Για όλους και για όλα μιλά ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Φίλης στη συνέντευξη που ακολουθεί: για τον Αρχιεπίσκοπο, τον Κυριάκο Μητσοτάκη αλλά και τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη για τον οποίο δηλώνει, με αφορμή την έρευνα των τραπεζικών λογαριασμών του, ότι η ενέργεια αυτή «έχει στοιχεία υπερβολής» και εμφανίζεται βέβαιος ότι «με βάση τη δημόσια εικόνα του, τίποτα το επιλήψιμο δεν υπάρχει». «Αλλο οι πολιτικές διαφωνίες με τον κ. Σημίτη και οι αδιαμφισβήτητες ευθύνες του για τους υπερεξοπλισμούς και τα «έργα» υπουργών του, άλλο η αμφισβήτηση της προσωπικής εντιμότητας και ακεραιότητάς του» αναφέρει. Ο κ. Φίλης εκτιμά ότι «οι εκλογές δεν έχουν κριθεί» και ότι «ο κόσμος της Αριστεράς και η μεγάλη πλειοψηφία των «από κάτω» δεν μίλησαν ακόμη», ενώ προτρέπει τον πρόεδρο της ΝΔ: «Ας ονειρεύεται την πρωθυπουργία ο κ. Μητσοτάκης και η ακροδεξιά ομάδα που τον περιστοιχίζει». Ολόκληρη η συνέντευξη έχει ως εξής:
Ομάδες νεαρών εμπόδισαν τον ΣΥΡΙΖΑ να καταθέσει στεφάνι στο Πολυτεχνείο. Κάτι λέει αυτό…
«Το Πολυτεχνείο, όπως και συνολικά το κίνημα, δεν έχει ιδιοκτήτες. Αντιθέτως, το μήνυμά του είναι ενωτικό, δημοκρατικό και αντιφασιστικό. Οσοι επιχειρούν να συρρικνώσουν το νόημά του προσφέρουν εξ αντικειμένου υπηρεσίες στην Ακροδεξιά, που ακόμη και μέσα στη Βουλή αμφισβήτησε ανοιχτά το Πολυτεχνείο, σε μια περίοδο μάλιστα που το φαινόμενο του «μεταφασισμού» κερδίζει έδαφος στην Ευρώπη. Σημειώνω, επίσης, ότι εφέτος για πρώτη φορά ορισμένα ιδιωτικά σχολεία αρνήθηκαν να γιορτάσουν το Πολυτεχνείο, παρότι πρόκειται για καθιερωμένη γιορτή της νεολαίας και της Δημοκρατίας. Σημεία των καιρών…».
Σε παλαιότερη συνέντευξή σας στο «Βήμα» είχατε πει ότι «καθαρή έξοδος με κόψιμο συντάξεων δεν υπάρχει». Είστε ικανοποιημένος από τις εξελίξεις στο θέμα;
«Είμαι κάτι παραπάνω από ικανοποιημένος. Αποδεικνύεται ότι η χώρα έχει γυρίσει σελίδα. Η καταστροφολογία της ΝΔ και τα fake news έπεσαν στο κενό. Η κυβέρνηση αφουγκράστηκε τον κοινωνικό παλμό, διαπραγματεύτηκε σωστά και χάρη στη γενικότερη δημοσιονομική κατάσταση έπεισε τους εταίρους, ακόμη και τους πιο δύσπιστους, όχι μόνο για τη μη περικοπή των συντάξεων, αλλά και για το αυξημένο κοινωνικό μέρισμα και τα υπόλοιπα μέτρα που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός στη Θεσσαλονίκη. Τώρα, όλοι μπορούν να καταλάβουν τι σημαίνει να είναι στην εξουσία μια προοδευτική κυβέρνηση με στόχο να προκαλεί συνεχή ρήγματα στο μνημονιακό οικοδόμημα και όχι μια συντηρητική – νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση με διακηρυγμένο σκοπό την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου και την κατεδάφιση της κοινωνικής προστασίας και του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος».
Από την άλλη, ο Πρωθυπουργός εξήγγειλε 10.000 προσλήψεις. Με προσλήψεις και παροχές θα κερδηθούν οι εκλογές;
«Χωρίς τις αναγκαίες προσλήψεις σε καίριους τομείς της κρατικής διοίκησης και του κοινωνικού κράτους, όπως η Ειδική Αγωγή, τα σχολεία, τα νοσοκομεία, η «Βοήθεια στο Σπίτι» κ.λπ., και χωρίς παροχές, ξέρετε πού θα φτάσει το πρωτογενές πλεόνασμα που όλοι λένε ότι αποτελεί ανασχετικό παράγοντα για την ανάπτυξη; Στο 6-7% του ΑΕΠ, ενώ έχουμε συμφωνήσει 3,5%. Ποιος το εισηγείται αυτό; Ποιος πιστεύει ότι την ώρα που όλος ο κόσμος προσπαθεί να έχει ισοσκελισμένο προϋπολογισμό ή ελεγχόμενα ελλείμματα, η Ελλάδα θα πρέπει να γίνει η παγκόσμια πρωταθλήτρια της λιτότητας, που είναι το άλλο όνομα της συσσώρευσης πλεονασμάτων; Χρειάζεται να μπει «κόφτης» στα πλεονάσματα, αυτό επιβάλλει η στοιχειώδης οικονομική γνώση. Δεν το γνωρίζουν αυτό οι «άριστοι» που συμβουλεύουν τον κ. Μητσοτάκη; Μάλλον όχι μέσα στη νεοφιλελεύθερη τύφλωση που τους διακατέχει. Από εκεί και πέρα, τις εκλογές θα τις κερδίσει για μια ακόμη φορά η αστείρευτη δημοκρατική και προοδευτική λαϊκή διαθεσιμότητα, που με όλα τα προβλήματα, τα λάθη και τους συμβιβασμούς του εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Ας ονειρεύεται την πρωθυπουργία ο κ. Μητσοτάκης και η ακροδεξιά ομάδα που τον περιστοιχίζει. Οι εκλογές δεν έχουν κριθεί. Ο κόσμος της Αριστεράς και η μεγάλη πλειοψηφία των «από κάτω» δεν μίλησαν ακόμη».
Η αντιπαράθεση Τσίπρα – Μητσοτάκη στη Βουλή έδειξε τα περιορισμένα περιθώρια συναίνεσης, κάτι που προδιαθέτει για περιορισμένο εύρος συνταγματικών αλλαγών. Αλλη μια χαμένη ευκαιρία;
«Aς μη βιαζόμαστε. Στη Βουλή φάνηκε πράγματι ότι δεν υπάρχει συναίνεση στη συνταγματοποίηση του νεοφιλελευθερισμού, που είναι ο βασικός άξονας της πρότασης της ΝΔ για τη συνταγματική αναθεώρηση. Φάνηκε, ταυτόχρονα, ότι η προσεκτική και συνετή πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, που έχει στον πυρήνα της την υποστήριξη του κόσμου της εργασίας, την ισχυροποίηση του κοινωνικού κράτους και την υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών, μπορεί να βρει ευρύτερες συναινέσεις που θα αντιστοιχίζουν το Κοινοβούλιο με μια πολύ μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. Στη συζήτηση αποδείχτηκε ότι δεν αντέχει σε κριτική η άποψη ότι επιχειρούμε συριζοποίηση του Συντάγματος ή ότι διακατεχόμαστε από εξουσιαστική εμμονή, αφού είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που προτείνει όριο θητειών για τους βουλευτές, για να αποτινάξει το φαινόμενο του επαγγελματία πολιτικού και τον νεποτισμό. Αν, μάλιστα, εξελιχθεί στην αρμόδια επιτροπή ο διάλογος και γίνει δεκτή η πρόταση του Πρωθυπουργού να προχωρήσουμε στην αναθεώρηση χωρίς κομματική πειθαρχία, μπορεί να δούμε παραπάνω συμπτώσεις και συναινέσεις σε μια σειρά από θέματα, κάτι που σήμερα μοιάζει ανέφικτο».
Πρόσφατα ο κ. Τσίπρας μίλησε στο SPD. Από το κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στο SPD είναι αρκετή η απόσταση. Βλέπετε σοσιαλδημοκρατικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ;
«Ο ΣΥΡΙΖΑ, με όλα τα λάθη, τις ανεπάρκειες και τους συμβιβασμούς στους οποίους υποχρεώθηκε, παραμένει το μεγάλο, λαϊκό, κυβερνητικό κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Με αυτή την πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα συνομιλεί με τις προοδευτικές ευρωπαϊκές δυνάμεις και τους Οικολόγους για το αναγκαίο μέτωπο απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό και την Ακροδεξιά που σηκώνει κεφάλι. Αλλωστε γι’ αυτό μας προσκαλούν. Αν ήθελαν να συνομιλήσουν με ένα αμιγώς σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, μπορούσαν να περιοριστούν στο ΚΙΝΑΛ, τα υπολείμματα του παλιού κραταιού ΠαΣοΚ. Με τα χάλια που έχει η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, ειδικά το SPD, περισσότερο βλέπω ως ιστορική ανάγκη τη δική τους ριζοσπαστικοποίηση παρά τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ».
Καλλιεργείται ένα κλίμα πόλωσης με προαναγγελία διώξεων, προανακριτικές επιτροπές και εσχάτως στοχοποίηση του Κ. Σημίτη. Πάμε για «νέο ’89»;
«Η πόλωση είναι στοιχείο της Δημοκρατίας και αφορά τα δύο πολιτικά σχέδια που θα συγκρουστούν στις επόμενες εκλογές. Τα υπόλοιπα είναι υπόθεση της Δικαιοσύνης και οι πολιτικοί δεν έχουν καμιά δουλειά να προαναγγέλλουν διώξεις ή να θεωρούν πολιτικά υποκινούμενες τις πρωτοβουλίες της Δικαιοσύνης. Δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για «νέο ’89», όλοι έχουμε βγάλει τα συμπεράσματά μας από εκείνη την περίοδο. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να ενοχοποιούνται συλλήβδην οι πολιτικές παρατάξεις. Πιστεύω ότι η απόφαση της ανεξάρτητης αρχής για έλεγχο στους λογαριασμούς του κ. Σημίτη έχει στοιχεία υπερβολής και είμαι βέβαιος, με βάση τη δημόσια εικόνα του, ότι τίποτα το επιλήψιμο δεν υπάρχει. Αλλο οι πολιτικές διαφωνίες με τον κ. Σημίτη και οι αδιαμφισβήτητες ευθύνες του για τους υπερεξοπλισμούς και τα «έργα» υπουργών του, άλλο η αμφισβήτηση της προσωπικής εντιμότητας και ακεραιότητάς του».
Πάντως στο θέμα της ΕΡΤ έπιασε τόπο, απ’ ό,τι φαίνεται, η κόντρα σας με τον Ν. Παππά…
«Ηταν κόντρα για την ανασυγκρότηση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, την ποιότητα και την αξιοπιστία. Ναι, φαίνεται ότι έπιασε τόπο. Θα περιμένουμε τα δείγματα γραφής της νέας διοίκησης, την οποία καλωσορίζουμε και ευχόμαστε κάθε επιτυχία. Τώρα πια η ΝΔ δεν έχει καμιά δικαιολογία να συνεχίσει το εμπάργκο».
Η Πολιτεία δεν οφείλει δεκάρα στην Εκκλησία
Εχετε διατυπώσει σοβαρές ενστάσεις για το πλαίσιο συμφωνίας Κράτους – Εκκλησίας το οποίο συζητούσαν εδώ και τρία χρόνια Τσίπρας και Ιερώνυμος. Μήπως αυτός ήταν τελικά ο λόγος που αποπεμφθήκατε από την κυβέρνηση το 2016;
«Τι ακριβώς συνέβη με την απομάκρυνσή μου από το υπουργείο Παιδείας είναι σε όλους γνωστό. Διευκρινίζω για μια ακόμη φορά ότι δεν υπάρχει καμία προσωπική βεντέτα με τον Αρχιεπίσκοπο. Ο Πρωθυπουργός ήξερε τις θέσεις μου για όλα τα ζητήματα που αφορούσαν τις αρμοδιότητές μου, συνεπώς και για το περιουσιακό της Εκκλησίας. Θυμίζω, πάντως, ότι τότε η σύγκρουση με την Εκκλησία αφορούσε το μάθημα των Θρησκευτικών και έχω βέβαια την ικανοποίηση ότι ναι μεν εγώ έφυγα από το υπουργείο, αλλά η μεγάλη αλλαγή στα Θρησκευτικά έμεινε και ρίζωσε».
Ποια είναι τα προβληματικά σημεία κατά τη γνώμη σας;
«Το προβληματικό είναι ότι μιλάμε για την περιουσία της Εκκλησίας και για οφειλές της Πολιτείας χωρίς να υπάρχει κανένα νούμερο στο τραπέζι. Ρωτήστε τον Αρχιεπίσκοπο “Ποιο είναι, Μακαριότατε, το ακριβές ποσό που υποστηρίζετε ότι σας οφείλει το κράτος;”, να δούμε τι θα απαντήσει. Τίποτα, κανένα νούμερο δεν μπορεί να σας δώσει. Χωρίς έγκυρα στοιχεία, επικυρωμένα από τα αρμόδια κρατικά όργανα, δεν μπορούμε να πάρουμε καμία πολιτική απόφαση, ούτε βέβαια να αλλάξουμε αβασάνιστα την πάγια θέση της ελληνικής Πολιτείας ότι δεν οφείλει δεκάρα τσακιστή στην Εκκλησία. Γι’ αυτό έχω υποστηρίξει να περιμένουμε το Κτηματολόγιο, τα αποτελέσματα του σχετικού έργου του ΕΣΠΑ και άλλες μελέτες που πρέπει να υπάρξουν, ώστε να βαδίσουμε επί σταθερής βάσεως για την τελική συμφωνία και να κάνουμε τους σωστούς λογαριασμούς. Το “πίστευε και μη ερεύνα” και τα church statistics δεν μπορεί να είναι οι θεμέλιοι λίθοι επί των οποίων θα οικοδομήσουμε τις νέες σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας».