«Η Γιουγκοσλαβία δεν υπάρχει χωρίς το Κόσοβο… Η Γιουγκοσλαβία και η Σερβία δεν θα εγκαταλείψουν ποτέ το Κόσοβο» είπε ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς στην περίφημη ομιλία του προς τους Σέρβους του Κοσόβου το 1987. Η ομιλία αυτή ανέδειξε τον μετέπειτα πρόεδρο σε μεγάλη δύναμη της σερβικής πολιτικής. Δύο χρόνια αργότερα, ξαναπήγε στο Κόσοβο όπου εκφώνησε νέα ομιλία, σε πιο εθνικιστικό και επιθετικό τόνο, μην αποκλείοντας «ένοπλες συγκρούσεις στο μέλλον». Την εκφώνησε τον Ιούνιο του 1989 μπροστά σε ένα εκατομμύριο κόσμο στους εορτασμούς για τα 600 χρόνια από τη μάχη του Κόσοβο Πόλιε η οποία, παρότι οι Σέρβοι έχασαν από τους Τούρκους, είναι η σημαντικότερη μάχη της ιστορίας τους και συμβολίζει την άρνησή τους να υποκύψουν στον ξένο ζυγό. Η δεύτερη αυτή ομιλία του Μιλόσεβιτς θεωρείται ότι πυροδότησε τα γεγονότα που οδήγησαν στη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας και στους πολέμους της Κροατίας, της Βοσνίας και τελικά του Κοσόβου, που πολλοί Σέρβοι θεωρούν λίκνο του πολιτισμού τους – «σερβική Ιερουσαλήμ» αποκαλείται.
Το μακελειό του Ράτσακ η αρχή
Δύο δεκαετίες συμπληρώνονται εφέτος από τη ΝΑΤΟϊκή εκστρατεία εναντίον της Σερβίας για το Κόσοβο, τον Μάρτιο – Ιούνιο 1999. Οι εντάσεις που σιγόβραζαν μεταξύ Σέρβων και Αλβανών επί δύο δεκαετίες στο Κόσοβο είχαν κλιμακωθεί σε ένοπλη σύγκρουση το 1998, ανάμεσα στη σερβική αστυνομία και παραστρατιωτικούς από τη μία πλευρά και τον Απελευθερωτικό Στρατό του Κοσόβου (UCK) από την άλλη. Την ώρα που ξεκινούσε η προσπάθεια για διπλωματική λύση, η οποία τελικά απέτυχε, ένα γεγονός επέσπευσε τη διεθνή επέμβαση.
Ηταν το μακελειό του Ράτσακ, χωριό στο Κεντρικό Κόσοβο, όπου 45 άμαχοι σφαγιάστηκαν από τις σερβικές δυνάμεις ασφαλείας τον Ιανουάριο του 1999. Το Βελιγράδι υποστήριξε ότι ήταν μαχητές του UCK, αλλά ανεξάρτητοι παρατηρητές βρήκαν πτώματα αμάχων. Κατόπιν αυτού, το ΝΑΤΟ αποφάσισε ότι έπρεπε να στείλει μια στρατιωτική ειρηνευτική δύναμη για να συγκρατήσει τις δύο πλευρές, επειδή η σύγκρουση κινδύνευε να αποσταθεροποιήσει ολόκληρη την περιοχή και ήδη πρόσφυγες είχαν πλημμυρίσει τις γειτονικές χώρες, κυρίως την Αλβανία και την πΓΔΜ.
Στις ειρηνευτικές συνομιλίες, ο Μιλόσεβιτς δεν αποδέχτηκε την αποστολή της ειρηνευτικής δύναμης στο Κόσοβο και στις 23 Μαρτίου 1999 ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, ειδικός απεσταλμένος του αμερικανού προέδρου Μπιλ Κλίντον για τα Βαλκάνια, πήγε στις Βρυξέλλες και ανακοίνωσε ότι η διπλωματική προσπάθεια είχε καταρρεύσει και τον λόγο τώρα είχε το ΝΑΤΟ. Η συμμαχία αποφάσισε να εγκαταστήσει την ειρηνευτική δύναμη στο Κόσοβο διά της βίας. Το ίδιο βράδυ, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Χαβιέρ Σολάνα ανακοίνωσε ότι ζήτησε «να ξεκινήσουν αεροπορικές επιχειρήσεις στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας». Την επομένη, 24 Μαρτίου στις 7 το απόγευμα, άρχισε η ΝΑΤΟϊκή αεροπορική επιδρομή.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ τη χαρακτήρισαν «ανθρωπιστική επέμβαση» για να προληφθεί μια γενοκτονία – εκπρόσωπος της συμμαχίας τη συνόψισε ως εξής: «Σέρβοι έξω, ειρηνευτική δύναμη μέσα, πρόσφυγες πίσω». Το Βελιγράδι την κατήγγειλε ως παράνομη επίθεση επειδή δεν είχε το πράσινο φως του ΟΗΕ. Σε αυτή συμμετείχαν, λιγότερο ή περισσότερο, όλα τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ εκτός από την Ελλάδα. Η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη υποστήριζε γενικώς την εκστρατεία, αν και εκφράζονταν αντιρρήσεις, ενώ η ελληνική ήταν συντριπτικά κατά.
Η «ανακάλυψη των παράπλευρων απωλειών»
Οι ΝΑΤΟϊκοί βομβαρδισμοί κατέστρεψαν τη στρατιωτική υποδομή της Σερβίας, γέφυρες, κυβερνητικά κτίρια και εργοστάσια. Σε μια περίπτωση, αεροπλάνο της συμμαχίας βομβάρδισε ένα κομβόι αλβανών προσφύγων, σκοτώνοντας 50 άτομα, επειδή το πέρασε για κομβόι του γιουγκοσλαβικού στρατού. Αλλη ΝΑΤΟϊκή βόμβα έπληξε την κινεζική πρεσβεία στο Βελιγράδι – η συμμαχία το απέδωσε στη χρήση ενός απηρχαιωμένου χάρτη αλλά η εκδοχή αυτή αμφισβητήθηκε από ευρωπαϊκές εφημερίδες. Ο πιο αμφιλεγόμενος στόχος όμως ήταν το κτίριο της σερβικής τηλεόρασης, που βομβαρδίστηκε σκοπίμως προκαλώντας τον θάνατο 14 ατόμων.
Εκείνη την εποχή καθιερώθηκε η έκφραση «παράπλευρες απώλειες» για να χαρακτηρίσει τους θανάτους αμάχων, καθώς η αεροπορική εκστρατεία του ΝΑΤΟ δεν ήταν τόσο «χειρουργική» όσο παρουσιαζόταν αρχικά. Σύμφωνα με αναλυτές όμως απέδειξε ότι ένας πόλεμος είναι δυνατό να κερδηθεί μόνο από αέρος – άποψη που καταρρίφθηκε στους επόμενους πολέμους, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ.
Η ΝΑΤΟϊκή εκστρατεία τελείωσε με τη συμφωνία ότι οι γιουγκοσλαβικές δυνάμεις θα αποσύρονταν από το Κόσοβο και τη θέση τους θα έπαιρναν οι κυανόκρανοι του ΟΗΕ. Οι περισσότεροι αλβανοί πρόσφυγες επέστρεψαν στο Κόσοβο εντός λίγων εβδομάδων ενώ πολλοί Σέρβοι του Κοσόβου επέλεξαν να μην επιστρέψουν.
Σήμερα η σερβική μειονότητα ζει κυρίως στο Βόρειο Κόσοβο. Κατά καιρούς, οξύνονται τα πνεύματα με τους Αλβανούς και ξεσπούν ακόμη και συγκρούσεις περιορισμένης έκτασης. Το 2013, με τη βοήθεια της ΕΕ, η Πρίστινα και το Βελιγράδι ήρθαν σε μια συμφωνία για την ομαλοποίηση των σχέσεών τους που αποτελεί και προϋπόθεση για την ευρωπαϊκή τους πορεία. Η Συμφωνία των Βρυξελλών περιλαμβάνει προβλέψεις για μεγαλύτερη αυτονομία των Σέρβων του Βόρειου Κοσόβου, οι οποίες ακόμη δεν έχουν εφαρμοστεί.
Τον περασμένο Αύγουστο-Σεπτέμβριο έγινε πολλή κουβέντα για ανταλλαγή εδαφών ως λύση στο χρόνιο πρόβλημα: το Βόρειο Κόσοβο θα ενωνόταν με τη Σερβία ενώ η σερβική Κοιλάδα του Πρέσεβο, όπου ζουν κυρίως Αλβανοί, θα ενωνόταν με το Κόσοβο.
Τα πνεύματα όμως οξύνθηκαν πάλι στα μέσα Δεκεμβρίου, όταν η Πρίστινα δρομολόγησε τη δημιουργία κοσοβαρικού στρατού. Το Βελιγράδι θεωρεί ότι αυτό παραβιάζει το ψήφισμα του ΟΗΕ του 1999 που έβαλε τέλος στον πόλεμο του Κοσόβου και ότι στόχος του στρατού θα είναι να καταδιώξει τη σερβική μειονότητα στο Βόρειο Κόσοβο, γι’ αυτό απείλησε με ένοπλη επέμβαση στην πρώην επαρχία του. Το ΝΑΤΟ επέκρινε το τάιμινγκ της ενέργειας αυτής των Κοσοβάρων, η ΕΕ την καταδίκασε ενώ, αντίθετα, η Ουάσιγκτον την υποστήριξε ως «κυριαρχικό δικαίωμα του Κοσόβου».
Οι συνέπειες της εκστρατείας
– Η αεροπορική εκστρατεία του ΝΑΤΟ διήρκεσε 78 ημέρες, από τις 24 Μαρτίου ως τις 10 Ιουνίου 1999. Ηταν η πρώτη φορά που το ΝΑΤΟ χρησιμοποίησε στρατιωτική βία χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (λόγω απειλής βέτο από τη Ρωσία και την Κίνα).
– Σκοτώθηκαν περίπου 500 άμαχοι (200 στη Σερβία και οι υπόλοιποι στο Κόσοβο) και γύρω στους 1.000 σέρβους στρατιώτες και μέλη των δυνάμεων ασφαλείας. Το ΝΑΤΟ δεν είχε καμία απώλεια στη μάχη.
– Το Κόσοβο ανακήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία του το 2008. Μέχρι σήμερα το έχουν αναγνωρίσει οι 104 από τις 193 χώρες του ΟΗΕ, ανάμεσά τους οι 23 από τους «28» της ΕΕ (δεν το έχουν αναγνωρίσει οι: Ελλάδα, Κύπρος, Ισπανία, Σλοβακία και Ρουμανία).
– Οι Κοσοβάροι παραμένουν έντονα φιλοαμερικανοί και έχουν σχεδόν θεοποιήσει τον Μπιλ Κλίντον. Στο κέντρο της Πρίστινας δεσπόζει ένα τεράστιο άγαλμα του αμερικανού προέδρου που «έκανε πόλεμο για χάρη τους» και ο κεντρικός δρόμος της πρωτεύουσας ονομάζεται Λεωφόρος Μπιλ Κλίντον.