Τα Νομπέλ Ειρήνης ήταν ανέκαθεν μια αμφιλεγόμενη υπόθεση, ήδη από την εποχή της βράβευσης του Χένρι Κίσινγκερ το 1973. Εκείνη τη χρονιά η Νορβηγική Επιτροπή είχε απονείμει το βραβείο στον τότε σύμβουλο εθνικής ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών για τη συμβολή του στον τερματισμό του πολέμου του Βιετνάμ ενώ τα ερωτήματα γύρω από τον ρόλο του στις συρράξεις σε Βιετνάμ, Λάος και Καμπότζη τις δεκαετίες του ’60 και ’70 με χιλιάδες νεκρούς, αλλά και γύρω από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, αποτελούν ακόμη αντικείμενο αντιπαραθέσεων. Πολλοί αναλυτές έχουν χαρακτηρίσει τα Νομπέλ Ειρήνης ως μια «αστεία ιστορία», άλλοι ακόμη χειρότερα, όπως ο επί δεκαετίες γνωστός τηλεοπτικός παρουσιαστής στο Χονγκ Κονγκ και σήμερα αρχισυντάκτης της εφημερίδας «South China Morning Post», Γιοντέν Λατού, ως «βραβεία για τα τσίρκα». Απαντες ωστόσο τείνουν να συμφωνήσουν ότι η συγκεκριμένη βράβευση συνοδεύεται ουκ ολίγες φορές από μια… «κατάρα».
Την ατυχία ο αποδέκτης τους να έχει αμφιλεγόμενο παρελθόν, ή απλά να αντιπροσωπεύει και να ενσαρκώνει εκ διαμέτρου αντίθετες αξίες από τον τίτλο του ίδιου του βραβείου. Αλλοτε οι αντιδράσεις είναι σφοδρές, φυσικά το κύρος του θεσμού πλήττεται επανειλημμένα, ενώ γεννάται το ερώτημα για το εάν το μήνυμα που εκπέμπουν τα βραβεία είναι τελικά προβληματικό και άδικο.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.