Η κλιματική αλλαγή έχει φέρει τα πάνω κάτω σε όλη τη χώρα, από τις πόλεις και τις αγροτικές περιοχές έως τα τουριστικά θέρετρα και τα ψηλά βουνά. Οι συνέπειες της καταστροφής του κλίματος είναι πλέον ορατές στο παρόν και δεν αφορούν μόνο επιστημονικά σενάρια για το μέλλον. Η ολοένα και συχνότερη εμφάνιση ακραίων καταστροφικών φαινομένων (όπως του Daniel που χτύπησε τη Θεσσαλία) αλλάζει τα δεδομένα στον σχεδιασμό και στην κατασκευή κρίσιμων υποδομών και έργων προκειμένου να αυξηθεί η ανθεκτικότητά τους και να περιοριστούν οι ζημιές και το κόστος αποκατάστασης, στο οποίο σχεδιάζεται να εμπλακεί και ο ασφαλιστικός τομέας.
Δεν είναι τυχαίο ότι στον κρατικό προϋπολογισμό του οικονομικού έτους 2024 που εισήχθη την περασμένη Τρίτη για έγκριση στη Βουλή αναφέρεται ότι προκειμένου να καλύπτονται σε μόνιμη βάση οι δαπάνες κρατικής αρωγής έναντι φυσικών καταστροφών προϋπολογίζονται από το 2024 και εφεξής πόροι 600 εκατ. ευρώ στο εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), αυξάνοντας το ύψος διαθέσιμων πιστώσεων κατά 300 εκατ. ευρώ. Γι’ αυτό επιβάλλεται στα τουριστικά καταλύματα και στη βραχυχρόνια μίσθωση τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση (αντικαθιστά τον υφιστάμενο φόρο διαμονής), με εκτιμώμενα πρόσθετα έσοδα 240 εκατ. ευρώ. Επίσης, από το 2024 καθίσταται υποχρεωτική η ιδιωτική ασφάλιση για μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 2 εκατ. ευρώ για κάλυψη από πλημμύρες, σεισμούς και πυρκαγιές καθώς και μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% για κατοικίες που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές.
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα είναι όλο και συχνότερα στην Ελλάδα, όπως έχουν δείξει κλιματικές προσομοιώσεις που έχουν πραγματοποιηθεί. Μάλιστα, όταν μια κλιματική αστάθεια επιμένει, η επανεμφάνιση ενός ακραίου φαινομένου μπορεί να συμβεί ακόμα και κατά την ίδια χρονική περίοδο αλλά και να συνδυασθεί με άλλο κλιματικό φαινόμενο (π.χ. ξηρασία με καύσωνα ή θαλάσσιος καύσωνας με ακραίες καταιγίδες). Τότε οι επιπτώσεις του ενός φαινομένου ενισχύουν εκείνες του επόμενου.
Από την ανάλυση των κλιματικών δεδομένων της τελευταίας τριακονταετίας διαφαίνεται ότι η νέα κανονικότητα για την Ελλάδα θα είναι υψηλότερη θερμοκρασία αέρα και επιφανείας θάλασσας, καύσωνες μεγαλύτερης διάρκειας και γενικότερα εντονότερα καιρικά φαινόμενα.
Μάλιστα, από το 2050 και μετά, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις των κλιματικών μοντέλων, όπως αυτές αποτυπώθηκαν σε πρόσφατη Εκθεση της Επιτροπής για την Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΑΔΟ) της Ακαδημίας Αθηνών, η μέση θερμοκρασία θα ανέβει κατά επιπλέον 2,5 °C έως και 5 °C (ανάλογα με το σενάριο εκπομπών). Παράλληλα, σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό Χρήστο Ζερεφό, αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω ο αριθμός των ημερών με καύσωνα στα πεδινά, κατά 15-20 ημέρες (ή 30-50 ημέρες στο ακραίο σενάριο, σύμφωνα με το οποίο δεν λαμβάνεται κανένα μέτρο ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής) έως τα τέλη του αιώνα. Επίσης, εάν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις των μοντέλων, οι βροχοπτώσεις, ιδίως στα νοτιοανατολικά τμήματα της Ελλάδας, θα μειωθούν έως και 30%.