«Εσωσα τη Ρωσία από το χείλος της αβύσσου»! Αυτό ισχυρίστηκε ο Βλαντίμιρ Πούτιν, πρόεδρος της Ρωσίας επί ένα τέταρτο του αιώνα, στη συνέντευξή του, για τα πεπραγμένα του έτους, στο τέλος του 2024. Στο μυαλό του, ο Πούτιν είναι ο σωτήρας της Ρωσίας, όμως για τους Ρώσους και τον υπόλοιπο κόσμο η πραγματικότητα δεν αντιστοιχεί με την πεποίθηση του ρώσου προέδρου.
Είκοσι πέντε χρόνια μετά την ξαφνική παραίτηση του προέδρου Μπορίς Γέλτσιν από την προεδρία της Ρωσίας, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 2000, και τον διορισμό του Πούτιν στο προεδρικό αξίωμα, στο οποίο εξελέγη επισήμως τρεις μήνες αργότερα, η Ρωσία σήμερα είναι μια χώρα με κλονισμένη οικονομία, η οποία συνεχίζει εδώ και τρία χρόνια έναν επιθετικό πόλεμο εναντίον της Ουκρανίας. Είναι μια χώρα υπό τον απόλυτο έλεγχο του Πούτιν και του στενού του περιβάλλοντος, όπου η δημοκρατία έχει περισταλεί και οι θεσμοί (Δικαιοσύνη, μέσα ενημέρωσης) ελέγχονται ασφυκτικά από το Κρεμλίνο.
Μετά από τρία χρόνια πολέμου, η Ρωσία έχει εναποθέσει τις ελπίδες της στον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος, ανατρέποντας τη διεθνή μεταπολεμική ισορροπία, συντάσσεται με τον Πούτιν για «να ξεμπερδεύει» με το πρόβλημα Ουκρανία. Ο Πούτιν προσδοκά την επίλυση του Ουκρανικού με τους δικούς του όρους, οι οποίοι θα πρέπει να περιλαμβάνουν και την άρση των δυτικών κυρώσεων εναντίον της Μόσχας ώστε να επανεκκινήσει η ρωσική οικονομία. Αν όλα αυτά λογίζονται ως «σωτηρία της Ρωσίας», τότε ο Πούτιν έχει αποτύχει.
Ο Πούτιν ανήλθε στην εξουσία σε μια περίοδο που η Ρωσία προσπαθούσε να ανακάμψει μετά τη χαοτική εποχή Γέλτσιν, που ακολούθησε τη διάλυση της ΕΣΣΔ το 1991. Ηταν μια χώρα με προβληματική οικονομία, με έναν ασταθή πρόεδρο ο οποίος έπληττε το κύρος της διεθνώς. «Υπήρχε όμως μια δυναμική ως προς την ανάκαμψη της οικονομίας, μια δυναμική και ως προς τη θεώρηση του κομμουνιστικού παρελθόντος, ως προς την υπέρβασή του. Στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, μπορούσε κανείς να ελπίζει ότι η Ρωσία, με τον ρυθμό της, θα αναπτυσσόταν οικονομικά, ότι θα γινόταν μια δημοκρατική χώρα» λέει στο «Βήμα» η Σεσίλ Βεσιέ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Ρεν, διευθύντρια του Τμήματος Ρωσικών, Σοβιετικών και Μετασοβιετικών Σπουδών.
Ο Πούτιν δεν βελτίωσε τη ρωσική οικονομία παρότι στάθηκε εξαιρετικά τυχερός. Λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, τον Μάιο του 2000, οι τιμές του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, του νικελίου, του βωξίτη της Ρωσίας, άρχισαν να ανεβαίνουν και δεν σταμάτησαν παρά μόνον το καλοκαίρι του 2008. Επί μια οκταετία, αυτό το «μάννα» γέμιζε τα ταμεία του κράτους αλλά και τις τσέπες του Πούτιν και όσων κυβερνούσαν μαζί του.
Παρήχθη πολύς πλούτος, πολύ περισσότεροι Ρώσοι άρχισαν να ζουν καλύτερα, και ο Πούτιν έχτισε ένα πελατειακό κράτος με επιχειρηματίες φίλα προσκείμενους σε αυτόν. Ωστόσο δεν προχώρησε σε καμία μεταρρύθμιση, αντιθέτως, διέλυσε το κράτος δικαίου.
Την ίδια περίοδο, εδραίωσε την εξουσία του με τον δεύτερο πόλεμο της Τσετσενίας (1999-2009), τον οποίο κέρδισε εγκαθιστώντας φιλορωσικές κυβερνήσεις και χάρη στον έλεγχο του στρατού, των μυστικών υπηρεσιών και στο χρήμα. Η Δύση παρακολουθούσε τη «σάγκα Πούτιν» με ενδιαφέρον, αλλά χωρίς εμφανή ανησυχία.
Ούτε ο πόλεμος της Τσετσενίας, τον οποίο όσοι επέκριναν, όπως η ανεξάρτητη δημοσιογράφος Αννα Πολιτκόφσκαγια, εξολοθρεύονταν, ούτε οι φυλακίσεις ολιγαρχών όπως ο πρώην επικεφαλής του ενεργειακού κολοσσού Yukos Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, ο οποίος δεν ήταν άγιος, ήταν όμως ένα αντίβαρο στον Πούτιν, και ο οποίος φυλακίστηκε επί μια δεκαετία (2003-2013), ούτε η εισβολή της Ρωσίας στη Γεωργία, το 2008, θορύβησαν τη Δύση.
Μετά το 2008, η σχέση των Ρώσων με τον Πούτιν άρχισε να φθείρεται. Μέχρι τότε, πάρα πολλοί Ρώσοι τον υποστήριζαν, γιατί ήταν νέος, δυναμικός και έδινε άλλη εικόνα της Ρωσίας. Το 2012, την ημέρα που εγκαινίαζε την τρίτη προεδρική του θητεία (μετά από την «αναγκαστική» παρένθεση της προεδρίας Μεντβέντεφ, το 2008-2012, στη διάρκεια της οποίας ο Πούτιν παρέμεινε πρωθυπουργός), οι Ρώσοι διαδήλωσαν μαζικά αντιδρώντας στην τρίτη προεδρική θητεία του Πούτιν. Οι διαμαρτυρίες κατεστάλησαν.
Σήμερα πλέον οι Ρώσοι αντιλαμβάνονται ότι ο Πούτιν βρίσκεται πάρα πολύ καιρό στην εξουσία και ότι η ζωή τους δεν καλυτερεύει, ενώ οι ολιγάρχες ζουν στη χλιδή. Το πρόβλημα είναι ότι στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης δεν ακούγονται άλλες φωνές πάρα μόνον η προπαγάνδα του Πούτιν. «Για να έχουν ελεύθερη πληροφόρηση, οι Ρώσοι θα πρέπει να βγουν από τη χώρα και οι Ρώσοι που ταξιδεύουν πλέον, είναι πολύ λίγοι» λέει η Σεσίλ Βεσιέ, και προσθέτει ότι «αυτή η γενικευμένη καταστολή είναι ενδεικτική του ότι το καθεστώς Πούτιν αναγνωρίζει πως ο λαός δεν είναι με το μέρος του».
Εξαιτίας της καταστολής, η εικόνα της Δύσης για τη ρωσική κοινωνία είναι ασαφής. Πολλοί Ρώσοι είναι τρομοκρατημένοι, ξέρουν για παράδειγμα ότι το Facebook ελέγχεται από την FSB (μυστικές υπηρεσίες), ότι άνθρωποι φυλακίζονται επειδή έκαναν «like» σε μια ανάρτηση. Υπάρχουν Ρώσοι που εναντιώνονται στον Πούτιν, πόσοι όμως είναι ουδείς μπορεί να προσδιορίσει με ακρίβεια.
Υπάρχουν βεβαίως και αυτοί που εξακολουθούν να στηρίζουν τον Πούτιν γιατί έφερε μια κανονικότητα στη ζωή τους και γιατί δεν βλέπουν εναλλακτική στην εξουσία. Ο Πούτιν έχει εξολοθρεύσει όλους τους αντιπάλους του, από τον Μπορίς Νεμτσόφ, ως τον Αλεξέι Ναβάλνι, ενώ η σημερινή ρωσική αντιπολίτευση στη Διασπορά είναι κατακερματισμένη.
Κάποτε, το όνειρο του Πούτιν ήταν να βελτιώσει τη Ρωσία μέσω της σχέσης της με την Ευρώπη. Η Κίνα μας πέφτει μακριά, είναι πολύ διαφορετική, η Ρωσία είναι ευρωπαϊκή χώρα, έλεγε προ ετών στο BBC ο Αρκάντι Ντβόρκοβιτς, πρώην αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης. Μετά από μια εικοσιπενταετία αυταρχισμού, επεκτατισμού, πολέμων, με αποκορύφωμα την εισβολή στην Ουκρανία, η Ρωσία του Πούτιν μόνον ευρωπαϊκή και δημοκρατική χώρα δεν είναι.