«Σι Τζινπίνγκ, πρόεδρος της Κίνας, ο ειρηνοποιός». Αυτός θα μπορούσε να είναι ο τίτλος σε μια από τις επίσημες φωτογραφίες από τη τριήμερη επίσκεψη του Σι στη Μόσχα, στις αρχές της εβδομάδας. Αν όμως διαβάσει κανείς τα κοινά ανακοινωθέντα και τις ξεχωριστές δηλώσεις των δύο προέδρων, θα αντιληφθεί ότι ναι μεν ο πρόεδρος της Κίνας βρέθηκε στο Κρεμλίνο για να επαναλάβει τις απόψεις του περί ειρήνευσης στην Ουκρανία, ισχυριζόμενος ότι η επίλυση της κρίσης θα γίνει μέσω των διεθνών θεσμών, όμως η επίσκεψή του δεν ήταν ακριβώς ειρηνευτική αποστολή.
Ηταν πρωτίστως, και σε αυτό συγκλίνουν οι περισσότερες αναλύσεις του αμερικανικού και του ευρωπαϊκού Τύπου, η πρόθεση του Σι να τονίσει ότι η Ρωσία είναι πλέον ο «μικρός εταίρος», απολύτως εξαρτώμενος από την Κίνα, και ότι το μεγάλο αφεντικό είναι το Πεκίνο. Η άποψη αυτή απορρίπτεται από ρώσους αναλυτές στον «Guardian» ως δυτική προπαγάνδα. «Η Ρωσία και η Κίνα είναι ισότιμοι εταίροι και σχεδόν σύμμαχοι» τονίζει ο Σεργκέι Μαρκόφ, πρώην σύμβουλος του Κρεμλίνου.
Οι φόβοι του Πεκίνου
Τον περασμένο χρόνο, λίγο πριν από τη ρωσική εισβολή, ο Σι είχε υποστηρίξει τη ρωσική θέση περί μη επέκτασης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, ομνύοντας στην «άνευ ορίων» φιλία της Κίνας με τη Ρωσία. Εφέτος, οι δηλώσεις μετά την εφετινή συνάντηση των δύο ηγετών ήταν πιο συγκρατημένες. Σύμφωνα με τους «Νew York Times», o Σι δεν ενδιαφέρεται ιδιαιτέρως για τη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία, όμως θέλει να διασφαλίσει την παραμονή του Πούτιν στην εξουσία. Αυτό που φοβάται η Κίνα είναι πιθανή κατάρρευση του καθεστώτος Πούτιν στη Ρωσία και εγκαθίδρυση μιας κυβέρνησης φιλικής προς τη Δύση.
Mιλώντας στους «ΝΥΤ», ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ του think tank Carnegie Endowment for International Peace επισημαίνει ότι η επιμονή, κατά τη διάρκεια της συνάντησης των δύο ηγετών, ότι το Ουκρανικό βρισκόταν στην κορυφή της ατζέντας των μεταξύ τους συνομιλιών ήταν στην πραγματικότητα μια προσπάθεια της Κίνας να συγκαλύψει την ολοένα και αυξανόμενη επιρροή της στη Ρωσία.
Αποδέκτης η Ουάσιγκτον
Η επίσκεψη Σι είχε σκοπό να καθησυχάσει το Κρεμλίνο, υπό την έννοια ότι το Πεκίνο εξακολουθεί να στηρίζει τη Μόσχα. Η στήριξη βεβαίως δεν είναι στρατιωτική, η Κίνα δεν θα διακινδύνευε να υποστεί κυρώσεις από μέρους των ΗΠΑ. Δεν έχει στείλει όπλα στη Ρωσία, αλλά της έχει πωλήσει τεχνολογία, όπως drones, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην πολεμική προσπάθεια. Το μήνυμα, ωστόσο, που θέλησε να περάσει ο κινέζος πρόεδρος είχε αποδέκτη την Ουάσιγκτον. Να αντιληφθούν δηλαδή οι ΗΠΑ ότι η Ρωσία είναι πλέον ο «μικρότερος εταίρος» της Κίνας και ότι το Πεκίνο έχει αναχθεί σε ρυθμιστή της νέας γεωπολιτικής. Οχι τυχαία, σημειώνει στη «Washington Post» ο αρθρογράφος Ντέιβιντ Ιγκνάσιους, ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τζον Κέρμπι αποκάλεσε τον Πούτιν «μικρότερο εταίρο» της Κίνας. Το παράδοξο, προσθέτει ο Ιγκνάσιους, με τον πόλεμο της Ουκρανίας είναι ότι στην προσπάθειά του να αποκτήσει περισσότερη ισχύ στην Ευρώπη, ο Πούτιν κατέστη πιο αδύναμος. Και η πιο ανίσχυρη πλέον Ρωσία εξαρτάται όλο και περισσότερο από την Κίνα.
Ο «ειρηνοποιός» Σι
Είναι γεγονός ότι η εισβολή στην Ουκρανία άδειασε τα ταμεία του Κρεμλίνου και αποδυνάμωσε τη ρωσική οικονομία. Στην Κίνα, ο Σι επίσης επιδίδεται στην προσπάθεια ανόρθωσης της κινεζικής οικονομίας ύστερα από τρία χρόνια περιορισμών λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Σήμερα, λοιπόν, η Κίνα βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση: τονώνει την οικονομία της μέσω της οικονομικής συνεργασίας με τη Ρωσία και διαδραματίζει ταυτόχρονα και ρόλο ειρηνοποιού. Ομως ο «ειρηνοποιός» Σι είναι σε θέση να λάβει σκληρότερα μέτρα αν η Ουκρανία απορρίψει τις κινεζικές προτάσεις για ειρήνευση. Θα μπορούσε να προμηθεύσει στη Ρωσία πυρομαχικά τα οποία έχει τόσο ανάγκη και επιπλέον να κινητοποιήσει τις χώρες της ομάδας των BRICS (αρκτικόλεξο από το όνομα της Βραζιλίας, της Ρωσίας, της Ινδίας, της Κίνας, της Νότιας Αφρικής), τις χώρες του λεγόμενου παγκόσμιου Νότου, ώστε να ασκήσουν πιέσεις στο Κίεβο για να τερματιστεί η σύγκρουση.
Περιορίζοντας τη Ρωσία στον ρόλο του «μικρότερου εταίρου», τον οποίο στηρίζει αλλά κρατεί και σε απόσταση, ο Σι εκμεταλλεύεται τη διαμάχη μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Με ανάλογο τρόπο, ο Σι αξιοποίησε τις στενές σχέσεις της Κίνας με το Ιράν για να μεσολαβήσει, επιτυχώς, για την πρόσφατη εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας. Υπό αυτό το πρίσμα, ο Σι χτίζει προσεκτικά και σταθερά το προφίλ της «παγκόσμιας Κίνας», όπως τη χαρακτήρισε ο αρθρογράφος Ισχάν Ταρούρ στη «Washington Post». Το αν οι ΗΠΑ και η Δύση, εν γένει, θα κατορθώσουν να ανταποκριθούν σε αυτή τη νέα πρόκληση μένει να αποδειχθεί.
Ο νέος αγωγός φυσικού αερίου
Στο επίκεντρο των σινορωσικών συνομιλιών βρέθηκε, μεταξύ άλλων, ο σχεδιασμός ενός νέου αγωγού φυσικού αερίου, με το όνομα «Power of Siberia 2» (Ισχύς της Σιβηρίας 2), ο οποίος θα μεταφέρει ετησίως 50 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ρωσικού αερίου στην Κίνα. Οι συζητήσεις για την κατασκευή του αγωγού, ο οποίος θα διασχίζει τη Μογγολία, έχουν αρχίσει εδώ και χρόνια. Ωστόσο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τη διακοπή της παροχής φυσικού αερίου στην Ευρώπη η Μόσχα έχει αυξήσει το ενδιαφέρον της για την επίσπευση του έργου. Ο Πούτιν ισχυρίστηκε ότι ως το 2030, μέσω του νέου αγωγού, η Ρωσία θα προμηθεύει την Κίνα με τουλάχιστον 98 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, πέραν των 100 εκατομμυρίων τόνων υγροποιημένου αερίου (LNG).