Είναι μια αποκαλυπτική στιγμή για την ελληνική λογοτεχνία. Τον Ιανουάριο του 1877 ο Εμμανουήλ Ροΐδης παρουσιάζει για πρώτη φορά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, μέσα από τις σελίδες του περιοδικού «Παρνασσός», τον Εντγκαρ Αλαν Πόου, τον Εδγάρδο Πόου, όπως τον μεταγράφει. Τον θεωρεί κορυφαίο, παρ’ όλο που, όπως σημειώνει, στην Αμερική το κοινό δεν τον διάβαζε ούτε τον αγόραζε (εννοείται, τα βιβλία του), με αποτέλεσμα ο ποιητής «να παλαίη κατά της πείνης και να αναπληρώνει τον άρτον διά της ρακής ήτις εφόνευσεν αυτόν τριακοντοπενταετή». Ο Πόου έφτασε στην Ελλάδα και στην ελληνική γλώσσα με γαλλικό διαβατήριο, μέσα από τις μεταφράσεις κυρίως του Μποντλέρ, ο οποίος είχε μάθει αγγλικά για να μεταφράσει τον Πόου. Κι αυτή η διαμεσολάβηση έχει τη σημασία της, αν σκεφτούμε ότι όχι μόνο ο Μποντλέρ αλλά και ο Μαλαρμέ και ο Βερλέν έδωσαν σημαντική θέση στον Πόου. Σε μια εποχή που οι έλληνες συγγραφείς και διανοούμενοι ήταν κυρίως γαλλοκεντρικοί, η διαμεσολάβηση έκανε τη δουλειά της. Ο σπόρος του Πόου που έριξε ο Ροΐδης έπιασε πολύ. Και από τον αμερικανό συγγραφέα επηρεάστηκαν και μεταγενέστεροι: ο Επισκοπόπουλος, ο Καρυωτάκης, ο Σκαρίμπας, ο Σεφέρης (έχει ενδιαφέρον η σχέση του με το έργο του Πόου), ο Εμπειρίκος.
Αυτή τη στιγμή και αυτή τη διαδικασία επιρροής παρουσιάζει πολύ γοητευτικά και εποπτικά η Χριστίνα Ντουνιά στο καινούργιο βιβλίο της «Στη σαγήνη του Ε. Α. Πόε» (εκδόσεις Γαβριηλίδη). Η συγγραφέας, καθηγήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, μας δείχνει πώς κυλάει αυτό το μαγικό ρεύμα των επιρροών στη γλώσσα, στη λογοτεχνική εικονοποιία, στις λογοτεχνικές φαντασιώσεις, ακόμη και στην ίδια τη ζωή των συγγραφέων. Μας δείχνει επίσης πώς λειτουργούν τα δίκτυα, ένα ζητούμενο για τη σημερινή λογοτεχνική παραγωγή.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.