Είναι η Μέκκα των μεγάλων, των blockbuster εκθέσεων και δεν έχει τις καλύτερες των σχέσεων με τη σοβαροφάνεια. Ε, λοιπόν, ο Takis τής ταιριάζει πολύ. Η πόλη του Λονδίνου έχει γεμίσει αφίσες με το όνομα του σπουδαίου έλληνα εικαστικού – με γαλάζιο φόντο, για να παραπέμπουν στην εθνικότητα του καλλιτέχνη –
που καλούν το κοινό να έρθει στην Tate Modern για να γνωρίσει αυτόν «τον καινοτόμο δημιουργό με τη μεγάλη φαντασία, τα έργα του οποίου προκαλούν χαρά και ευφρόσυνη διάθεση. Αυτή είναι μια έκθεση που εκπέμπει χαρά». Αυτό τουλάχιστον διατεινόταν με μεγάλο ενθουσιασμό στη συνέντευξη Τύπου ο Μάικλ Γουέλεν, επιμελητής της Tate Modern και της συγκεκριμένης έκθεσης μαζί με τον συγγραφέα και επιμελητή Γκάι Μπρετ, παλιό γνώριμο του Takis από τις ημέρες του στο Λονδίνο τη δεκαετία του ’60, o οποίος μάλιστα συμμετείχε στη δημιουργία της γκαλερί Signals στο Λονδίνο, με τίτλο εμπνευσμένο από τα περίφημα σινιάλα του. Ο Μπρετ είχε επισημάνει εδώ και χρόνια στην διευθύντρια της Tate Modern, Φράνσις Μόρις, ότι η Πινακοθήκη έπρεπε να βάλει στην ατζέντα των εκθέσεων μία αφιερωμένη στο έργο του πρωτοπόρου Takis. Και να που συνέβη «too late», σύμφωνα με πρόσφατη δήλωση του πάντα προβοκάτορα Takis στους «Financial Times», στο πλαίσιο της διεύρυνσης των ιστορικών αφηγήσεων αναφορικά με το έργο καλλιτεχνών οι οποίοι είναι παραγνωρισμένοι μολονότι υπήρξαν καθοριστικοί στη διακίνηση και διάχυση πρωτοποριακών ιδεών, όπως σημειώνει στον κατάλογο (την πρώτη μονογραφία του Takis γραμμένη στην αγγλική γλώσσα έπειτα από τριάντα χρόνια) η Φράνσις Μόρις.
Πάντως, είναι δύσκολο να μη συμμεριστείς τον ενθουσιασμό του Γουέλεν για τη μεγαλύτερη έκθεση του δημιουργού στη Βρετανία με περισσότερα από 80 έργα του παρόντα – από σπουδαία Ιδρύματα, μουσεία, ιδιωτικές συλλογές και βεβαίως από το Ιδρυμα Takis -, την οποία βοήθησε και ο ίδιος ο δημιουργός να στηθεί, έστω από απόσταση. Ακόμη και για τα πιο μικρά έργα της έκθεσης, όπως το «χαρούμενο» τηλεγλυπτό (Telesculpture, 1960), το οποίο κάθε 30 δευτερόλεπτα αρχίζει να «χορεύει και να τραγουδάει» κινητοποιημένο από τον μαγνητισμό, και συνιστά έναν από τους πρώτους πειραματισμούς του Takis με την ελκτική δύναμη. Ο κατά κόσμον Παναγιώτης Βασιλάκης, αυτός ο παρορμητικός και ατρόμητος καλλιτέχνης που έχει εργαστεί επί 70 χρόνια απαγκιστρωμένος από βαρίδια θεωρητικών εξαρτήσεων, διέθετε ανέκαθεν μια σπάνια αρετή που λείπει από τη σύγχρονη τέχνη της Ελλάδας: την παιχνιδιάρικη διάθεση. Βέβαια, το να αποκαλέσεις την έκθεση του Takis «ωδή στη χαρά» θα ήταν περιοριστικό, αν όχι και λίγο υποτιμητικό για το έργο ενός καλλιτέχνη αυτού του βεληνεκούς. Αυτό που εντυπωσιάζει είναι η στοχοπροσήλωσή του στη διερεύνηση της νέας τεχνολογίας της εποχής του και η συνεχής αναζήτηση και καλλιέργεια της δυναμικής σχέσης της με την τέχνη. Σε αυτό εστιάζει εξάλλου και η έκθεση, γι’ αυτό και η παρουσίαση των έργων δεν γίνεται χρονολογικά αλλά βάσει τριών πολύ χαλαρών θεματικών: «Μαγνητισμός και μέταλλο», «Φως και σκοτάδι», «Ηχος και σιωπή».
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.