Μέσα στο 2013 η συνήθης «συζήτηση» για την κλιματική αλλαγή πήρε νέα τροπή. Αιτία οι ενδείξεις ότι η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη επιβραδύνεται. Συγκεκριμένα, ενώ η τελευταία δεκαετία ήταν αδιαμφισβήτητα η θερμότερη από τότε που έχει αρχίσει να γίνεται καταγραφή των θερμοκρασιών, η μέση θερμοκρασία επιφανείας του πλανήτη φαίνεται να αυξάνεται με βραδύτερο ρυθμό τα τελευταία χρόνια. Οι παρατηρήσεις του είδους, οι οποίες για πρώτη φορά προέρχονται από τους ίδιους κλιματολόγους που μας έχουν συνηθίσει σε δυσοίωνες προειδοποιήσεις για τη μεταβολή του κλίματος, χαροποίησαν τους σκεπτικιστές που τις θεώρησαν ένα απτό σημάδι ότι όλα βαίνουν καλώς και ότι μπορούμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας έτσι όπως την ξέραμε χωρίς κλιματικές ανησυχίες. Οι επιστήμονες έσπευσαν όμως να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους, και μάλιστα χρησιμοποιώντας ως «όπλο» ένα από τα βασικά επιχειρήματα των «σκεπτικιστών του κλίματος». Η παρούσα φαινομενική επιβράδυνση, λένε, οφείλεται σε «φυσικές μεταβλητότητες» όπως οι άνεμοι, τα ρεύματα επιφανείας και οι ηφαιστειακές εκρήξεις, οι οποίες κάνουν «κύκλους». Ακριβώς όπως το γεγονός ότι στη δεκαετία του 1990 η θερμοκρασία της Γης ανέβαινε πιο γρήγορα δεν σήμαινε επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής, έτσι και η παρούσα επιβράδυνση δεν σημαίνει ανάσχεσή της.
Το 2007 η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών προκάλεσε θύελλα μεταξύ των κλιματολόγων, προβλέποντας άνοδο της στάθμης της θάλασσας από 18 έως 59 εκατοστά ως το τέλος του 21ου αιώνα –άνοδος η οποία κρίθηκε πολύ χαμηλή. Ηδη το 2009, με βάση τα δεδομένα της πραγματικής ανόδου και του ρυθμού της τήξης των πάγων, είχε καταστεί εμφανές ότι η εκτίμηση ήταν μάλλον υποτιμημένη. Η επόμενη έκθεση αναμένεται εντός του 2014 και, αν και κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει το τελικό πόρισμά της, «διαρροές» υποστηρίζουν ότι θα προβλέπει κατά πολύ υψηλότερη άνοδο των υδάτων –γύρω στο 1 μέτρο. Παρ’ όλα αυτά το ζήτημα αποτελεί αντικείμενο μεγάλων διαφωνιών και αποκλίσεων μεταξύ των ειδικών, καθώς πολλές παράμετροι του μηχανισμού που «ανεβοκατεβάζει» τα νερά του πλανήτη παραμένουν άγνωστες. Οι περισσότερες μελέτες, πάντως, συμφωνούν στο ότι ορισμένες περιοχές του πλανήτη θα πληγούν περισσότερο: τα νησιά και τα παράλια των τροπικών ζωνών του Ειρηνικού και του Ινδικού Ωκεανού και μεγαλουπόλεις όπως το Τόκιο, η Μελβούρνη, το Μπουένος Αϊρες και η Νέα Υόρκη οι οποίες θα πρέπει να προετοιμαστούν καταλλήλως.
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι «λεσεψιανοί μετανάστες» –«ξένα» είδη που περνούν την κατασκευασμένη από τον Φερδινάνδο Λεσέψ Διώρυγα του Σουέζ –έρχονται να εγκατασταθούν στη Μεσόγειο. Μια ανάλογη «μετακόμιση» παρατηρείται επίσης σε ευρύτερη, πλανητική κλίμακα αλλά και σε μικρότερη, τοπική: εξωτικά είδη από τις τροπικές περιοχές της Γης εμφανίζονται σε ψυχρότερα μέρη όπου οι ντόπιοι δεν ξέρουν ούτε το όνομά τους, ενώ στα ελληνικά νερά ψάρια που συναντούσαμε στην Κρήτη κολυμπούν πια στο Βόρειο Αιγαίο. Το φαινόμενο αποδίδεται στην κλιματική αλλαγή και στη θέρμανση των νερών, που διευρύνει πλέον το «πεδίο δράσης» των ειδών που ζουν στα θερμά νερά. Τελευταίες μελέτες μάλιστα προβλέπουν ότι, αν η θέρμανση συνεχιστεί, τα τροπικά ψάρια θα κατακυριεύσουν όλα τα μήκη και πλάτη των ωκεανών της Γης και τα είδη που ζουν σε ψυχρότερα νερά θα μας αποχαιρετήσουν για πάντα.
Οι πιο ορατές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής εντοπίζονται από τους επιστήμονες στην ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων. Την τελευταία δεκαετία οι τυφώνες όχι μόνο έγιναν ισχυρότεροι και καταστρεπτικότεροι –βλ. Κατρίνα –αλλά επίσης άρχισαν να εμφανίζονται δριμύτεροι και συχνότεροι εκεί όπου δεν το συνήθιζαν: η σχετικά «προστατευμένη» Νέα Υόρκη «βούλιαξε» δυο φορές επί δυο συναπτά έτη, το 2011 από την Αϊρίν και το 2012 από τη Σάντι. Η τελευταία μάλιστα εισήγαγε στην «τυφωνο-ορολογία» τον όρο «υπερκαταιγίδα» ο οποίος το 2013 επανήλθε με πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις με το χτύπημα του «υπερτυφώνα» Χαϊγιάν στις Φιλιππίνες. Το 2010 η Ρωσία γνώρισε μια άλλη πλευρά των υπερακραίων φαινομένων με ένα πρωτοφανές στα ιστορικά κύμα καύσωνα που προκάλεσε εκτεταμένες πυρκαγιές και 50.000 θανάτους. Κάποιοι κλιματολόγοι απέδωσαν το «ρωσικό φαινόμενο» κατά 80% στην κλιματική αλλαγή, άλλοι είπαν ότι αυτή δεν έπαιξε ιδιαίτερα μεγάλο ρόλο. Για να λύσουν τη διαμάχη ερευνητές του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ανέπτυξαν μια νέα, αξιόπιστη προσέγγιση αποτίμησης των ακραίων καιρικών φαινομένων: το συμπέρασμά τους ήταν ότι η θέρμανση του πλανήτη τριπλασίασε τις πιθανότητες εμφάνισης του ακραίου καύσωνα στη Ρωσία.
Το 2012 ήταν μια γαλάζια χρονιά για την Αρκτική: η λευκή επιφάνειά της συρρικνώθηκε τον Οκτώβριο δραματικά στα 3,61 τ.χλμ. (μείωση 48,7% σε σχέση με τον μέσο όρο αυτής της εποχής) καθώς οι πάγοι έλιωσαν σε βαθμό-ρεκόρ, τον μεγαλύτερο που έχει παρατηρηθεί στην Ιστορία. Το προηγούμενο «ιστορικό χαμηλό» της βόρειας παγοκάλυψης του πλανήτη είχε παρατηρηθεί το 2007, όταν είχε μειωθεί στα 4,3 τ.χλμ. Εφέτος τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα: η έκταση των πάγων μειώθηκε λιγότερο «μένοντας» στα 5,1 τ.χλμ. –αριθμός ο οποίος αποτελεί ωστόσο τον έκτο χαμηλότερο στα χρονικά. Πολύ καλύτερα ήταν τα νέα του 2013 και για τον όγκο της θαλάσσιας παγοκάλυψης της Αρκτικής, ο οποίος σχετίζεται και με το μη ορατό σε εμάς πάχος των πάγων: αυξήθηκε στα 9.000 κυβικά χιλιόμετρα από 6.000 το 2012. Οι επιστήμονες διευκρίνισαν ότι η βελτιωμένη εικόνα δεν οφείλεται σε «πάγωμα» της κλιματικής αλλαγής αλλά σε απλές διακυμάνσεις των καιρικών συνθηκών. Πολλοί ειδικοί προβλέπουν ότι η Αρκτική θα είναι τα καλοκαίρια… γαλαζοπράσινη και πλήρως ελεύθερη από πάγο ως το 2040.
Η Γη «πατάτα»
Φωτογραφία: ESA/HPF/DLR
Ο GOCE (Gravity Field and Steady-State Ocean Circulation Explorer), που εκτοξεύθηκε το 2009, ήταν ο πρώτος δορυφόρος από το πρόγραμμα «Ζωντανός πλανήτης» (Living Planet) του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA). Αποστολή του ήταν να πραγματοποιήσει μια πρωτοφανούς ακρίβειας καταγραφή του βαρυτικού πεδίου της Γης. Εκτός του ότι μας προσέφερε πολύτιμα στοιχεία για τη συμπεριφορά των ωκεανών και την κυκλοφορία της θερμότητας στη Γη, ο GOCE μας αποκάλυψε επίσης τον πλανήτη μας για πρώτη φορά όχι στρογγυλό και ομαλό σαν μια τέλεια υδρόγειο σφαίρα, όπως τον έχουμε συνηθίσει, αλλά σαν μια ασουλούπωτη, στραπατσαρισμένη από τη βαρύτητα «πατάτα». Στα μέσα του περασμένου Οκτωβρίου ο δορυφόρος έμεινε από… ξένο (το αέριο που χρησιμοποιούσε ως καύσιμο) και βγήκε εκτός τροχιάς. Λίγο αργότερα εισήλθε ανεξέλεγκτος στη γήινη ατμόσφαιρα και τελικά στις 11 Νοεμβρίου συνετρίβη κοντά στα νησιά Φόκλαντ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ