«Πότε επιτέλους θα ψηφίσουμε υπέρ της ισόβιας απαγόρευσης του δικαιώματος του εκλέγεσθαι για τους πολιτικούς που καταδικάστηκαν στη διάρκεια της θητείας τους για αδικήματα που διέπραξαν κατά τη διάρκειά της;».
Αυτό το μέτρο διεκδικούσε η Μαρίν Λεπέν, ηγέτις της γαλλικής Ακροδεξιάς, ήδη από το 2013, επιμένοντας ότι το κόμμα της, το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο τότε, νυν Εθνική Συσπείρωση (RN), είναι αδιάφθορο, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα κόμματα. Την περασμένη Δευτέρα η γαλλική Δικαιοσύνη έκρινε ένοχη τη Λεπέν και άλλα 23 στελέχη του κόμματός της για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος.
Η ποινή και η έφεση
Στη Λεπέν επεβλήθη ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών με αναστολή, πρόστιμο ύψους 100.000 ευρώ και πενταετής στέρηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι: πολιτικά, αυτό είναι το σημαντικότερο γιατί της στερεί το δικαίωμα να είναι υποψήφια στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας το 2027, στις οποίες οι δημοσκοπήσεις, μια ημέρα πριν από την ανακοίνωση της δικαστικής απόφασης, την έφερναν φαβορί με 37% έναντι του κεντρώου Εντουάρ Φιλίπ, υποψηφίου του κόμματος του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, στον οποίο έδιναν 25%.
Ωστόσο, το βράδυ της Τρίτης το εφετείο του Παρισιού ανακοίνωσε ότι θα εκδικάσει την έφεση της Λεπέν ως το καλοκαίρι του 2026 για να αποσαφηνιστεί αν τελικώς η ακροδεξιά βουλευτής θα μπορεί να είναι υποψήφια στις επόμενες προεδρικές εκλογές.
Η Λεπέν καταδικάστηκε για ένα οικονομικό αδίκημα: από το 2004 ως το 2016 το κόμμα της έλαβε από την ΕΕ 4,1 εκατ. ευρώ με τα οποία δεν πλήρωνε τους συνεργάτες των ευρωβουλευτών του αλλά τα διοχέτευε σε μισθούς υπαλλήλων του κόμματος στη Γαλλία. Το δικαστήριο δέχτηκε ότι η Λεπέν δεν χρησιμοποίησε τα κονδύλια για τον προσωπικό της πλουτισμό – η ίδια διετέλεσε ευρωβουλευτής για το διάστημα 2004-2017 –, όμως το οικονομικό αδίκημα παραμένει, και για αυτό τιμωρείται.
Στο πλευρό της Λεπέν
Αμα τη ανακοινώσει της απόφασης, η Διεθνής των απολυταρχών, από τον πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπαν της Ουγγαρίας και τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος παρομοίωσε τη δίωξη της Λεπέν με τις δικές του δικαστικές περιπέτειες, έως τον Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπο του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, στάθηκε στο πλευρό της Λεπέν καταγγέλλοντας περιστολή της δημοκρατίας στη Γαλλία. «Στις ΗΠΑ, όπου ο Τραμπ και ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς καταγγέλλουν διαρκώς «τη δημοκρατία των δικαστών», η συγκεκριμένη απόφαση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μια ακόμη απόδειξη της συρρίκνωσης της δημοκρατίας στην Ευρώπη» τονίζει στο «Βήμα» η Καμίγ Λονς, πολιτική αναλύτρια στο γραφείο του Παρισιού του think tank ECFR.
Η καταδίκη της Λεπέν αναδιατάσσει το πολιτικό σκηνικό στη Γαλλία και αναγκάζει όλα τα κόμματα να επανεξετάσουν τη στρατηγική τους τόσο εν όψει των προεδρικών εκλογών του 2027 όσο και εξαιτίας του γεγονότος ότι η κεντροδεξιά κυβέρνηση του Φρανσουά Μπαϊρού, την οποία στηρίζουν το κόμμα του Μακρόν και η γαλλική Δεξιά, είναι κυβέρνηση μειοψηφίας που κυβερνά με την ανοχή της Λεπέν. Η RN, πρώτο σε δύναμη κόμμα στην Εθνοσυνέλευση με 123 βουλευτές επί συνόλου 577, πρωτοστάτησε στην πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης του Μισέλ Μπαρνιέ, η οποία κατέρρευσε τον περασμένο Δεκέμβριο μετά από θητεία μόλις τριών μηνών.
Απειλές σε δικαστές
Η Λεπέν δηλώνει ότι παραμένει μάχιμη. Είναι άγνωστο όμως αν το κόμμα της στο πλαίσιο επίδειξης ισχύος – και εκδικητικότητας, σύμφωνα με άλλους – θα προκαλέσει την πτώση της κυβέρνησης Μπαϊρού. Για αυτό ίσως και ο γάλλος πρωθυπουργός, παρά τη φήμη μετριοπαθούς, έσπευσε να δηλώσει «προβληματισμένος» για τη δικαστική απόφαση κατά της Λεπέν, υποπίπτοντας σε σοβαρό σφάλμα καθώς δεν είναι αρμοδιότητα του πρωθυπουργού να σχολιάζει τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης.
Επιπλέον, η δήλωση Μπαϊρού υπονομεύει το κύρος της γαλλικής Δικαιοσύνης που, από το βράδυ της Δευτέρας, έχει γίνει στόχος ακροδεξιών, με τους δικαστές να δέχονται σοβαρές απειλές, γεγονός πρωτοφανές για τη Γαλλία, το οποίο ορισμένοι σχολίασαν ως «τραμποποίηση της γαλλικής δημόσιας ζωής».
Η καταδικαστική για τη Λεπέν απόφαση στερεί από τη γαλλική Ακροδεξιά τη φυσική της ηγέτιδα. Η Λεπέν κληρονόμησε ένα περιθωριακό κόμμα από τον πατέρα της, τον Ζαν-Μαρί Λεπέν, ακροδεξιό με πολύ ακραίες θέσεις, και κατάφερε σε μια εικοσαετία να το «αποδαιμονοποιήσει»: υπό την ηγεσία της, η RN, από δύο έδρες το 2012, έφτασε τις 123 το 2025, ενώ στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2022 η Λεπέν έλαβε 13,2 εκατομμύρια ψήφους, ενώ ο Μακρόν 18,7 εκατομμύρια.
Οι εκλογές του 2027
Ωστόσο η Λεπέν επισκίαζε πάντα τα στελέχη και τους βουλευτές του κόμματος προβάλλοντας μονίμως το brand «Λεπέν». Το αποτέλεσμα είναι η RN να είναι τόσο προσωποπαγής που ακόμη και τις παραμονές της κρίσιμης δικαστικής απόφασης οι πάντες, μεταξύ τους και ο 29 ετών πρόεδρος του κόμματος και ευρωβουλευτής, Ζορντάν Μπαρντελά, προσωπική επιλογή της Λεπέν, αρνούνταν να δεχτούν ότι μπορεί να επιβληθεί στην ηγέτιδά τους τέτοια ποινή.
Η ίδια η Λεπέν δεν προτίθεται προς το παρόν να χρίσει τον πολιτικά άπειρο Μπαρντελά ως υποψήφιο του κόμματος για τις προεδρικές εκλογές του 2027. Σύμφωνα πάντως με δημοσκόπηση της εφημερίδας «Le Figaro», έξι στους δέκα Γάλλους δεν θεωρούν ότι πιθανός αποκλεισμός της Λεπέν από τη διεκδίκηση του προεδρικού αξιώματος (το οποίο είχε διεκδικήσει ανεπιτυχώς το 2012, το 2017 και το 2022) θα αποτελέσει σοβαρό μειονέκτημα για το κόμμα της.
Στη γαλλική αντιπολίτευση, η ακροαριστερή Ανυπότακτη Γαλλία (LFI) και ο ηγέτης της, Ζαν-Λικ Μελανσόν, ήλπιζαν ότι θα έχουν τη Λεπέν απέναντί τους στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2027 και θα την κερδίσουν.
Ενώ τα υπόλοιπα κόμματα του συνασπισμού της Αριστεράς (Σοσιαλιστές, Οικολόγοι, Κομμουνιστές), που δημιουργήθηκε για να φράξει τον δρόμο στη Λεπέν στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές του περασμένου Ιουλίου, χαιρέτισαν την απόφαση της γαλλικής Δικαιοσύνης, επισημαίνοντας ότι ουδείς είναι υπεράνω του νόμου, το LFI ανακοίνωσε ότι θέλει να δίνει τις μάχες στις κάλπες και όχι στις αίθουσες των δικαστηρίων.
Οσο για τον κεντρώο χώρο, μετά την αποχώρηση του προέδρου Μακρόν, ο οποίος δεν μπορεί να διεκδικήσει τρίτη θητεία, η δυναμική του παραμένει άγνωστη, καθώς ο Μακρόν δεν μερίμνησε για τη συγκρότηση ενός ισχυρού, ενωμένου κόμματος.