«Φραγκλίνος Ρούζβελτ ή Τζίμι Κάρτερ»; Σε ποιον από τους δύο Δημοκρατικούς προέδρους των ΗΠΑ παραπέμπει ο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος ανακοίνωσε, την περασμένη Τρίτη, ότι θα διεκδικήσει δεύτερη θητεία στις εκλογές του 2024; Στο βίντεο με το οποίο ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του, ο Μπάιντεν ζήτησε από τους αμερικανούς ψηφοφόρους να τον βοηθήσουν «να oλοκληρώσει το έργο του» που άρχισε με την εκλογή του το 2020.
Για τους υποστηρικτές του, που τον θεωρούν αντάξιο του Ρούζβελτ (ο οποίος είναι ο μοναδικός πρόεδρος ο οποίος εξελέγη τέσσερις φορές στο αξίωμα καθώς το όριο των δύο θητειών ετέθη μετά τον πόλεμο), το έργο του Μπάιντεν είναι τα τρισεκατομμύρια δολάρια που κατάφερε να ψηφιστούν με οριακή πλειοψηφία από το Κογκρέσο για τη στήριξη της αμερικανικής οικονομίας.
Είναι το εμβολιαστικό πρόγραμμα για τον κορωνοϊό, το οποίο «έτρεξε» γρήγορα, οι επενδύσεις σε έργα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά και η επιτυχής συσπείρωση των χωρών της Δύσης έναντι της Ρωσίας όταν εισέβαλε στην Ουκρανία. Για τους Ρεπουμπλικανούς αντιπάλους του ο Μπάιντεν θεωρείται «αποτυχημένος» όπως ο Τζίμι Κάρτερ, ο οποίος το 1980 δεν επανεξελέγη εξαιτίας της αύξησης του πληθωρισμού και της ταραχώδους διεθνούς συγκυρίας (κρίσης των αμερικανών ομήρων στο Ιράν). Για τους υπερδεξιούς οπαδούς του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ο Μπάιντεν είναι ένας «σοσιαλιστής» που σκοπό έχει να διαλύσει την Αμερική. Είναι επίσης ο πρόεδρος της χαοτικής, αποτυχημένης αποχώρησης των Αμερικανών από το Αφγανιστάν μετά από 20 χρόνια πολέμου.
Δεν έχουν καλύτερους
Αντίπαλοι όμως του Μπάιντεν δεν είναι μόνον οι Ρεπουμπλικανοί, οι περισσότεροι εκ των οποίων συσπειρώνονται γύρω από τον Τραμπ που έχει ανακοινώσει ότι θα διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία. Για πολλούς Δημοκρατικούς η ηλικία του Μπάιντεν, 80 ετών, η οποία τον καθιστά τον γηραιότερο πρόεδρο στην ιστορία των ΗΠΑ, αποτελεί πρόβλημα, γεγονός που καταγράφεται και στις δημοσκοπήσεις.
Λίγο πριν από την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του, σε δημοσκόπηση του NBC, το 70% των Αμερικανών, μεταξύ των οποίων το 51% των Δημοκρατικών, δήλωσαν ότι δεν επιθυμούν να δουν τον Μπάιντεν να διεκδικεί δεύτερη θητεία. Οι επτά στους δέκα ερωτηθέντες ανέφεραν ως κύριο λόγο της άρνησής τους την ηλικία του. Η δημοτικότητα του Μπάιντεν, σύμφωνα με το σύνολο των δημοσκοπήσεων το οποίο παρουσιάζει ο ιστότοπος FiveThirtyEight, δεν υπερβαίνει το 42%, ποσοστό πολύ χαμηλότερο σε σύγκριση με αυτό των 10 εκ των 13 τελευταίων αμερικανών προέδρων στο αντίστοιχο χρονικό σημείο της θητείας τους.
Την αδυναμία ανάδειξης ενός νεότερου υποψηφίου χρεώνεται το Δημοκρατικό Κόμμα. Οπως επισημαίνει ο Ντέιβιντ Σμιθ, ανταποκριτής του «Guardian» στην Ουάσιγκτον, «παρατηρείται εντυπωσιακό χάσμα μεταξύ των ηγετικών στελεχών του Δημοκρατικού Κόμματος και του δημοσίου αισθήματος στις ΗΠΑ». Το Δημοκρατικό Κόμμα δεν κατάφερε να αναδείξει αξιόπιστη εναλλακτική υποψηφιότητα απέναντι στον Μπάιντεν: η αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Κάμαλα Χάρις, είναι ελάχιστα δημοφιλής, ο Πιτ Μπούτιτζιτζ, υπουργός Μεταφορών, είναι πολύ νέος, ο αριστερός Μπέρνι Σάντερς πολύ ηλικιωμένος, ο κυβερνήτης της Καλιφόρνιας, Γκάβιν Νιούσομ, πολύ Καλιφορνέζος. Οσο για τους Δημοκρατικούς που έχουν ήδη ανακοινώσει ότι θα διεκδικήσουν το χρίσμα, ο αντιεμβολιαστής Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ και η Μαριάν Ουίλιαμσον, συγγραφέας εγχειριδίων αυτοβελτίωσης, είναι πολύ περιθωριακοί υποψήφιοι, χωρίς πιθανότητες.
Αντιθέτως, όπως σημείωσε ο αρθρογράφος των «New York Times», Ρος Ντάουδατ, «η δυναμική που ανέδειξε τον Μπάιντεν ως τον καλύτερο υποψήφιο των Δημοκρατικών το 2020, η μετριοπάθειά του και οι όχι υπερβολικά αριστερές θέσεις του εξακολουθούν να τον προστατεύουν από εσωτερικούς αντιπάλους του στο κόμμα, τόσο στην κεντρώα όσο στην αριστερή πτέρυγα».
Αναπόφευκτη αντιπαράθεση
Με τις τωρινές συνθήκες, το επικρατέστερο σενάριο εκτός δραματικού απροόπτου, το οποίο όμως δεν μπορεί να αποκλεισθεί, δεδομένης της ηλικίας των πιθανών υποψηφίων, στις εκλογές του 2024, είναι να αναμετρηθούν ο Μπάιντεν με τον Τραμπ. Ολες οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων έξι μηνών, τονίζει ο αρθρογράφος Τομ Νίκολς στο Atlantic, καταγράφουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών δεν επιθυμεί νέα εκλογική αντιπαράθεση μεταξύ των δύο.
Και όμως η αντιπαράθεση αυτή είναι αναπόφευκτη, επιμένει ο Νίκολς, διότι τα κόμματα δεν τορπιλίζουν τους δυνατούς τους υποψηφίους. Στο Δημοκρατικό Κόμμα ο δυνατός υποψήφιος παραμένει ο Μπάιντεν, ο οποίος διαθέτει και το πλεονέκτημα του εν ενεργεία προέδρου, παρότι το πρόβλημα της ηλικίας του δεν μπορεί να παραβλεφθεί. Στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα ο Τραμπ είναι ο υποψήφιος που συσπειρώνει, παρότι μόνον τέσσερα χρόνια νεότερος του Μπάιντεν και παρότι του έχουν ήδη απαγγελθεί 34 κατηγορίες για οικονομικά αδικήματα.
Απειλή για το πολίτευμα
Με αφορμή την αμερικανική προεκλογική εκστρατεία που ανεβάζει ταχύτητες, η αρθρογράφος της «Washington Post» Κάρεν Τάμαλτι η οποία, όπως η ίδια θυμίζει, το 2019 δεν πίστευε καν ότι ο Μπάιντεν θα κέρδιζε τους νεότερους συνυποψηφίους του, γράφει ότι «τέσσερα χρόνια αργότερα ο Μπάιντεν δεν πείθει ότι η Αμερική βελτιώθηκε εντυπωσιακά χωρίς τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Ομως τώρα οι κίνδυνοι είναι σαφείς, αφορούν τον χαρακτήρα του πολιτεύματος, τον χαρακτήρα της Αμερικής».
Δεν είναι τυχαίο ότι το βίντεο του 2019, με το οποίο ο Μπάιντεν ανακοίνωνε την υποψηφιότητά του, και το βίντεο της περασμένης Τρίτης δείχνουν, και τα δύο, αφιονισμένα πλήθη υποστηρικτών του Τραμπ (στο Σάρλοτσβιλ το 2017 και στο Καπιτώλιο το 2021) τα οποία απειλούν την αμερικανική δημοκρατία.
Οι Δημοκρατικοί
Ο αντιεμβολιαστής και η γκουρού
Μαζί με τον Τζο Μπάιντεν, και η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις διεκδικεί την επανεκλογή της. Αυτή τη φορά όμως η υποψηφιότητα και η επανεκλογή της προσλαμβάνουν ιδιαίτερη σημασία, σύμφωνα με τον αρθρογράφο των «Νew Υork Τimes» Τόμας Φρίντμαν. Λόγω της προχωρημένης ηλικίας του Μπάιντεν, οι Δημοκρατικοί πρέπει να είναι βέβαιοι ότι η Χάρις θα μπορέσει να ασκήσει καθήκοντα προέδρου σε περίπτωση που ο Μπάιντεν αδυνατεί λόγω πιθανών ζητημάτων υγείας. Η Χάρις καλείται να πείσει για τις ικανότητές της, κάτι που κατά γενική ομολογία δεν πέτυχε τα δύο πρώτα χρόνια της θητείας της.
Οι άλλοι δύο Δημοκρατικοί που ανακοίνωσαν ότι θα διεκδικήσουν το προεδρικό χρίσμα είναι ο Ρόμπερτ Κένεντι τζούνιορ και η Μαριάν Ουίλιαμσον. Ο Κένεντι, 69 ετών, γιος του δολοφονηθέντος γερουσιαστή Ρόμπερτ Κένεντι και ανιψιός του προέδρου Τζον Κένεντι, ποντάρει μάλλον στην «αριστοκρατική» του καταγωγή και λιγότερο στις θέσεις του. Απόφοιτος του Χάρβαρντ, δικηγόρος με ειδίκευση στο Δίκαιο του Περιβάλλοντος, είναι κυρίως γνωστός τα τελευταία 20 χρόνια για το μένος του κατά των εμβολίων.
Στη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού πρωτοστάτησε στο «κίνημα» των αντιεμβολιαστών, προτάσσοντας αντιεπιστημονικές και συνωμοσιολογικές θεωρίες. Η Μαριάν Ουίλιαμσον, 70 ετών, είναι συγγραφέας βιβλίων αυτοβελτίωσης και μέντορας της διάσημης τηλεπαρουσιάστριας Οπρα Ουίνφρεϊ. Το 2020 είχε ξαναδιεκδικήσει το χρίσμα, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων τη δημιουργία ενός υπουργείου Ειρήνης.
Οι Ρεπουμπλικανοί
Υποφήφιοι άχρωμοι και άγνωστοι
Ο Τραμπ εμφανίζεται ως το φαβορί των Ρεπουμπλικανών για το προεδρικό χρίσμα. Αμέσως μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Μπάιντεν, ο Τραμπ επιδόθηκε στις συνήθεις εντυπωσιοθηρικές επιθέσεις ότι ο «σοσιαλιστής Μπάιντεν σε δύο χρόνια κατέστρεψε την Αμερική όσο δεν την κατέστρεψαν συνολικά οι πέντε χειρότεροι πρόεδροι στην ιστορία της».
Ωστόσο οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι ο Τραμπ δεν πρέπει να υποτιμηθεί, πολλώ δε μάλλον αν, στην περίπτωση που λάβει το χρίσμα, προτιμήσει ως υποψήφια αντιπρόεδρο τη Νίκι Χέιλι, 51 ετών, πρώην κυβερνήτη της Νότιας Καρολίνας και πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στον ΟΗΕ επί των ημερών του. Η Χέιλι έχει πάντως ανακοινώσει ότι θα διεκδικήσει η ίδια το προεδρικό χρίσμα, προτάσσοντας τον εαυτό της ως μέλος της νέας γενιάς πολιτικών και τονίζοντας ότι είναι κόρη ινδών μεταναστών.
Το χρίσμα ανακοίνωσαν επίσης ότι θα διεκδικήσουν και ο Εΐσα Χάτσινσον, 72 ετών, πρώην κυβερνήτης του Αρκανσο και από τους ελάχιστους Ρεπουμπλικανούς που επικρίνουν ανοιχτά τον Τραμπ, ο Βίβεκ Ραμασουάμι, 37 ετών, εκατομμυριούχος νέος επιχειρηματίας, που δηλώνει «αντι-woke», ο οποίος όμως δεν είναι αναγνωρίσιμος. Την υποψηφιότητά του ανακοίνωσε και ο Λάρι Ελντερ, 72 ετών, δημοφιλής σχολιαστής ραδιοφώνου, o μοναδικός μαύρος υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών.
Το επόμενο διάστημα φέρονται ότι θα ανακοινώσουν την υποψηφιότητά τους ο Ρον ντε Σάντις, 44 ετών, κυβερνήτης της Φλόριδας, ο οποίος είναι ίσως ο μόνος που στέκεται με αξιώσεις απέναντι στον Τραμπ, και ο αντιπρόεδρος του Τραμπ, ο «άχρωμος» Μάικ Πενς, 63 ετών.