Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει έναν επικίνδυνο εχθρό που τον ακολουθεί σε κάθε του βήμα. Αυτός είναι ο απρόβλεπτος εαυτός του. Οι συνεργάτες του γνωρίζουν καλά ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να κλωτσήσει την καρδάρα με το γάλα, απειλώντας χωρίς κανένα λόγο να κάνει πιο δύσκολη την επιστροφή των Ρεπουμπλικανών στον Λευκό Οίκο. Ο κίνδυνος αυτός φάνηκε στην ομολογουμένως αυτοκαταστροφική εμφάνισή του στο συνέδριο της Ενωσης Αφροαμερικανών Δημοσιογράφων στο Σικάγο την Τετάρτη. Οι ερωτήσεις ήταν σκληρές αλλά συγχρόνως δίκαιες. Ο τόνος και το ύφος των δημοσιογράφων ίσως να ήταν λίγο παραπάνω επιθετικά από όσο θα έπρεπε. Ωστόσο, ακόμα και αυτή η μικρή πίεση στάθηκε αρκετή για να αποσυντονίσει τον πρώην πρόεδρο. Ο Τραμπ ήταν εμφανώς ενοχλημένος και σίγουρα δεν κατάφερε να συγκρατηθεί.

Με τον άκομψο τρόπο που τον χαρακτηρίζει αναρωτήθηκε εάν η Κάμαλα Χάρις είναι «τελικά Ινδή ή μαύρη», πυρπολώντας τη συζήτηση και αναγκάζοντας το επιτελείο του να τον απομακρύνει άρον-άρον από την εκδήλωση. Ο λόγος για τον οποίο οι συνεργάτες του τον ανέβασαν σε αυτή τη σκηνή ήταν γιατί γνώριζαν ότι πρέπει να απευθυνθεί στους μαύρους ψηφοφόρους υπό τον φόβο ότι η Χάρις θα αναβιώσει τον περίφημο εκλογικό συνασπισμό του Μπαράκ Ομπάμα.

Το πρόβλημα για τους Ρεπουμπλικανούς

Οσοι κάνουν τα μαθηματικά των εκλογών βλέπουν όλο και περισσότερο την πιθανότητα το παιχνίδι να κριθεί σε μία μόνο Πολιτεία. Αυτή είναι η Βόρεια Καρολίνα, την οποία ο Τραμπ κατάφερε να κρατήσει το 2020 με μόλις σχεδόν μιάμιση μονάδα διαφορά. Το πρόβλημα για τους Ρεπουμπλικανούς είναι ότι αυτή η οριακή πλειοψηφία μπορεί εύκολα να ανατραπεί εάν οι Αφροαμεριακανοί, που αποτελούν το 12%, προσέλθουν μαζικά στις κάλπες για να στηρίξουν τη Χάρις. Είναι ενδεικτικό ότι πρώην Ρεπουμπλικανός αξιωματούχος του Λευκού Οίκου εκτίμησε ότι ο Τραμπ παρασύρθηκε και μίλησε έτσι άτσαλα στο Σικάγο γιατί είχε στο μυαλό του τον κίνδυνο που αντιμετωπίζει στη Βόρεια Καρολίνα.

Μετά τον θόρυβο οποιοσδήποτε άλλος υποψήφιος θα κρατούσε για λίγο κλειστό το στόμα του, περιμένοντας να ξεχαστούν οι «ατυχείς» δηλώσεις. Οποιοδήποτε άλλος εκτός από τον Τραμπ. Οσοι τον γνωρίζουν, ξέρουν καλά ότι ακόμα και στα χειρότερα σκάνδαλα δεν σιωπά. Επανέρχεται και υπερθεματίζει πάνω στις επίμαχες δηλώσεις. Αυτό ακριβώς έκανε και με την περίπτωση της καταγωγής της Χάρις. Επίσης, έχει και μια δεύτερη τάση: όταν αισθάνεται ότι απειλείται, όπως τώρα που η Χάρις τον κοντράρει στα ίσα, διολισθαίνει και βρίσκει καταφύγιο στη σκληρή βάση των πιο πιστών οπαδών του.

Οι «πιστοί» δεν αρκούν

Αυτή η βάση θα τον ακολουθήσει όπου και εάν την οδηγήσει. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι με μόνο αυτή τη βάση δεν πρόκειται να φτάσει ούτε έξω από την εξώπορτα του Λευκού Οίκου. Η ομάδα του, λοιπόν, γνωρίζει καλά ότι χρειάζεται τις μειονότητες όπως τους Αφροαμερικανούς και τους ισπανόφωνους. Χρειάζεται τις γυναίκες και τους μετριοπαθείς συντηρητικούς. Και κυρίως χρειάζεται να μη φαίνεται ασταθής και επικίνδυνος γιατί σε αυτή την περίπτωση θα εξαναγκάσει τους δυσαρεστημένους οπαδούς των Δημοκρατικών να σηκωθούν από τον καναπέ και να πάνε να ψηφίσουν.

Για όλους αυτούς τους λόγους οι περισσότεροι Ρεπουμπλικανοί παρακολουθούν με δυσφορία τη διαχείριση της καταστροφικής συνέντευξης του Σικάγο. Θεωρούν ότι οι επιθέσεις του Τραμπ όχι μόνο δεν βρίσκουν στόχο αλλά στο τέλος εκπυρσοκροτούν εναντίον τους. Για αυτό τον λόγο θέλουν να μείνουν πιστοί στο μήνυμα ότι η Χάρις είναι μια επικίνδυνη φιλελεύθερη που θα θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια των Αμερικανών, θα αφήσει αφύλαχτα τα σύνορα, θα τους υπερφορολογήσει και θα τους πάρει την ιδιωτική ασφάλεια για την υγεία τους. Ολα αυτά τα χτυπήματα πιστεύεται ότι μπορούν να βρουν στόχο. Προϋποθέτουν, όμως, και την ανάλογη πειθαρχία από τον Τραμπ.

Οι Δημοκρατικοί και η εργατική τάξη

Οι Δημοκρατικοί έχουν παρατηρήσει μια ανησυχητική τάση. Χάνουν τους ψηφοφόρους της εργατικής τάξης, οι οποίοι θα έπρεπε να είναι το προνομιακό τους ακροατήριο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, βλέπουν τον υποψήφιο αντιπρόεδρο του Τραμπ, Τζέι Ντι Βανς, να τους προσπερνάει από τα αριστερά, παρουσιάζοντάς τους ως ελιτιστές των μεγάλων μητροπολιτικών κέντρων της ανατολικής και της δυτικής ακτής.

Οι Δημοκρατικοί συχνά εμφανίζονται να εξαντλούν τον προοδευτισμό τους σε ζητήματα ταυτότητας και κοινωνικά θέματα, χωρίς να τα «σπάνε» με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Για τα κοινωνικά θέματα, η Κάμαλα δεν μπορεί να κάνει θεαματικές αλλαγές. Εχει, όμως, ξεκινήσει ήδη μια στροφή προς το κέντρο σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια και την ενέργεια. Ισως με τη βοήθεια του κατάλληλου αντιπροέδρου να είναι αυτή μια στροφή που θα καταφέρει να πάρει ευκολότερα.