Η σχολική αίθουσα είναι ο πιο σημαντικός χώρος εργασίας μαθητών και διδασκόντων. Σε ένα ιδανικό αλλά και ρεαλιστικό σενάριο, με την επιλογή εργονομικών επίπλων, η τάξη μπορεί να μετατραπεί σε ένα θετικό εργασιακό περιβάλλον που υποστηρίζει τις ανάγκες και ικανότητες τόσο των μαθητών όσο και των εκπαιδευτικών.
Οι προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε οι ασχολούμενοι με την πρόληψη των καταπονήσεων στα παιδιά είναι πολλές και αφορούν στοιχεία όπως η ποικιλομορφία του σωματικού τους μεγέθους, ο ρυθμός ανάπτυξής τους και ο υψηλός επιπολασμός της παχυσαρκίας, αλλά και διαφορές μεταξύ τους στις φυσικές ικανότητες και τη δύναμη, καθώς και σε γνωστικά χαρακτηριστικά. Είναι ωστόσο θεμελιώδους σημασίας τα παιδιά να διδαχθούν σωστή εμβιομηχανική από μικρή ηλικία, να κατανοήσουν και να αισθανθούν το σώμα τους σε σχέση με τη σωστή στάση τους σε κάθε δραστηριότητα, ώστε να εμπεδωθούν τα ορθά πρότυπα, τα οποία και οργανώνονται στον εγκέφαλο σαν κινητική μάθηση, περίπου από τα 7 έτη.
Ακατάλληλα θρανία
Πάνω από το 83% των παιδιών δημοτικού κάθονται σε σχολικά έπιπλα που δεν είναι κατάλληλα για το σωματικό τους ύψος και περνούν συνολικά με άλλες δραστηριότητες περίπου 9 ώρες την ημέρα σε καθισμένη θέση. Η πλειονότητα των σχολικών επίπλων είναι παλαιωμένη και δεν συμμορφώνεται με τις ελάχιστες ορθοπαιδικές – φυσιολογικές ανάγκες των παιδιών, με τις παραδοσιακές καρέκλες να είναι άκαμπτες, με οπίσθια κλίση και να προκαλούν θέση κυρτότητας στη σπονδυλική στήλη του παιδιού.
Ετσι έχουμε φαινόμενα κακής κυκλοφορίας του αίματος στις περιοχές που έρχονται σε επαφή με τη σκληρή καρέκλα (πλάτη, πόδια), κυφωτική θέση (καμπούριασμα) με τάση σε ώμους και αυχένα και συμπίεση στην περιοχή της κοιλιάς και τα εσωτερικά όργανα. Ταυτόχρονα με το κάθισμα, βρίσκουμε στη σχολική αίθουσα επίπεδα θρανία (δίχως κλίση), τα οποία επιτείνουν την κυφωτική στάση και αυξάνουν την κάμψη της κεφαλής, με κίνδυνο αλλοιώσεων στον αυχένα των παιδιών, δυσφορίας και πονοκεφάλων.
Το στρες των εκπαιδευτικών
Ταυτόχρονα με τους μαθητές, μοιράζονται και χρησιμοποιούν τη σχολική αίθουσα και οι εκπαιδευτικοί, με μια αμφίδρομη και ανατροφοδοτική διαδικασία συνύπαρξης. Πριν από την πανδημία, ένας από τους πιο κοινούς τύπους τραυματισμών που οδηγούσε τους δασκάλους σε απουσίες και αποζημιώσεις λόγω ασθένειας, ήταν τα σύνδρομα υπέρχρησης, ως αποτέλεσμα της παρατεταμένης ορθοστασίας, του γραψίματος στον πίνακα, της βαθμολόγησης και της χρήσης του υπολογιστή. Επιπλέον, οι εκπαιδευτικοί υπόκεινται σε διάφορους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, που συνοδεύουν τη σπουδαιότητα του λειτουργήματος τους, με αυξημένο στρες και αίσθημα ευθύνης
Η αίθουσα διδασκαλίας είναι ο χώρος που περικλείει όλα τα παραπάνω, οριοθετεί και επιβάλλει πρακτικές και ρυθμίσεις και ως τέτοιος παράγοντας, θα πρέπει να σχεδιάζεται, ώστε να είναι λειτουργική. Η τοποθέτηση και προσανατολισμός των θρανίων σε σχέση με το σημείο διδασκαλίας, έχει φανεί πως παίζει σημαντικό ρόλο στην πρόληψη τόσο των μυοσκελετικών καταπονήσεων των μαθητών όσο και της γνωστικής και συναισθηματικής τους απόδοσης. Ταυτόχρονα, λειτουργεί αναλόγως θετικά και από την πλευρά του διδάσκοντος, ο οποίος θα πρέπει να έχει συνεχή και απρόσκοπτη οπτική επαφή με τον κάθε μαθητή και με το σύνολο της τάξης, ελαχιστοποιώντας έτσι περιττές κινήσεις και μετακινήσεις του μέσα σε αυτή.
Προτείνουμε λοιπόν την τοποθέτηση των θρανίων σε διάταξη τύπου «ψαροκόκαλο», με τον πίνακα και το σημείο διδασκαλίας να βρίσκεται στην κορυφή και στο κέντρο, έτσι ώστε ο κάθε μαθητής τοποθετημένος στο θρανίο του, να μην αναγκάζεται σε παρατεταμένη στροφή της κεφαλής και του κορμού, για να παρακολουθήσει τον διδάσκοντα. Ανάλογες μελέτες, έχουν δείξει μονόπλευρη πολύ αυξημένη τάση στους μυς του αυχένα, όταν παρακολουθούμε με στραμμένο το κεφάλι και σε διαφορετικές ακραίες θέσεις των ματιών, ενώ ο κορμός είναι προσανατολισμένος μπροστά (οριζόντια θρανία). Εκτός από τη μυϊκή καταπόνηση, η οποία μεταφέρεται και στους μυς του κορμού των παιδιών με κίνδυνο πόνου και δυσμορφιών, έχουμε εκδήλωση δυσφορίας κατά τη διάρκεια των ωρών διδασκαλίας. Εξ αιτίας αυτού, έχουν μετρηθεί αυξημένες τιμές κορτιζόλης (ορμόνης στρες), μείωση της τεστοστερόνης, κακή διάθεση και μειωμένη δυνατότητα συγκέντρωσης και γνωστικής επεξεργασίας. Ολα αυτά, σε συνδυασμό με τους παραπάνω παράγοντες καταπόνησης των μαθητών, όπως η τσάντα, τα έπιπλα, η υποκινητικότητα και η έλλειψη άσκησης, μας οδηγούν σε μία κατάσταση των παιδιών μας, υπό συνεχή μάχη με το περιβάλλον τους, η οποία δεν είναι συνειδητά αντιληπτή από αυτά, μιας και η παιδικότητα και το νεαρό της ηλικίας θολώνουν την αίσθηση. Πολύ δε μάλλον, εκφεύγουν της αντίληψης των ίδιων των γονέων και των ειδικών του χώρου της εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα την αναποτελεσματικότητα.
Ο δρ Παναγιώτης Β. Τσακλής είναι καθηγητής ΣΕΦΑΑΔ – ΤΕΦΑΑ, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Dept of Molecular Medicine and Surgery, Karolinska Institute, Sweden, ptsaklis@gmail.com