Μετά τις επιτυχίες της σουηδικής Ακροδεξιάς που αναδείχθηκε σε δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη και του Εθνικού Συναγερμού της Λεπέν που είναι πλέον η ηγετική δύναμη στη γαλλική αντιπολίτευση, η Ευρώπη ετοιμάζεται να υποδεχθεί τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης ακροδεξιών, λαϊκιστικών και αντιευρωπαϊκών δυνάμεων.
Από τον Μάριο Ντράγκι, μια προσωπικότητα με ευρωπαϊκό όραμα, η Ιταλία βρίσκεται σήμερα μπροστά στην Ακροδεξιά που επιστρέφει στην εξουσία ύστερα από εκατό χρόνια.
Το κατακερματισμένο πολιτικό σύστημα υπονόμευσε τον Ντράγκι, τον οδήγησε σε παραίτηση και τον άφησε ως καλό τεχνοκράτη να διαμορφώσει το μακροοικονομικό και δημοσιονομικό πλαίσιο που θα διαχειριστεί μέσω του νέου προϋπολογισμού η νέα κυβέρνηση που θα διορίσει ο πρόεδρος Ματαρέλα.
Το αποτέλεσμα των εκλογών της περασμένης Κυριακής εκφράζει τον πολιτικό και κοινωνικό κατακερματισμό της Ιταλίας που οδήγησε τη Μελόνι από την οργισμένη νεοφασιστική νεολαία στα έδρανα του ιταλικού Κοινοβουλίου.
Η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ιταλίας έχει τις πολιτικές της ρίζες στο Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα, ένα μικρό νεοφασιστικό κόμμα που ιδρύθηκε μέσα από τις στάχτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ναι, μέσα από τις ίδιες στάχτες που ξεπήδησαν οι ιδέες και το σπουδαίο όραμα του Αλτιέρο Σπινέλι για την ενωμένη Ευρώπη.
Η συμμαχία που σχημάτισαν ένα μεταφασιστικό κόμμα, αυτό της Μελόνι, ένα ακροδεξιό, αυτό της Λέγκας του Σαλβίνι, και η δεξιά παράταξη του Μπερλουσκόνι συγκέντρωσε περίπου 43% των ψήφων σε μια εκλογική διαδικασία με μεγάλη αποχή.
Ειδικότερα το κόμμα Fratelli d’ Italia σημείωσε κατακόρυφη άνοδο. Το 2018 μετά βίας μπήκε στο Κοινοβούλιο με 4% και σήμερα συγκέντρωσε 26% και είναι πρώτο κόμμα. Βέβαια, από τότε κάνει διαρκώς στροφές και τούμπες προς πιο μετριοπαθείς πολιτικές. Για παράδειγμα, πριν από λίγα χρόνια ζητούσε την έξοδο από το ευρώ. Σήμερα δεν το συζητεί. Ασκεί βέβαια έντονη κριτική στον ρόλο της Γερμανίας στην ευρωζώνη. Αυτό είχε κυριαρχήσει κυρίως στην περίοδο της πρώτης φάσης της πανδημίας. Η δαιμονοποίηση άλλων χωρών έχει διαμορφώσει την πολιτική καριέρα της Μελόνι.
Μας συστήθηκε ως αντισυστημική. Ως αντισυστημική η Μελόνι θα αποσταθεροποιήσει, άραγε, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα; Σίγουρα προκαλεί έντονο προβληματισμό στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αν και η ίδια δηλώνει στη «Washington Post» ότι θα πρέπει να θεωρείται μια «κανονική συντηρητική πολιτικός».
Πολλά ευρωπαϊκά ακροδεξιά κόμματα έχουν πλέον «κανονικοποιηθεί» και ενώ στη διετία της διαχείρισης της κρίσης της πανδημίας φάνηκε να υπάρχει μια συσπείρωση στο Κέντρο, μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή κρίση και την άνοδο του πληθωρισμού υπήρξε μια μετακίνηση των ευρωπαίων ψηφοφόρων προς την κατεύθυνση των λαϊκιστών και των ακροδεξιών πολιτικών σχηματισμών.
Ειδικά για την Ιταλία, αρκετοί αναλυτές υποστηρίζουν πως η Μελόνι οφείλει την «κανονικοποίησή» της σε πιο μετριοπαθείς δυνάμεις που της έδωσαν την ευκαιρία να παρουσιάσει τον εαυτό της ως μέρος της πολιτικής κανονικότητας, όχι μόνο επειδή έκανε πιο «ήπιες» κάποιες πολιτικές προτάσεις της, αλλά και επειδή οι κεντροδεξιοί πολιτικοί που ανέβηκαν στο άρμα της έδωσαν στη Μελόνι μια μορφή «αξιοπιστίας».
Η περίπτωση της Ιταλίας δίνει ιδιαίτερο χρώμα στον προβληματισμό των Βρυξελλών γιατί είναι η τρίτη οικονομία της ευρωζώνης και ιδρυτικό κράτος-μέλος της ΕΟΚ/ΕΕ.
Οι Βρυξέλλες περιμένουν από τον επερχόμενο κυβερνητικό συνασπισμό να επιδείξει υπευθυνότητα και να τηρήσει τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις της Ιταλίας. Οι όψιμες ήπιες δηλώσεις της Μελόνι δείχνουν πως υπάρχει τέτοια προοπτική, η οποία όμως μπορεί να την οδηγήσει σε σύγκρουση με τον Σαλβίνι και τον Μπερλουσκόνι, που κηρύττουν πως είναι εφικτό να κυβερνηθεί η Ιταλία με ελλειμματικές δαπάνες και προσεγγίζοντας τον Πούτιν.
Αραγε θα κάνει η Μελόνι μια «τούμπα επιβίωσης» προκειμένου να σταθεί δίπλα στον Μακρόν και στον Σολτς, όπως έγραψε ειρωνικά η κεντροαριστερή εφημερίδα «La Repubblica», αναφερόμενη πως υπό όρους θα τη βοηθούσε ο Μάριο Ντράγκι, αρκεί η νέα κυβέρνηση να συνεχίσει να υποστηρίζει τη δέσμευση (οικονομική και στρατιωτική) της Ιταλίας προς την Ουκρανία και να τηρήσει τις κυρώσεις προς τη Μόσχα. Ηδη δήλωσε πως θα στηρίξει τον ουκρανικό λαό και τον αγώνα του. «Τούμπα» πρώτη λοιπόν. Επίσης, σύμφωνα με την εφημερίδα της Ρώμης, θα πρέπει να διατηρηθεί η σταθερή και αδιαμφισβήτητη προσήλωση στην ευρωατλαντική συνεργασία και να μην υπάρξουν αλλαγές στον προϋπολογισμό που ετοιμάζει ο Ντράγκι προκειμένου να παραμείνει υπό έλεγχο το χρέος.
Η Γαλλία ανησυχεί περισσότερο από άλλες κοινοτικές χώρες για το μέλλον των διμερών σχέσεων γιατί σε μια περίοδο που Μακρόν και Ντράγκι είχαν χτίσει μια εξαιρετική συνεργασία με το Σύμφωνο Συνεργασίας που είχαν υπογράψει, υπογραμμίζοντας πως «μόνο μαζί στην Ευρώπη θα ξεπεράσουμε τις κοινές απειλές που αντιμετωπίζουμε», έρχεται ένα νέο σκηνικό στη Ρώμη. Μάλιστα σε μια περίοδο που η γαλλική κυβέρνηση δυσκολεύεται να προωθήσει μια αποτελεσματική αναδιάρθρωση των κρατικών υπηρεσιών ως ανάχωμα στην άνοδο του λαϊκισμού και του εθνικισμού.
Το Βερολίνο από τη δική του πλευρά υπογραμμίζει πως η Ιταλία είναι φιλοευρωπαϊκή, με πολύ φιλοευρωπαίους πολίτες, και θεωρεί ότι αυτό δεν θα αλλάξει και αναμένει όπως όλα τα κράτη- μέλη έτσι και η Ιταλία να συνεχίσει να τηρεί τους κανόνες που υπάρχουν στην ευρωζώνη.
Η Μελόνι δείχνει να έχει συνειδητοποιήσει πως πρέπει να αφήσει κατά μέρος τη ριζοσπαστική πλατφόρμα που χρησιμοποίησε την προηγούμενη περίοδο και να προσεγγίσει τους παραδοσιακούς εταίρους της μεταπολεμικής Ιταλίας, το Βερολίνο και το Παρίσι.
Με μια Ευρωπαϊκή Ενωση να μπαίνει σε έναν δύσκολο χειμώνα, οι εξελίξεις στην Ιταλία μας δείχνουν πως πρέπει να κάνουμε περισσότερα πράγματα κι ας είμαστε λιγότεροι αυτοί που πιστεύουμε στο ευρωπαϊκό σχέδιο.
Ο κ. Σωτήρης Ντάλης είναι αν. καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, πρόεδρος στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Πρόσφατα επιμελήθηκε το βιβλίο «Ο Αλτιέρο Σπινέλι και το όραμά του για την Ενωμένη Ευρώπη», εκδόσεις Γκόνη.