (π.χ. ένα γλυκό ή μια μπανάνα), αλλά και να περιγράψει τους σκοπούς του. Ετσι, όταν ζήτησε ένα ζαχαρωτό (marshmallow), το οποίο οι Αμερικανοί συνηθίζουν να ψήνουν, ο Κάνζι ζήτησε επίσης φωτιά. Στη συνέχεια μάζεψε κλαριά, χρησιμοποίησε τα σπίρτα που του δόθηκαν για να ανάψει φωτιά και έψησε το ζαχαρωτό του! Περιττό να πούμε ότι ο ευφυής μπονόμπο μπορεί να φτιάχνει και να χρησιμοποιεί πρωτόλεια εργαλεία, ενώ τώρα οι ερευνητές προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν τα λόγια του. Κάθε φορά που ο Κάνζι λέει κάτι με τη βοήθεια του υπολογιστή, ταυτοχρόνως λέει κάτι και με το στόμα του. Παρά το γεγονός ότι η ανατομία των φωνητικών χορδών των μπονόμπο δεν αφήνει πολλές λεκτικές επιλογές στα ζώα αυτά, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο Κάνζι είχε μια «λέξη των μπονόμπο» για κάθε «λέξη του πληκτρολογίου»!
Το κοράκι μου φοιτά στην Οξφόρδη!
Τη λένε Μπέτι, ανήκει σε ένα είδος κορακιών που ενδημεί στη Νέα Καληδονία και είναι τρόφιμος του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Οι επιστήμονες που τη μελετούν έμειναν άφωνοι όταν την παρακολούθησαν να φτιάχνει εργαλεία. Για την ακρίβεια, η Μπέτι που ήθελε να ψαρέψει την τροφή της από τον πάτο ενός δοκιμαστικού σωλήνα, πήρε ένα καλώδιο, το λύγισε και το έκανε αγκίστρι. Ετσι ανέσυρε την τροφή που απόλαυσε στη συνέχεια. Το επίτευγμα της Μπέτι δεν είναι καθόλου μικρό. Φθάνει μόνο να αναλογιστούμε ότι αρχικά οι επιστήμονες θεωρούσαν ότι η κατασκευή εργαλείων είναι ανθρώπινο προνόμιο και με δυσκολία αποδέχθηκαν το γεγονός ότι και τα μεγάλα πρωτεύοντα θηλαστικά έχουν την ίδια ικανότητα. Μετά την Μπέτι, ο κύκλος των εργαλειοκατασκευαστών του ζωικού βασιλείου διευρύνθηκε.

Οι καρχαρίες δεν βλέπουν κόκκινο!

Τα «Σαγόνια του καρχαρία» και οι μεταγενέστερες ανάλογες κινηματογραφικές αφηγήσεις έκαναν μια ολόκληρη γενιά και όχι μόνο να σχηματίσει την εντύπωση ότι η θέα των κατακόκκινων λιμνών αίματος στο θαλασσινό νερό προσελκύει σαν μαγνήτης το τρομερό ψάρι. Και είναι αλήθεια ότι ορισμένα είδη, όπως ο μεγάλος λευκός καρχαρίας για παράδειγμα, μπορούν να ανιχνεύσουν αμέσως ακόμη και μια σταγόνα αίμα που θα πέσει σε μια πισίνα ολυμπιακών διαστάσεων. Η δεινή αυτή ικανότητα οφείλεται βεβαίως κυρίως στην εκπληκτική όσφρηση του μεγάλου κυνηγού, αλλά η όραση δεν είναι αμέτοχη στην αναζήτηση του θηράματός του. Το 2011 μάθαμε ωστόσο με έκπληξη από μελέτη που έκαναν ερευνητές του Πανεπιστημίου της Κουίνσλαντ και του Πανεπιστημίου της Δυτικής Αυστραλίας στα κύτταρα του αμφισβληστροειδούς τους ότι οι καρχαρίες πάσχουν από σοβαρή αχρωματοψία –ουσιαστικά δεν μπορούν να ξεχωρίσουν σχεδόν κανένα χρώμα. Παρ’ όλα αυτά τα μάτια τους «λειτουργούν» σε ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών επιπέδων φωτός. «Η αντίθεση στο φόντο και όχι το χρώμα αυτό καθαυτό είναι ίσως πιο σημαντική για την ανίχνευση των αντικειμένων από τους καρχαρίες» σημείωσαν οι ερευνητές στη μελέτη τους, προσθέτοντας ότι αυτή η νέα γνώση θα μας βοηθήσει να αναπτύξουμε καλύτερους τρόπους προστασίας απέναντί τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ