Ενα από τα σημεία στα οποία φαίνεται να συμφωνούν ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία είναι το θέμα της απαραίτητης μείωσης της φορολογίας των επιχειρήσεων, κάτι που αποτυπώνεται στις πρόσφατες εξαγγελίες τόσο του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα όσο και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η Ελλάδα, που βρίσκεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ με την υψηλότερη αύξηση φορολογίας και συναγωνίζεται επάξια τις φορολογικές επιβαρύνσεις που επιβάλλουν οι σκανδιναβικές χώρες (προσφέρουν πλούσιες κοινωνικές παροχές), αναζητεί αναπτυξιακές ανάσες που θα οδηγήσουν στην αύξηση των πλεονασμάτων χωρίς να «ξεζουμίζονται» νοικοκυριά και αγορά από την υπέρμετρη φορολογία.
Ολοι οι αναλυτές συγκλίνουν στο ότι για να συμβεί αυτό θα πρέπει να μειωθούν τα φορολογικά βάρη τόσο στις μεγάλες επιχειρήσεις όσο και στις μικρομεσαίες, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας.
Η φορολογία των κερδών των επιχειρήσεων ανέρχεται σήμερα στο 29%, ανεξάρτητα από το αν τηρούνται απλογραφικά ή διπλογραφικά βιβλία. Από την άλλη, αν υπάρξει διανομή μερισμάτων σε κάποιο φυσικό πρόσωπο και όχι σε άλλη νομική οντότητα αυτά υπόκεινται σε περαιτέρω παρακράτηση φόρου, η οποία κατά το 2016 ήταν 10% και από 1.1.2017 έως σήμερα ο συντελεστής έχει καθοριστεί σε 15%. Ο συνδυασμός των δύο εκτοξεύει τη συνολική φορολογική επιβάρυνση στο 40% επί των καθαρών κερδών.
Ο παρακρατούμενος φόρος του 15% εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση για το φυσικό πρόσωπο μέχρι το ποσό αυτό να το δηλώσει στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Με την εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης το εισόδημα που προέρχεται από μερίσματα θα επιβαρυνθεί με την Εισφορά Αλληλεγγύης που ξεκίνησε από έκτακτη και εξελίσσεται σε έναν από τους πιο μόνιμους φόρους (κάτι σαν τον ΕΝΦΙΑ δηλαδή).
Για τη φορολογία των επιχειρήσεων η πρόταση του Πρωθυπουργού, όπως παρουσιάστηκε στην ομιλία του προς τους παραγωγικούς φορείς στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη μείωση του φόρου στο 25% από 29% σήμερα σε βάθος τετραετίας. Ωστόσο, ο κ. Τσίπρας δεν έκανε καμία αναφορά σε μείωση της φορολόγησης των μερισμάτων. Από την άλλη, η σημερινή κυβέρνηση έχει ψηφίσει ως αντίμετρο στη μείωση του αφορολόγητου την αλλαγή της κλίμακας της εισφοράς αλληλεγγύης με αφορολόγητο τις 30.000 ευρώ από 12.000 ευρώ που είναι σήμερα.
Επίσης ανακοίνωσε ότι «από 1/1/19 θα προχωρήσει η κυβέρνηση στην κατάργηση του φόρου επιτηδεύματος για συνεταιρισμένους αγρότες, συνεταιρισμούς και ΚΟΙΝΣΕΠ, καθώς και για τις ανενεργές επιχειρήσεις». Παράλληλα, ανακοίνωσε ότι «προχωράμε στην επιδότηση του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών για νέους μισθωτούς στον ιδιωτικό τομέα, έως 25 ετών, και σε βάθος διετίας. 50% από 1.1.19 και 100% από 1.1.20». Ενα μέτρο που αναμένεται να βοηθήσει τις επιχειρήσεις να προσλάβουν νέα άτομα και να μειωθεί η ανεργία.
Μία εβδομάδα μετά, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας από το βήμα της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης εξήγγειλε ότι στις βασικές προτεραιότητες του κόμματός του είναι η μείωση του βασικού φορολογικού συντελεστή των επιχειρήσεων στο 20% από 29% σήμερα, αρχής γενομένης από 1.1.2019, και σε βάθος τετραετίας, δηλαδή έως το 2022. Παράλληλα ανακοίνωσε ότι, εφόσον γίνει κυβέρνηση, θα προχωρήσει στη μείωση της φορολογίας των μερισμάτων στο 10% από το 15% που είναι σήμερα.
Οπως ανέφερε ο ίδιος κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, «στον επιχειρηματία θα δώσουμε ισχυρό κίνητρο για επενδύσεις. Με τη μείωση του εταιρικού φόρου και του φόρου στα μερίσματα, ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής που επιβαρύνει τα επιχειρηματικά κέρδη θα μειωθεί στο 24% από 40% που βρίσκεται σήμερα. Και θα δώσουμε επιπλέον φορολογικά κίνητρα για νέες παραγωγικές επενδύσεις στη βιομηχανία και στη μεταποίηση, όπως οι επιταχυνόμενες αποσβέσεις και οι υπεραποσβέσεις σε επενδύσεις έρευνας και καινοτομίας. Ωστε το κέρδος να αποκατασταθεί στη συνείδηση όλων ως αυτό που πράγματι είναι: κίνητρο για δημιουργία, αναγκαίος και αναντικατάστατος μοχλός της οικονομικής προόδου».
Εκπτώσεις σε ΦΠΑ και τέλος επιτηδεύματος
Για τους μικρομεσαίους ο κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι έχει στόχο μέχρι το 2021 να καταργήσει σταδιακά το τέλος επιτηδεύματος. Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων και φυσικά στην αύξηση του τζίρου τους θα παίξει η μείωση του ΦΠΑ που εξήγγειλαν ο Πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο κ. Τσίπρας υποσχέθηκε μείωση του ΦΠΑ στο 22% από 24% και του χαμηλού στο 12% από 13%. Οι αλλαγές αυτές προγραμματίζονται για μετά από μία διετία, δηλαδή να εφαρμοστούν από το 2021. Από τη μεριά του ο κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε ως άμεσο μέτρο εφόσον εκλεγεί τη μείωση του ΦΠΑ εστίασης στο 13% από 24% που είναι σήμερα και μείωση στον τουρισμό στο 11%. Για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον χώρο της οικοδομής ο κ. Μητσοτάκης εξήγγειλε ότι θα ανασταλεί ο ΦΠΑ στην οικοδομική δραστηριότητα για τρία χρόνια.