Στο βαρύ κλίμα που άφησε πίσω της η συζήτηση για τις παρακολουθήσεις, έρχεται μέρα με τη μέρα να προστεθεί ένταση και οξύτητα στην πολιτική ατμόσφαιρα. Σύγκρουση και αντιπαράθεση είναι συστατικά στοιχεία της πολιτικής. Οι εκλογές τα πολλαπλασιάζουν. Αυτή την ένταση θα δούμε κλιμακούμενη. Χωρίς έκπληξη για κανέναν, θα πάρει μορφές αμοιβαία ανταγωνιστικές. Κάθε ένταση τρέφει τον εαυτό της και χρειάζεται πολλά μέρη για να υπάρξει.
Θα ήταν πολιτικά δημιουργική αυτή η σύγκρουση αν, πέρα από το δηλητήριο των παρακολουθήσεων και απέναντι στον αυταρχισμό που αντιπροσωπεύει, μια θεμελιωμένη εκδοχή άλλης πολιτικής θα μπορούσε να νοηθεί, από τον αυτονόητα πιθανό διεκδικητή της εξουσίας, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Δεν μοιάζει εφικτό. Οι τελευταίες αποφάσεις του μιλάνε για το πολιτικό του αδιέξοδο, για τον εγκλωβισμό του στο στιγμιαίο επίκαιρο, για την εκμετάλλευση των γεγονότων, που τις εντυπώσεις μόνο κερδίζουν, χωρίς πειστικότητα και αντοχή.
Η ιδέα ότι ο κ. Ανδρουλάκης μπορεί να τελεί υπό εκβιασμό και οι πράξεις του θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να είναι αποτέλεσμα αυτής της απώλειας ελευθερίας του είναι πολιτικά άστοχη, ατελέσφορη και ως τακτική κίνηση αναφοράς σε έναν πολιτικό αντίπαλο, εν δυνάμει σύμμαχο, υπονομευτική. Ανεξάρτητα από την υπονόμευση μιας μελλοντικής πολιτικής σχέσης, η προσέγγιση αυτή αποτυπώνει μια φιλοσοφία κυριαρχίας, μια πρόθεση υποτίμησης της πολιτικής αξίας του άλλου, προσβολή της υπόστασής του και άρνησης του αυτοπροσδιορισμού και της αυτονομίας του. Πρόκειται για τη γνωστή εξουσιαστικότητα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που από τον υψηλό θρόνο της φαντασίας του διεκδικεί τον τελευταίο λόγο για πρόσωπα, κόμματα και θεσμούς.
Οπου απουσιάζει η πολιτική, ποικίλες κατασκευές έρχονται να την υποκαταστήσουν. Οσο και αν οι παρακολουθήσεις συνιστούν μείζον ζήτημα, δεν αρκούν για να αποτελέσουν το θεμέλιο μιας πολιτικής πλατφόρμας ανακεφαλαιωτικής σύγκρουσης, όπως αυτές οι εκλογές. Χρειάζεται ένα συμπλήρωμα. Που κομίζεται αυτοτελώς, πέρα από την υποτίμηση του «εκβιαζόμενου» άλλου. Που θα μετατρέπει το ειδικό πρόβλημα σε γενικό. Θα το εμπλουτίζει πολιτικά με στοιχεία διάρκειας, θα το καθιστά προγραμματικό δρόμο, εναλλακτική πορεία. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε αδυναμία να ανταποκριθεί σε αυτή την υπαρκτή ανάγκη. Η επιμονή στην αντιπαλότητα, όπως η αποχή του από τις εργασίες της Βουλής, έχει μέσα του έναν άλλον «εκβιασμό», μια απαίτηση συμβιβασμού ενός αριθμού ψηφοφόρων με τη δική του επιλογή, εγκαλώντας τους εμμέσως, ως μη επαρκώς ευαίσθητους στην «εκτροπή» που επικαλείται.
Αυτό που κατασκευάζει ο νους ως πραγματικότητα στο πολιτικό μέτωπο είναι πάντα μια πλάνη. Σαν αυτές που διαλύει η πιο μικρή πνοή ανέμου.
Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.