Η πραγματική ομορφιά βρίσκεται στο διαφορετικό, στο ξεχωριστό, στο αυθαίρετο και μοναδικό και αναντίρρητα στα χρώματα και τις πινελιές του Κώστα Λούστα, καλλιτέχνη που αποδίδει στον κενό καμβά μεγαλοπρέπεια. Τη μεγαλοπρέπεια αυτή είχαμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε από κοντά στην έκθεση «Loustas Πορτρέτα». Για την τέχνη του μας μίλησε η κόρη του, Ταρσή-Μιμή Λούστα, καθηγήτρια Μουσικολογίας και πανεπιστημιακός.

Ποιος ήταν ο Κώστας Λούστας;

«O Κώστας Λούστας γεννήθηκε το 1933 στην Αθήνα αλλά μεγάλωσε στη Φλώρινα. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με δάσκαλο και μέντορα τον Γιάννη Μόραλη. Από το 1963 έζησε και εργάστηκε στη Νέα Υόρκη, όπου οι κριτικοί τέχνης τον αποκάλεσαν «Walt Whitman του χρωστήρα». Συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις (Di Salvo Art Gallery, Chase Gallery, Gallery Chevance, Joseph Paolillo Gallery) και πραγματοποίησε ατομικές εκθέσεις σε γκαλερί διεθνούς φήμης, όπως η Saldinger Gallery και η Galerie Internationale στη Madison Avenue.

Κατά την εξηντάχρονη πορεία του συνεργάστηκε με πολυάριθμους έλληνες γκαλερίστες. Oι ομαδικές του εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό ήταν αναρίθμητες, ενώ είχε συμμετάσχει σε όλες τις πανελλήνιες. Βραβεύτηκε επανειλημμένως από τον Δήμο Θεσσαλονίκης για την προσφορά του στα εικαστικά δρώμενα. Μετά τον θάνατό του το 2014, η Κερκυραϊκή Πινακοθήκη, το Μουσείο Μπενάκη (Πινακοθήκη Ν. Χατζηκυριάκου-Γκίκα), το ΜOMus Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, το Τελλόγλειο Ιδρυμα Τεχνών καθώς και η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης διοργάνωσαν ατομικές εκθέσεις προς τιμήν του.

Παράλληλα με τη ζωγραφική όμως, υπήρξε πολυγραφότατος ποιητής, αρθρογράφος και πεζογράφος. Το 1977 τιμήθηκε από τον Σύλλογο Ελλήνων Λογοτεχνών για την προσφορά του στις τέχνες και στα γράμματα. Επί σειρά ετών δημοσίευε στο περιοδικό «Εταιρία» της Εταιρίας Γραμμάτων και Τεχνών της Φλώρινας, η οποία το 1997 εξέδωσε συλλογή ποιημάτων του. Συνεργάστηκε ως αρθρογράφος με την εφημερίδα «Το Ποντίκι» και τις εφημερίδες «Εθνος» και «Κοινή Γνώμη» της Φλώρινας. Το αυτοβιογραφικό του βιβλίο με τίτλο «Εκατό και πλέον δακτυλίδια για πρίγκηπες» κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ιανός το 2005. Υπήρξε ένα από τα τρία ιδρυτικά στελέχη του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Φλώρινας, στέλεχος της εικαστικής επιτροπής των Δημητρίων επί σειρά ετών, και μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος. Ως και το 2008 διετέλεσε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης».

Ποιον ρόλο είχε η Αμερική στην καλλιτεχνική πορεία του πατέρα σας;

«Η περίοδος της Νέας Υόρκης είναι κομβικής σημασίας γιατί υπήρξε μία από τις πιο παραγωγικές περιόδους του. Εκεί απέσπασε διθυραμβικές κριτικές για το έργο του. Υπολογίζουμε πως άφησε πίσω στις ΗΠΑ τετραψήφιο αριθμό έργων, πολλά από τα οποία είναι αστικά τοπία και σκηνές δρόμου και στα οποία, όπως έγραψαν οι κριτικοί της εποχής, ο Λούστας απαθανάτισε την ψυχή του Μανχάταν».

 

Ποιοι ήταν οι μέντορές του;

«Οι καθηγητές του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Γιάννης Μόραλης και Μιχάλης Τόμπρος».

 

Από ποια καλλιτεχνικά ρεύματα και σχολές επηρεάστηκε;

«Από τον ιμπρεσιονισμό, τον φωβισμό αλλά και τον γερμανικό εξπρεσιονισμό. Ο ίδιος αποκαλούσε τον εαυτό του εξπρεσιονιστή ζωγράφο».

Ποιο είναι το θέμα της έκθεσης Loustas Πορτρέτα που φιλοξενήθηκαν στην Casa Bianca την οποία είχαμε τη χαρά να επισκεφθούμε;

«Η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης παρουσίασε την έκθεση με τίτλο «LOUSTAS – Πορτρέτα», 29 χρόνια μετά την πρώτη παρουσίαση της σειράς έργων του με τίτλο «80+1 Πορτρέτα Προσωπικοτήτων της Θεσσαλονίκης», που είχε σημειώσει πρωτοφανή αριθμό επισκεπτών. Παρουσιάστηκαν 50 από αυτές τις προσωπογραφίες φυσικού μεγέθους, φιλοτεχνημένες την περίοδο 1991-1993. Σε αυτήν απεικονίζονται επώνυμες φυσιογνωμίες της πνευματικής ζωής, πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, μουσικοί, επιστήμονες, ηθοποιοί, ποιητές και λογοτέχνες, που έχουν διακριθεί και βραβευτεί για το έργο τους. Ανάμεσά τους οι Μανόλης Αναγνωστάκης, Ντίνος Χριστιανόπουλος, Γιώργος Βαφόπουλος, Γιώργος Ιωάννου, Μανόλης Ανδρόνικος, Παναγιώτης Σπύρου, Γιώργος Χειμωνάς, Ρούλα Πατεράκη, Λούλα Αναγνωστάκη, Δημήτρης Μαρωνίτης, Εμμανουήλ Κριαράς, Τάκης Βαρβιτσιώτης, Διονύσης Σαββόπουλος, Χάρρυ Κλυνν, Γιάννης Βακαρέλης, Νίκος Αστρινίδης. Πρόκειται για ένα πολυσήμαντο ποιοτικά και ποσοτικά έργο, παρακαταθήκη μνήμης για τις παρούσες και επερχόμενες γενιές. Η έκθεση περιλάμβανε, όπως είδατε, και πλούσιο αρχειακό υλικό που παραχώρησε η οικογένεια του καλλιτέχνη».

Τελικά τι έμαθε ο επισκέπτης της έκθεσης για την ιστορία της πόλης μας;

«Η σειρά αυτή προσωπογραφιών αποτελεί πολύτιμη προσφορά επειδή διατηρεί ζωντανή τη μνήμη τόσων πολλών ανθρώπων οι οποίοι διαμόρφωσαν το πνευματικό και καλλιτεχνικό προφίλ της Θεσσαλονίκης κυρίως του 20ού αιώνα. Είναι άνθρωποι συνυφασμένοι με την ιστορία της Θεσσαλονίκης, που περιφέρονταν στους δρόμους της. Στην έκθεση πραγματικά είδαμε ότι η αποτύπωση του ψυχισμού και της αύρας αυτών των ανθρώπων στα πορτρέτα τους αναμοχλεύει τη μνήμη όσων τους γνώριζαν. Παράλληλα βέβαια τους φέρνει και πιο κοντά σε όσους σήμερα ακούν και διαβάζουν για αυτούς».

Τι εκτιμούσε στις προσωπικότητες που φιλοτέχνησε ο πατέρας σας;

«Ο ίδιος είχε πει πως θα ήθελε να ζωγραφίσει 1.080 προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών. Επέλεξε αυτούς που όπως έλεγε συνέπεσαν με τον καιρό του. Πολλοί από αυτούς ήταν και προσωπικοί του φίλοι».

Ποιο ήταν το κύριο γνώρισμά του ως καλλιτέχνη με πολύπτυχη προσωπικότητα, βιολονίστα, ζωγράφου, ποιητή;

«Για τον Λούστα η μουσική, η λογοτεχνία και η ποίηση ήταν συνυφασμένα με τη ζωγραφική του. Το ένα αποτελεί προέκταση του άλλου».

Ποια τεχνική ακολουθούσε στη ζωγραφική ο Κώστας Λούστας;

«Κυρίως χρησιμοποιούσε χρώματα λαδιού σε σκληρές επιφάνειες. Υπάρχουν λίγοι πίνακες από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 με την τεχνική impasto. Σπανιότερα επίσης ζωγράφιζε με την τεχνική gouache».

Ποιο ήταν το μότο της ζωής του ζωγράφου που υπογραμμίσατε και κατά την ξενάγηση στους μαθητές του σχολείου μας;

«Η στάση του απέναντι στη ζωή συμπυκνώνεται σε αυτό που μας έλεγε πάντα: «Αν δεν τ’ αγαπάς, άσ’ το!»».