Συναντήσαμε διαδικτυακά τον δρα Παναγή Γαλιατσάτο, επίκουρο καθηγητή Πνευμονολογίας και Επείγουσας Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins στη Βαλτιμόρη των ΗΠΑ, έναν ειδικό που «πολεμά» την COVID-19 και τα… απόνερά της από την πρώτη πανδημική στιγμή μέσα σε ένα από τα καλύτερα νοσοκομεία του κόσμου, την περασμένη Τρίτη, λίγο πριν φύγει, όπως μας ενημέρωσε, για ένα ακόμη ταξίδι προκειμένου να εκπαιδεύσει το κοινό με ομιλίες του για σημαντικά ιατρικά θέματα (των πανδημικών συμπεριλαμβανομένων). Διότι κατά τον δρα Γαλιατσάτο, αν στην εξίσωση των έκτακτων αναγκών για τη δημόσια υγεία, όπως η πανδημία του SARS-CoV-2, δεν μπει ο παράγοντας «κοινωνία» – μια κοινωνία σωστά ενημερωμένη -, η λύση της εξίσωσης δεν θα έρθει ποτέ.
Ο απολογισμός και η παρακαταθήκη
Σε μια περίοδο κατά την οποία όλοι αρχίζουν να ξαναασχολούνται, εν όψει και του χειμώνα, με την πανδημία της COVID-19, καθώς νέες παραλλαγές του SARS-CoV-2 αναδύονται προκαλώντας ανησυχία και παράλληλα τα κρούσματα, οι νοσηλείες αλλά και οι θάνατοι παίρνουν και πάλι την ανιούσα (αυτό δείχνουν και για τη χώρα μας τα τελευταία στοιχεία του ΕΟΔΥ), ο δρ Γαλιατσάτος μοιράστηκε μαζί μας την εικόνα που βλέπει να διαμορφώνεται μέσα από την κλινική του εμπειρία σε ό,τι αφορά την COVID-19 αλλά και τη μακρά COVID, τη γρίπη που δείχνει να κάνει δυναμικό comeback και γενικότερα το πανδημικό παρόν και μέλλον μας. Οπως χαρακτηριστικά μας είπε, με την κορωνο-πανδημία έχουμε πλέον κερδίσει καίριες μάχες (κυριολεκτικώς) ζωτικής σημασίας, αλλά μένει να… πάρουμε τον πόλεμο, κάτι που μπορεί να καταστεί εφικτό πιο απλά από ό,τι νομίζουμε και θα αποτελέσει παράλληλα παρακαταθήκη απέναντι στους μελλοντικούς εν δυνάμει πανδημικούς «εχθρούς».
«Σχεδόν τρία χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας έχουμε καταφέρει σε μεγάλο βαθμό, χάρη στα εμβόλια και στις θεραπείες που έχουμε πλέον στα χέρια μας, να μπορούμε να πούμε ότι στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων οι ασθενείς θα σωθούν από την COVID-19 ακόμη και αν χρειαστούν νοσηλεία. Ωστόσο, καθώς ο ιός συνεχίζει να μεταλλάσσεται, ο φόβος για εμάς τους γιατρούς είναι ότι κάποιες θεραπείες χάνουν την αποτελεσματικότητά τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα μονοκλωνικά αντισώματα, τα οποία οι νέες παραλλαγές βγάζουν εκτός θεραπευτικού «οπλοστασίου» – και πρόκειται για θεραπείες απαραίτητες για ασθενείς υψηλού κινδύνου όπως οι μεταμοσχευμένοι, οι ασθενείς με καρκίνο και άλλες σοβαρές νόσους. Σε αυτό το σημείο φαίνεται να χάνουμε μια σημαντική μάχη με τον συνεχώς εξελισσόμενο ιό» ανέφερε ο δρ Γαλιατσάτος.
Διαχείριση ευαίσθητων ασθενών
Ποια θα ήταν η λύση ώστε να μη μένουν θεραπευτικά ακάλυπτοι οι ευάλωτοι, εκείνοι δηλαδή που έχουν και τη μεγαλύτερη ανάγκη για αποτελεσματικές, σωτήριες θεραπείες; «Πρέπει η έρευνα να στραφεί ξανά και να ενταθεί προς την κατεύθυνση των μονοκλωνικών αντισωμάτων ώστε να καταστούν διαθέσιμες νέες αντισωματικές θεραπείες αποτελεσματικές ενάντια στις τελευταίες παραλλαγές του ιού». Μέχρι να συμβεί όμως κάτι τέτοιο (και αν συμβεί), οι γιατροί καλούνται καθημερινά να καλύψουν το σημαντικό θεραπευτικό κενό στην κλινική πράξη. Πώς το καταφέρνουν; Τα από του στόματος φάρμακα όπως το Paxlovid προσφέρουν μια λύση, ακόμη και για τους ασθενείς με υποκείμενα νοσήματα, είπε ο καθηγητής. «Για παράδειγμα, σε ασθενείς μου που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση πνευμόνων ξεκινώ αμέσως τα χάπια με το πρώτο σύμπτωμα COVID-19, τα οποία και τους χορηγώ επί δέκα ημέρες αντί για πέντε προκειμένου να μπει «φρένο» στην πορεία της νόσου. Ολοι οι ασθενείς με υποκείμενα νοσήματα πρέπει να βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία με τον θεράποντα γιατρό τους και με το παραμικρό σύμπτωμα που παραπέμπει σε COVID-19 να εξετάζουν μαζί τις θεραπευτικές επιλογές τους. Ενας λόγος παραπάνω καθώς τα από του στόματος φάρμακα για την COVID-19 όπως το Paxlovid αλληλεπιδρούν με αρκετά άλλα, όπως αυτά για την υψηλή χοληστερόλη που λαμβάνουν εκατομμύρια άτομα, οπότε είτε χρειάζεται διακοπή είτε προσαρμογή της χρόνιας θεραπείας κατά το διάστημα λήψης του Paxlovid είτε πολύ στενή παρακολούθηση των ασθενών».
Παραλλαγές και συμπτώματα
Ο δρ Γαλιατσάτος σημείωσε ότι παρατηρεί διαφορές στα συμπτώματα των ασθενών με Ομικρον σε σύγκριση με εκείνα την… εποχή της Δέλτα. «Με την Ομικρον οι ασθενείς εκδηλώνουν περισσότερα συμπτώματα στο ανώτερο αναπνευστικό σε σχέση με τη Δέλτα που συνδεόταν με περισσότερες πνευμονίες. Εχουν περισσότερο βήχα, εικόνα βρογχίτιδας. Παρατηρούμε επίσης ότι τα εμβολιασμένα άτομα έχουν ως κύρια συμπτώματα βήχα και βλέννα και όχι πυρετό. Πυρετό και μάλιστα υψηλό επί ημέρες εκδηλώνουν συνήθως οι ανεμβολίαστοι». Παρατηρεί επίσης το δυνατό comeback της γρίπης εφέτος. «Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή την περίοδο σε ΜΕΘ έχουμε ασθενείς με πνευμονία λόγω γρίπης και όχι λόγω COVID. Επίσης δεν έχουμε ασθενείς με συλλοίμωξη COVID και γρίπης· κάποια τέτοια περιστατικά είχαμε αντιμετωπίσει τα προηγούμενα χρόνια της πανδημίας και ο συνδυασμός των δύο ιών ήταν «εκρηκτικός» με υψηλά ποσοστά θνητότητας – πάντως πρέπει να σημειωθεί ότι τα περιστατικά που κατέληξαν σε θάνατο αφορούσαν κυρίως ηλικιωμένα άτομα με προϋπάρχοντα προβλήματα υγείας».
Μάσκα και καθαρισμένος αέρας
Η μέχρι στιγμής ήπια σε ό,τι αφορά την COVID-19 εικόνα, όμως, μπορεί να αλλάξει καθώς πλησιάζει ο χειμώνας και ο πληθυσμός θα αρχίσει να συγκεντρώνεται σε κλειστούς χώρους, με μια ειδοποιό διαφορά σε σύγκριση με τα προηγούμενα πανδημικά χρόνια: την απουσία μάσκας. «Αυτό που θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ο καθένας μας είναι ότι η μάσκα είναι ένα σημαντικό και απαραίτητο μέσο προστασίας, αντίστοιχο με την ομπρέλα όταν βρέχει. Αν πιάσει βροχή, όλοι θα σκεφτούμε να μη βγούμε έξω χωρίς ομπρέλα. Το ίδιο πρέπει να σκεφτόμαστε και όταν σε μια περίοδο αύξησης κρουσμάτων COVID-19 και γρίπης χρειάζεται να βρεθούμε σε έναν κλειστό χώρο με συνωστισμό. Ποια θα είναι η «ομπρέλα» μας σε μια τέτοια περίπτωση; Η μάσκα. Είναι πλέον θέμα λογικής και ατομικής ευθύνης».
Οι μάσκες καθώς και άλλο ένα μέτρο, αυτό (το χιλιοσυζητημένο αλλά στη χώρα μας ακόμη σχεδόν ανεφάρμοστο) της απολύμανσης του αέρα στους εσωτερικούς χώρους, αποτελούν το «δίδυμο» που θα μας χαρίσει την οριστική νίκη ενάντια σε αυτή την πανδημία, αλλά και την «κληρονομιά» μας απέναντι στις μελλοντικές, υπογράμμισε ο ειδικός του Johns Hopkins. «Πρέπει όλοι να θεωρούμε τις μάσκες ως ένα «όπλο» ατομικής προστασίας που θα χρησιμοποιούμε όταν χρειάζεται – εγώ που έρχομαι σε επαφή εδώ και τρία χρόνια με τόσους ασθενείς με COVID-19 χάρη στη μάσκα δεν μολύνθηκα ποτέ – και συγχρόνως πρέπει να φροντίσουμε τον σωστό αερισμό των εσωτερικών χώρων. Ετσι θα βγούμε τελικά νικητές στον πόλεμο απέναντι στην υπάρχουσα πανδημία και θα είμαστε προετοιμασμένοι και για τα επόμενα εν δυνάμει πανδημικά παθογόνα».
Μακρά COVID-19 και αντιμετώπιση
Ολοκληρωτική νίκη βέβαια δεν μπορεί να πει κάποιος ότι θα υπάρξει ποτέ, αφού η COVID-19 δεν είναι μόνο μια οξεία νόσος, αλλά αφήνει σε κάποιους ανθρώπους επί μακρόν (ίσως και εφ’ όρου ζωής, το μέλλον θα δείξει) σημάδια και μάλιστα ενίοτε βαθιά. Η μακρά COVID αποτελεί πλέον ένα κοινό πρόβλημα που οι γιατροί σαν τον δρα Γαλιατσάτο καλούνται να αντιμετωπίσουν πολύ συχνά. «Κάθε εβδομάδα βλέπω 10 με 20 νέα περιστατικά μακράς COVID στο ειδικό ιατρείο που έχουμε μέσα στο νοσοκομείο. Τα πιο κοινά συμπτώματα σε ασθενείς με μακρά COVID που αντιμετωπίζω είναι η κόπωση και η «ομίχλη εγκεφάλου». Οι ασθενείς μιλούν για εξάντληση, σαν κάποιος να μην έχει κοιμηθεί καθόλου για 48 ώρες, και αυτή η κούραση να μη φεύγει ποτέ, ακόμη και μετά από πολλές ώρες ύπνου. Σε ό,τι αφορά την «ομίχλη εγκεφάλου», ασθενείς που ασχολούνταν με επαγγέλματα που απαιτούν έντονη πνευματική δραστηριότητα αναγκάζονται ακόμη και να εγκαταλείψουν την εργασία τους. Για όλους αυτούς τους ανθρώπους δεν έχουμε συγκεκριμένες θεραπείες, προσπαθούμε μόνο με κάποιες συμπτωματικές θεραπείες αλλά και με πολλή συζήτηση και προσπάθεια να τους βοηθήσουμε να αλλάξουν τη ζωή τους ώστε να μπορούν να «συμβιώσουν» καλύτερα με τα συμπτώματά τους. Εχω ασθενείς που ταλαιπωρούνται από τέτοια συμπτώματα ακόμα και επί δύο έτη». Πόλεμος λοιπόν με την πανδημία που έχει κερδηθεί σε αρκετά σημεία από την ανθρωπότητα, αλλά μένουν κάποια ακόμη ώστε να επέλθει η… ειρήνη. Και όταν φτάσουμε να ζούμε πλέον ειρηνικά με την COVID-19, θα εμβολιαζόμαστε μία φορά κάθε χρόνο εναντίον της, όπως εμβολιαζόμαστε σήμερα για τη γρίπη (με εξαίρεση ίσως κάποιες κατηγορίες ασθενών που πιθανώς, όπως σημείωσε ο ειδικός, ίσως χρειάζονται εμβόλιο για τον SARS-CoV-2 δύο φορές ετησίως). «Ολο το τελευταίο διάστημα οι παραλλαγές που εμφανίζονται ανήκουν στον κλάδο της Ομικρον. Κανένας δεν μπορεί να υπολογίσει τι θα γίνει στο μέλλον, ωστόσο η Ομικρον αποτελεί μια «νίκη» για τη φύση αλλά και για εμάς. Νίκη για τη φύση διότι ο ιός δεν έχει στόχο να σκοτώσει αλλά να πολλαπλασιάζεται και εξαπλώνεται μολύνοντας όσο πιο πολλούς ξενιστές μπορεί. Με την Ομικρον το έχει καταφέρει και εμείς συγχρόνως με την Ομικρον έχουμε καταφέρει να σώζουμε πολύ περισσότερες ζωές. Είναι λοιπόν μια κατάσταση win-win και ας ελπίσουμε να μείνει έτσι για μεγάλο διάστημα».
300 τουλάχιστον υποστελέχη της Ομικρον βρίσκονται στο «μικροσκόπιο» του ΠΟΥ αυτή τη στιγμή. 65 χώρες παγκοσμίως, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, έχουν καταγράψει κρούσματα της υποπαραλλαγής ΒQ.1, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.
Ο γρίφος με τη νέα δόση εμβολίου
Ενα ερώτημα που απασχολεί πολλούς, ιδίως τώρα που ο χειμώνας είναι προ των πυλών και η ανησυχία για νέα επιδημικά κύματα του SARS-CoV-2 εντείνεται, είναι αν θα έπρεπε να κάνουν νέα δόση εμβολίου και με ποιο εμβόλιο, αφού υπάρχουν πλέον στη «φαρέτρα» και τα επικαιροποιημένα εμβόλια που περιέχουν την Ομικρον. Η άποψη του δρος Γαλιατσάτου είναι ότι «τα νεότερα σε ηλικία άτομα χωρίς προβλήματα υγείας πιθανώς συνεχίζουν να είναι καλυμμένα ακόμη και αν έχουν κάνει τρίτη δόση εμβολίου πριν από περίπου ένα έτος – οι ηλικιωμένοι βέβαια και τα άτομα με υποκείμενα νοσήματα πρέπει να εμβολιαστούν, όπως συστήνεται και από τις αρμόδιες αρχές. Αν πάντως κάποιος επιθυμεί να προχωρήσει σε επιπλέον δόση εμβολίου, εκτιμώ ότι θα ήταν καλύτερο να λάβει το επικαιροποιημένο εμβόλιο που περιέχει και την παραλλαγή Ομικρον, με τη λογική ότι το ανοσοποιητικό σύστημά του θα “δει” και την Ομικρον, γεγονός που μπορεί να βοηθήσει στο μέλλον απέναντι σε νέες παραλλαγές που μπορεί να εμφανιστούν. Υπάρχει επίσης η υπόθεση ότι ο εμβολιασμός μπορεί να βοηθήσει ακόμη και άτομα που θα μολυνθούν στο να έχουν ηπιότερα post-COVID συμπτώματα – αυτή η αρχική παρατήρηση πρέπει να ενισχυθεί τώρα από μελέτες». Και μαζί, κατά τον ειδικό, θα ήταν καλό όλοι εφέτος να εμβολιαστούν για τη γρίπη.
Ποιες νέες παραλλαγές προκαλούν τη μεγαλύτερη ανησυχία
Για την πορεία της πανδημίας και τις νέες παραλλαγές που θέτουν τους ειδικούς σε εγρήγορση μίλησε στο ΒΗΜΑ-Science ο εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) Τάρικ Γιασάρεβιτς. Οπως ανέφερε, «ο ιός συνεχίζει να εξελίσσεται και ο ΠΟΥ με τους συνεργάτες του παρακολουθούν περισσότερα από 300 υποστελέχη της Ομικρον, της κυρίαρχης παραλλαγής ανησυχίας. Η επίδραση των νέων υποπαραλλαγών επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από το πώς είναι διαμορφωμένο το “τοπίο” της ανοσίας σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου».
Ο κ. Γιασάρεβιτς αναφέρθηκε μάλιστα στις παραλλαγές που βρίσκονται αυτή τη στιγμή κατά κύριο λόγο στο «μικροσκόπιο» του ΠΟΥ: «Η ΧΒΒ αποτελεί έναν συνδυασμό δύο παρακλαδιών της ΒΑ.2 της Ομικρον. Είχε καταγραφεί σε 35 χώρες ως τις 25 Οκτωβρίου, κυρίως στην Ασία. Από τα λίγα διαθέσιμα στοιχεία φαίνεται να αποτελεί παραλλαγή που μπορεί να έχει πλεονέκτημα εξάπλωσης. Και αυτό διότι διαθέτει μεταλλάξεις, ορισμένες εκ των οποίων της χαρίζουν διαφυγή από την ανοσία, κάτι που μπορεί να της προσφέρει την ικανότητα να προκαλέσει νέο επιδημικό κύμα. Εργαστηριακές και επιδημιολογικές μελέτες βρίσκονται σε εξέλιξη για να κατανοήσουμε καλύτερα τη δυναμική αυτής της παραλλαγής – ωστόσο μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι προκαλεί σοβαρότερη νόσο. Η BQ.1 αποτελεί παρακλάδι της υποπαραλλαγής ΒΑ.5 της Ομικρον διαθέτοντας επιπλέον μεταλλάξεις. Εχει καταγραφεί σε 65 χώρες και δείχνει “κυριαρχικές τάσεις” έναντι άλλων υποπαραλλαγών της Ομικρον σε πολλές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων της Ευρώπης, των ΗΠΑ και της Νότιας Αφρικής – έτσι ο ΠΟΥ την παρακολουθεί στενά. Συγχρόνως βρίσκονται σε εξέλιξη μελέτες σχετικά με το αν η υποπαραλλαγή αυτή συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο επαναλοιμώξεων. Πάντως μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν στοιχεία για το ότι προκαλεί σοβαρότερη νόσηση».
Ο εκπρόσωπος του ΠΟΥ τόνισε ότι «βρισκόμαστε στο καλύτερο σημείο από ποτέ ως προς το να βάλουμε ένα τέλος στην πανδημία της COVID-19 ως κατάστασης έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία. Το αν θα το πετύχουμε θα εξαρτηθεί από την ολοκληρωμένη επιτήρηση σχετικά με τη νόσο, από τον εμβολιασμό των ομάδων υψηλού κινδύνου και από τις συνεχιζόμενες προσπάθειες πανδημικής ετοιμότητας».
Σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα τον εμβολιασμό, ο κ. Γιασάρεβιτς σημείωσε ότι τα αρχικά εμβόλια συνεχίζουν να είναι άκρως αποτελεσματικά, ακόμη και ενάντια στις νέες παραλλαγές. «Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι τα επικαιροποιημένα διδύναμα εμβόλια φαίνεται να επάγουν ελαφρώς καλύτερη αντισωματική απόκριση ενάντια στην Ομικρον – ωστόσο απαιτούνται περαιτέρω μελέτες ώστε να αποδειχθεί αν είναι όντως πιο αποτελεσματικά σε σύγκριση με τα αρχικά. Σε κάθε περίπτωση ελπίδα μας είναι η ανάπτυξη καλύτερων εμβολίων, αφού η μακροπρόθεσμη λύση είναι ένα εμβόλιο που θα προσφέρει ευρεία προστασία ενάντια σε πολλές παραλλαγές του ιού. Διαφορετικά θα είναι πολύ δύσκολο να… κυνηγάμε συνεχώς κάθε νέα παραλλαγή που αναδύεται».