Ουκρανία, Γάζα, Σουδάν, Λίβανος, Συρία… H λίστα θα μπορούσε να συνεχίσει για πολύ ακόμη διότι τον περασμένο χρόνο ο πλανήτης βίωσε μια τρομακτική αύξηση των πολεμικών συγκρούσεων. Αναμενόμενα, αυτό είχε ως αποτέλεσμα έναν πρωτοφανή, αποκαρδιωτικό αριθμό θυμάτων. Τουλάχιστον 233.500 άνθρωποι εκτιμάται ότι σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις το 2024, σύμφωνα με τα δεδομένα που δημοσιεύτηκαν την Πέμπτη από την ACLED (Armed Conflict Location and Event Data), αμερικανική ΜΚΟ που συλλέγει στοιχεία για τους πολέμους ανά τον κόσμο.
Ενδεικτικά, η ACLED διαπίστωσε μεταξύ άλλων ότι ο αριθμός των ανθρώπων που σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις το 2024 έχει αυξηθεί κατά 30% σε σχέση με το 2023, κατά το οποίο σημειώθηκαν 179.099 θάνατοι.
Ο πιο θανατηφόρος πόλεμος εφέτος, σύμφωνα με τα δεδομένα της ΜΚΟ, ήταν στην Ουκρανία με 67.000 θανάτους. Στον τραγικό αυτόν απολογισμό ακολουθούν τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, όπου το 2024 ο πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα και οι επιθέσεις στη Δυτική Οχθη άφησαν πίσω τους περισσότερους από 35.000 καταγεγραμμένους θανάτους. Χιλιάδες θύματα έχουν προκαλέσει και οι συγκρούσεις στο Σουδάν και στην Αιθιοπία, παρόλο που «ο πλανήτης δεν τους δίνει την απαραίτητη προσοχή», όπως σχολιάζει η ισπανική «El Pais».
Χαρακτηριστικό της αύξησης των εχθροπραξιών παγκοσμίως είναι πως ένας στους οκτώ ανθρώπους σε όλον τον πλανήτη εκτέθηκε σε συγκρούσεις το 2024 – σύμφωνα με την έρευνα, όσοι ζουν σε απόσταση 5 χλμ. ή λιγότερο από μια σύγκρουση θεωρούνται εκτεθειμένοι. Οι Παλαιστίνιοι είναι ο λαός που αντιμετωπίζει το υψηλότερο επίπεδο βίας στον κόσμο αφού σύμφωνα με τα στοιχεία, το 81% του πληθυσμού είναι εκτεθειμένο σε συγκρούσεις.
Στις λίγες ημέρες που έχουν απομείνει ως το τέλος του έτους, ο αριθμός των εχθροπραξιών προβλέπεται κατά 25% υψηλότερος από πέρυσι, ενώ αναμένεται διπλάσιος από όσο πριν από πέντε χρόνια.
Αυτό, εξηγεί η έρευνα της ΜΚΟ, οφείλεται στην απότομη αύξηση στον Λίβανο (958%), καθώς το Ισραήλ πραγματοποίησε μια μεγάλης κλίμακας στρατιωτική εισβολή λίγους μήνες πριν τη λήξη του έτους, αλλά και στη Ρωσία (349%), η οποία εφέτος, εν μέσω του πολέμου της στην Ουκρανία, βίωσε αύξηση των επιθέσεων στα εδάφη της αλλά και την πρώτη εισβολή από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μάλιστα, μιλώντας στην «Washington Post» η Κλιονάντ Ραλέι, καθηγήτρια Πολιτικής Γεωγραφίας και Συγκρούσεων στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ και ιδρύτρια της ACLED, εξήγησε ότι αναμένει να συνεχιστεί αυτή η τάση μέσα στο 2025, επισημαίνοντας «πιθανές βίαιες εξάρσεις» στο Ιράν, στο Τσαντ, στον Ισημερινό και στο Πακιστάν.
56 ενεργοί πόλεμοι στον κόσμο
Την τάση αυτή ωστόσο έχουν αναδείξει και άλλες έρευνες. Πιο χαρακτηριστική, η έκθεση του Ινστιτούτου Οικονομικών και Ειρήνης που εδρεύει στο Σίδνεϊ και που δημοσιεύτηκε το καλοκαίρι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της, τον περασμένο Ιούλιο υπήρχαν 56 ενεργές πολεμικές συγκρούσεις, οι περισσότερες από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Παράλληλα, 92 χώρες εμπλέκονταν σε πολέμους εκτός των συνόρων τους. Επιπλέον, 95 εκατομμύρια άνθρωποι είναι πρόσφυγες ή εσωτερικά εκτοπισμένοι λόγω των βίαιων συγκρούσεων, ενώ υπάρχουν 16 χώρες που φιλοξενούν περισσότερους από μισό εκατομμύριο πρόσφυγες η καθεμία. Ειδικοί και αναλυτές εξηγούν πως τα πρωτοφανή υψηλά επίπεδα συγκρούσεων παγκοσμίως έχουν πολλαπλές και περίπλοκες αιτίες.
Μια από αυτές είναι απλώς οι επιλογές παγκόσμιων ηγετών, όπως η απόφαση του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία το 2022. Μια άλλη είναι το γεγονός πως έχει αλλάξει ο τρόπος που πραγματοποιούνται οι εχθροπραξίες, αφού πλέον γίνεται όλο και πιο ευρεία η χρήση πυραύλων, μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones) και εκρηκτικών που ενεργοποιούνται εξ αποστάσεως, καθιστώντας τη διαδικασία πιο «απλοποιημένη». Είναι χαρακτηριστικό πως σύμφωνα με την έρευνα της ACLED, οι βομβαρδισμοί και οι βαλλιστικές επιθέσεις έχουν αυξηθεί κατά 300% τα τελευταία πέντε χρόνια.
Από την άλλη, ορισμένες συγκρούσεις φαίνεται πως συνδέονται με την εσωτερική πολιτική των χωρών και τις εκλογές. Το 2024 ήταν το πιο «εκλογικό» από όλα τα εκλογικά έτη, με περίπου 80 χώρες, που μαζί αποτελούν περισσότερο από το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού, να προσέρχονται στις κάλπες. Αρκετές από τις χώρες αυτές, σύμφωνα με την ACLED αλλά και άλλες έρευνες, είδαν σημαντική αύξηση της βίας, όπως για παράδειγμα το Μεξικό.
Η διεθνοποίηση των συγκρούσεων
Το βρετανικό Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS) δίνει και μια ακόμη αιτία για την αύξηση των εχθροπραξιών στον κόσμο μέσω της σειράς ερευνών του «The Armed Conflict Survey»: την αυξανόμενη διεθνοποίηση των εσωτερικών συγκρούσεων.
Συγκεκριμένα, οι εμφύλιοι πόλεμοι, που παραμένουν η κυρίαρχη μορφή σύγκρουσης παγκοσμίως, διαμορφώνονται πλέον όλο και περισσότερο από την παρέμβαση περιφερειακών και παγκόσμιων δυνάμεων που επιδιώκουν να διασφαλίσουν ή να επιβάλουν τα στρατηγικά τους συμφέροντα. Οπως σημειώθηκε στην έκθεση του περασμένου έτους, αυτή η τάση καθοδηγείται από τον αυξημένο ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων και τις πιο δυναμικές θέσεις στην εξωτερική πολιτική πολλών αναδυόμενων δυνάμεων, σε ένα πλαίσιο κλιμακούμενου γεωπολιτικού κατακερματισμού.
Σε μια δυσοίωνη πρόβλεψη, η ACLED προβλέπει αύξηση 20% στις συγκρούσεις το νέο έτος, αφού υπάρχουν πολλές περιοχές ανησυχίας, όπως η Κολομβία και το Μεξικό, μαζί με αρκετές περιοχές της Αφρικής, όπως το Σαχέλ. Στο μεταξύ, η Μέση Ανατολή παραμένει σε μια περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί ο κίνδυνος νέων πολέμων με πρωταγωνιστές την Κίνα ή τη Ρωσία. Βέβαια, ορισμένες από τις συγκρούσεις θα μπορούσαν να εκτονωθούν – ιδιαίτερα ο πόλεμος στην Ουκρανία και ενδεχομένως ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας.
Για την ώρα, μένει να αποσαφηνιστεί μεταξύ άλλων και η πολιτική που θα ακολουθήσει ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει επανειλημμένως δεσμευτεί να «σταματήσει τον πόλεμο» και έχει υποστηρίξει ότι πρόκειται να λύσει όλες αυτές τις συγκρούσεις μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του, σε λιγότερο από έναν μήνα.