Σ ε τρεις επιστήμονες «κυνηγούς μικροβίων» δόθηκε το εφετινό βραβείο Νομπέλ Ιατρικής. Την ύψιστη αναγνώριση μοιράζονται ο Γερμανός Ηarald zur Ηausen και οι Γάλλοι Francoise Βarre-Sinoussi και Luc Μontagnier. Ο πρώτος ανακάλυψε ότι ο ανθρώπινος ιός των θηλωμάτων (Ηuman Ρapilloma Virus, ΗΡV) προκαλεί τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, ενώ το ζεύγος των γάλλων επιστημόνων απομόνωσε τον ιό ΗΙV (Ηuman Ιmmunodeficiency Virus) ο οποίος ευθύνεται για την πανδημία του Συνδρόμου της Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας (ΑΙDS). Σύμφωνα με την ανακοίνωση που εξέδωσε η επιτροπή των βραβείων «εφέτος με το βραβείο Νομπέλ αναγνωρίζονται ανακαλύψεις για τους δύο ιούς που προκαλούν σοβαρές ανθρώπινες ασθένειες».
Αν η σοβαρότητα της προκαλούμενης από ιό ασθένειας ήταν το κριτήριο για την επιλογή των επιστημόνων που θα τιμηθούν με το εφετινό βραβείο Νομπέλ, τότε πράγματι οι τρεις ευρωπαίοι ερευνητές αξίζουν την τιμή: περισσότερο από το 5% των καρκίνων αποδίδονται στη δράση του ιού ΗΡV ο οποίος έχει μολύνει το 50%80% του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ ο ΗΙV έχει προκαλέσει τη σοβαρότερη πανδημία του 20ού αιώνα μολύνοντας το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού. Χάρη όμως στις ανακαλύψεις των τιμώμενων επιστημόνων αναχαιτίστηκε η επέλαση των δύο σοβαρών ασθενειών. Αναπτύχθηκαν εμβόλια τα οποία παρέχουν 95% προστασία από τα επικίνδυνα στελέχη του ιού ΗΡV, ενώ ο ταχύς εντοπισμός του ιού ΗΙV οδήγησε στην ανάπτυξη θεραπειών που « έχουν ως αποτέλεσμα το προσδόκιμο επιβίωσης των ατόμων που έχουν προσβληθεί από τον ΗΙV να φτάνει τώρα σε επίπεδα όμοια με εκείνα των μη προσβεβλημένων ατόμων » όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στην ανακοίνωση της επιτροπής.
Κόντρα στο ρεύμα
Αν και ο Αλφρέδος Νομπέλ δεν άφησε στη διαθήκη του σαφείς οδηγίες σχετικά με τα κριτήρια βάσει των οποίων θα έπρεπε να δίνονται τα βραβεία Ιατρικής (συνήθως δίνονται για μια ανακάλυψη και όχι για το σύνολο του έργου), τα εφετινά βραβεία θα μπορούσαν να τιμούν την επιμονή και την εργασία υπό πίεση. Βλέπετε, όταν στη δεκαετία του ΄70 ο Ηarald zur Ηausen ερευνούσε την εμπλοκή του ιού ΗΡV στην εμφάνιση του καρκίνου κανένας δεν πίστευε ότι ο καρκίνος θα μπορούσε να είναι και μολυσματική νόσος. Αυτό όμως δεν αποθάρρυνε τον γερμανό ερευνητή: έχοντας κάνει την υπόθεση ότι αν ο ιός ευθύνεται όντως για την εμφάνιση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, τότε ιικά γονίδια θα έπρεπε να είναι παρόντα σε καρκινικά κύτταρα, ο zur Ηausen πέρασε δέκα ολόκληρα χρόνια αναζητώντας τα γενετικά ίχνη του ιού ΗΡV σε ιστολογικά δείγματα ασθενών. Το 1984 ανέφερε την ανακάλυψη των δύο πιo επιθετικών στελεχών του ιού, των ΗΡV16 και ΗΡV18. Στη συνέχεια κατέδειξε τις ιδιότητες του ΗΡV που του επέτρεπαν να επάγει την καρκινογένεση, αλλά και τους προδιαθεσικούς παράγοντες που βοηθούν στην εγκαθίδρυση του ιού και στην κυτταρική μεταμόρφωση. Η επαναστατική για την εποχή της εργασία καθώς και οι συνεχείς επιτυχίες του zur Ηausen στη διαλεύκανση των μηχανισμών καρκινογένεσης μέσω του ιού ΗΡV απέδωσαν καρπούς που ωφελούν το κοινωνικό σύνολο. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει η ανακοίνωση της επιτροπής: «Προσφάτως αναπτύχθηκαν εμβόλια τα οποία παρέχουν 95% προστασία από μόλυνση με τα επικίνδυνα στελέχη του ιού, ΗΡV16 και ΗΡV18. Τα εμβόλια ίσως μειώσουν την ανάγκη χειρουργικών επεμβάσεων και το παγκόσμιο άχθος του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας».
Υπό την πίεση του χρόνου
Οταν το Σύνδρομο της Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας έκανε την εμφάνισή του στις αρχές της δεκαετίας του ΄80, η επιστημονική κοινότητα ήταν εφησυχασμένη ότι είχε κερδίσει τη μάχη με τους λοιμογόνους μικροοργανισμούς. Γρήγορα όμως κατέστη σαφές ότι δεν μπορούσε να εφησυχάζει: ο ιός σκότωνε ανθρώπους και έπρεπε πάση θυσία να βρεθεί. Το νήμα του εντοπισμού του ιού έκοψαν πρώτοι οι γάλλοι ερευνητές του Ινστιτούτου Παστέρ Francoise Βarre-Sinoussi και Luc Μontagnier οι οποίοι αναζήτησαν τον ιό σε βιοψίες λεμφαδένων ασθενών (οι πρησμένοι λεμφαδένες είναι ένα από τα αρχικά συμπτώματα της νόσου). Η πρώτη ελπιδοφόρος ένδειξη ήταν η παρουσία στα δείγματα αυτά της ανάστροφης μεταγραφάσης, του ενζύμου που χρησιμοποιεί ο ιός προκειμένου να πολλαπλασιαστεί. Στη συνέχεια εντόπισαν ιικά σωματίδια τα οποία εξέρχονταν από τα κύτταρα που είχε μολύνει ο ιός. Οταν απομόνωσαν τα ιικά σωματίδια διαπίστωσαν ότι αυτά μπορούσαν να μολύνουν κύτταρα λεμφαδένων ασθενών και υγιών ατόμων. Σε αντίθεση με τους ως τότε γνωστούς ρετροϊούς (ιοί που φέρουν RΝΑ ως γενετικό υλικό), ο καινούργιος ιός που είχαν απομονώσει οι γάλλοι ερευνητές «χτυπούσε» τα Τ κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Ετσι δυναμίτιζε την άμυνα του οργανισμού.
Η εργασία των γάλλων ερευνητών υπήρξε καθοριστική για την ανεύρεση των φαρμάκων χάρη στα οποία πολλοί φορείς του ιού ζουν μια κανονική ζωή. Οπως μάλιστα τονίζεται στην ανακοίνωση της επιτροπής: «Ποτέ πριν η επιστήμη και η Ιατρική δεν υπήρξαν τόσο ταχείες στην ανακάλυψη, στον εντοπισμό του αιτίου και στην ανάπτυξη φαρμάκων για μια καινούργια ασθένεια».
Ωστόσο η μάχη κατά του ιού ΗΙV δεν έχει τελειώσει και ο καθηγητής Μontagnier έχει περαιτέρω σχέδια για την αντιμετώπισή του. Σύμφωνα με δήλωσή του στο «Βήμα» (κατά την επίσκεψή του στη χώρα μας τον Μάιο του 2007): « Η ιδέα θα ήταν να μπορεί κανείς να χορηγήσει για ένα πρώτο διάστημα έξι μηνών την αντιρετροϊκή θεραπεία έτσι ώστε να μειώσει τον αριθμό των ιικών σωματιδίων δραστικά.Το επόμενο βήμα θα ήταν να επιτευχθεί ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος του ασθενούς έτσι ώστε αυτό να κρατά από μόνο του τον ιό υπό έλεγχο,χωρίς να χρειάζεται πια οι ασθενείς-φορείς να λαμβάνουν φάρμακα ».