«Μελόνι; Μόνο με προυσούτο!». Αυτό ήταν ένα από τα συνθήματα της προεκλογικής εκστρατείας εν όψει των σημερινών πρόωρων εκλογών στην Ιταλία. Μελόνι, στα ιταλικά, είναι ο πληθυντικός του melone, πεπόνι (το πεπόνι με προσούτο είναι ένα από τα πιο γνωστά ιταλικά ορεκτικά). Είναι όμως και το επώνυμο της επικρατέστερης για την πρωθυπουργία της Ιταλίας, της Τζόρτζια Μελόνι, επικεφαλής του ακροδεξιού κόμματος Αδελφοί της Ιταλίας (FdI), το οποίο σύμφωνα με όλες σχεδόν τις δημοσκοπήσεις αναμένεται να αναδειχθεί πρώτο με ποσοστό από 24% ως 27%. Η Μελόνι ηγείται του συνασπισμού της Κεντροδεξιάς στον οποίο μετέχουν η πολύ δεξιά Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι και η πιο μετριοπαθής Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, το κόμμα που κυριάρχησε στην ιταλική Δεξιά επί μία εικοσαετία. Οι δημοσκοπήσεις δίνουν 12% στη Λέγκα και ως και 8% στον 86χρονο Καβαλιέρε.
Οι εκτιμήσεις για τους υπόλοιπους
Η Κεντροαριστερά, βασικό κορμό της οποίας αποτελεί το Δημοκρατικό Κόμμα υπό τον πρώην πρωθυπουργό Ενρίκο Λέτα, αναμένεται να συγκεντρώσει περί το 20-22% ενώ το λαϊκιστικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων υπό τον επίσης πρώην πρωθυπουργό Τζουζέπε Κόντε εκτιμάται ότι θα αποσπάσει περί το 12%. Αν κερδίσει, η Μελόνι, παρά το διχαστικό πολιτικό της πρόσωπο (εξ ου και το σύνθημα των αντιπάλων της για το πεπόνι με προσούτο), θα γίνει η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην Ιταλία.
Οι σημερινές εκλογές είναι η συνέπεια της πτώσης, τον περασμένο Ιούλιο, της κυβέρνησης εθνικής ενότητας του Μάριο Ντράγκι, την οποία στήριζαν όλα τα κόμματα πλην της Μελόνι. Στους 18 μήνες της πρωθυπουργίας του, ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ, στον οποίο πιστώνεται η σωτηρία του ευρώ, κατάφερε να νοικοκυρέψει τα δημόσια οικονομικά της Ιταλίας. Ο Ντράγκι όμως αποτελούσε ξένο σώμα μεταξύ λαϊκιστών πολιτικών όπως ο Σαλβίνι και ο Κόντε, οι οποίοι αποφάσισαν να άρουν τη στήριξή τους στην «κυβέρνηση τεχνοκρατών».
Η Ευρώπη ενώπιον των εξελίξεων
Μετά τη δεξιά στροφή της Σουηδίας, όπου στις εκλογές της 11ης Σεπτεμβρίου οι ακροδεξιοί ανεδείχθησαν δεύτερη δύναμη και βρίσκονται σε ζυμώσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης με τη μετριοπαθή Δεξιά, και η Ιταλία ετοιμάζεται για υπερσυντηρητική στροφή.
Με φόντο τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις διαρκείς απειλές του Πούτιν κατά της Δύσης, σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση που προκάλεσε ο πόλεμος και την εκτίναξη του κόστους ζωής, η Ευρώπη παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις εξελίξεις στην Ιταλία, εκ των ιδρυτικών χωρών της ΕΕ. Οπως και στην κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού και παρά την ανάδυση συντηρητικών και ευρωσκεπτικιστικών δυνάμεων, έτσι και τώρα η ΕΕ καλείται να αντιμετωπίσει ενωμένη τις περαιτέρω αντίξοες συνθήκες που διαμόρφωσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Η προσαρμογή του προφίλ της
Πόσο συντηρητική και ευρωσκεπτικίστρια είναι η Μελόνι; Πολύ, αν κρίνει κανείς από τα ρεπορτάζ του ευρωπαϊκού Τύπου («Guardian», «Le Monde», «El Pais»). Γεννημένη στη Ρώμη προ 45 ετών, στην εφηβεία της εντάχθηκε στη νεοφασιστική νεολαία, το 2006 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής με την Εθνική Συμμαχία του Τζιανφράνκο Φίνι (νεοφασιστικό κόμμα) και το 2008 διορίστηκε υπουργός Νεολαίας της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι. Στις εκλογές του 2018, το κόμμα της έλαβε μόλις 4,3% και η ηγέτις του δήλωνε ότι παρακολουθούσε με ενδιαφέρον το φαινόμενο Τραμπ στις ΗΠΑ και τον Πούτιν στη Ρωσία.
Τέσσερα χρόνια αργότερα και ενώ ετοιμάζεται να γίνει η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ιταλίας, η Μελόνι προσαρμόζει το προφίλ της ανάλογα με το ακροατήριο: πιο ήπιο, για να καθησυχάσει την ΕΕ η οποία έφριξε με δηλώσεις της περί «ανάγκης αποκατάστασης της πρωτοκαθεδρίας των εθνικών έναντι των κοινοτικών κανόνων δικαίου». Η Μελόνι προσβλέπει στα 191,5 δισ. ευρώ που αναλογούν στην Ιταλία από το Ταμείο Ανάκαμψης μέχρι το 2026. Οταν όμως απευθύνεται στους Ιταλούς, υπερασπίζεται αξίες όπως η παραδοσιακή οικογένεια (παρότι η ίδια μεγαλώνει μόνη της το παιδί της), η θρησκεία, η πατρίδα, ζητώντας τους «να μη σβήσουν τη φλόγα».
Η παραπομπή στον Μουσολίνι
Μια φλόγα κοσμεί και τη σημαία του κόμματός της, η οποία παραπέμπει ευθέως στον πυρσό του Μουσολίνι, ο οποίος, εκατό χρόνια πριν, τον Οκτώβριο του 1922, κατά την «πορεία προς τη Ρώμη», έγινε σύμβολο του φασισμού. Δημοσίως η Μελόνι αποκηρύσσει το φασιστικό παρελθόν του κόμματός της.
Πρωτίστως καβαλά το κύμα του αντισυστημισμού και της τιμωρητικής ψήφου προς το πολιτικό κατεστημένο, τμήμα του οποίου αποτελεί και η ιταλική Κεντροαριστερά, η οποία διασπασμένη, ως συνήθως, φέρει ευθύνες για την άνοδο ανησυχητικών λαϊκιστικών φαινομένων.
«Εκμεταλλεύτηκε τη δυσπιστία απέναντι στο πολιτικό κατεστημένο»
Με αφορμή τις ιταλικές εκλογές «Το Βήμα» επικοινώνησε με τον Μάρκο Τάρκι, καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, μελετητή του λαϊκισμού στην Ιταλία (βλ. το βιβλίο του «Italia populista», εκδ. Il Mulino 2015). Ο Τάρκι (γεν. 1952) θεωρείται σημείο αναφοράς των συντηρητικών διανοουμένων στην Ιταλία.
Aν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις, η Κεντροδεξιά θα κερδίσει τις εκλογές στην Ιταλία και η Τζόρτζια Μελόνι θα γίνει πρωθυπουργός. Ποια είναι τα κλειδιά αυτής της επιτυχίας;
«Πρώτον, το γεγονός ότι κατάλαβε ότι έπρεπε να ασχοληθεί με ζητήματα που απασχολούν την καθημερινότητα των Ιταλών, κυρίως εκείνων που ανήκουν σε ευάλωτα κοινωνικά στρώματα: με τον φόβο αυτών των ανθρώπων για τις συνέπειες από την αύξηση του αριθμού των μεταναστών από χώρες του νοτίου ημισφαιρίου, τη διεύρυνση της πολιτισμικής ανομοιογένειας και τα προβλήματα συνύπαρξης που ανακύπτουν στα προάστια των μεγάλων πόλεων. Με την ανασφάλεια αυτών των ψηφοφόρων εξαιτίας της αύξησης της “μικροπαραβατικότητας”, με την απόγνωσή τους εξαιτίας της αύξησης του πληθωρισμού και του ενεργειακού κόστους μετά τις εντάσεις με τη Ρωσία.
Δεύτερον, η Μελόνι εκμεταλλεύτηκε τη δυσπιστία των ψηφοφόρων απέναντι στο πολιτικό κατεστημένο της Ιταλίας που δεν κατόρθωσε να αντιμετωπίσει τα συγκριμένα ζητήματα και το οποίο υπακούει στη θέληση “ισχυρών δυνάμεων” στο εσωτερικό της Ιταλίας και διεθνώς. Ολοι αυτοί οι παράγοντες είναι οι ίδιοι που έδωσαν στη Λέγκα 34% των ψήφων στις ευρωεκλογές του 2019. Ο Σαλβίνι όμως σπατάλησε αυτό το κεφάλαιο προκαλώντας την πτώση της κυβέρνησης, η οποία είχε προκύψει από τη συμφωνία της Λέγκας με το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την έλευση του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος στην εξουσία».
Πολλοί στις Βρυξέλλες θεωρούν τη Μελόνι επικίνδυνη για τη δημοκρατία. Γιατί η ΕΕ φοβάται την πολιτική αλλαγή στην Ιταλία;
«Ως έναν βαθμό επειδή στο πρόσφατο παρελθόν τόσο η Μελόνι όσο και ο Σαλβίνι άσκησαν οξεία κριτική στην πολιτική της ΕΕ και την υποχώρηση σε ζητήματα εθνικής κυριαρχίας που αυτή προϋπέθετε, διεκδικώντας μεγαλύτερη αυτονομία για την Ιταλία. Επίσης επειδή επί σειρά ετών η ΕΕ υιοθετεί σε πολλούς τομείς προοδευτικές απόψεις οι οποίες δεν αρέσουν στα συντηρητικά κόμματα».
Ως προς τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Μελόνι βεβαιώνει ότι είναι «νατοϊκή». Πώς θα συνεργαστεί με τον Σαλβίνι, φίλο της Ρωσίας, και τον Μπερλουσκόνι, αμφίθυμο ως προς τον Πούτιν;
«Η Μελόνι και το κόμμα της είναι από πάντα νατοϊκοί, όπως ήταν και τα κόμματα από τα οποία προέρχονται, η Εθνική Συμφωνία του Φίνι (1995-2009) και νωρίτερα το MSI (Κοινωνικό Κίνημα της Ιταλίας). Το ότι στη βάση του FdI υπάρχουν, και πάντα υπήρχαν, ρεύματα ψηφοφόρων εχθρικά προς το ΝΑΤΟ και την ηγεμονία των ΗΠΑ, τα οποία τάσσονται υπέρ της πλήρους ανεξαρτησίας της Ευρώπης, είναι αληθές. Ωστόσο ποτέ τα ρεύματα αυτά δεν καθόρισαν τη γραμμή των κομμάτων, ενώ σήμερα διαθέτουν ακόμη λιγότερη ισχύ. Για χρόνια η Λέγκα τασσόταν υπέρ της στενότερης συνεργασίας της Ιταλίας με τη Ρωσία, όμως μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία άλλαξε άποψη. Σημειωτέον ότι πολλοί εκ των ηγετικών στελεχών της Λέγκας (ο Τζάια, ο Τζορτζέτι, ο Φεντρίγκα και άλλοι) δεν συμμερίζονταν εξ αρχής αυτή τη φιλορωσική άποψη του Σαλβίνι. Οσο για τον Μπερλουσκόνι, επισήμως, όλο αυτό το διάστημα έχει επικρίνει τον Πούτιν και στήριζε πάντα το ΝΑΤΟ. Δεν νομίζω συνεπώς ότι μια κεντροδεξιά κυβέρνηση θα έθετε σε κίνδυνο την αφοσίωση της Ιταλίας στο ΝΑΤΟ».
Δικαίωμα στην ευθανασία, δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση, πολιτικά δικαιώματα: αληθεύει ότι η ιταλική Δεξιά υπερασπίζεται απόψεις που δεν εκφράζουν τις ευαισθησίες των νεότερων γενεών;
«Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της με τίτλο “Είμαι η Τζόρτζια”, η Μελόνι είναι σαφής: παρότι δεν θα αλλάξει τον νόμο περί αμβλώσεων, το κόμμα της σχεδιάζει να ακολουθήσει συντηρητική πολιτική στον συγκεκριμένο τομέα, να υπερασπιστεί την παραδοσιακή οικογένεια, να μην την εξισώσει με τα σύμφωνα συμβίωσης μεταξύ ομοφυλοφίλων, να αντιταχθεί στη διάδοση των gender theories (θεωριών περί φύλου) και να αντιταχθεί στο δικαίωμα στην ευθανασία. Οι ψηφοφόροι γνωρίζουν αυτές τις απόψεις της και αν της δώσουν την ψήφο τους, σημαίνει ότι τις συμμερίζονται (όπως τις συμμερίζονται η Λέγκα και πολλοί καθολικοί της Κεντροδεξιάς). Οι “ευαισθησίες των νεότερων γενεών” δεν δημιουργήθηκαν αυθόρμητα: είναι προϊόν των προοδευτικών απόψεων των εκπαιδευτικών που κυριαρχούν σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες και του γεγονότος ότι οι εκπαιδευτικοί πείθουν τους μαθητές. Αν η Κεντροδεξιά θέλει να αντιστρέψει αυτή την τάση θα πρέπει να δώσει μάχη με πειστικά επιχειρήματα. Δεν ξέρω αν είναι ικανή να το πράξει, αμφιβάλλω πάρα πολύ».