Στο χείλος του γκρεμού βρίσκεται η Τερέζα Μέι, η οποία κατάφερε να ενώσει μια βαθιά διχασμένη Βρετανία: όλοι μισούν τη συμφωνία που διαπραγματεύτηκε για το Brexit, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους. Η επιβίωση της πρωθυπουργού της Βρετανίας είναι αμφίβολη καθώς ο ένας υπουργός της παραιτείται μετά τον άλλον, ενώ αναμένεται να συγκεντρωθεί ο απαραίτητος αριθμός Συντηρητικών βουλευτών που θα ζητήσουν την αντικατάστασή της προκειμένου ο νέος πρωθυπουργός να ακολουθήσει «διαφορετική πορεία» προς το Brexit, όποια και αν είναι αυτή.
Αμφίβολο είναι και το πού θα οδηγηθεί τελικά η Βρετανία: σε ένα μισο-Brexit όπου όλες οι πλευρές θεωρούν ότι οδηγεί η συμφωνία ανάμεσα στο Λονδίνο και στις Βρυξέλλες («Brexs*it» τη χαρακτήρισε η εφημερίδα «Sun»), στην αντικατάσταση της Μέι όπως προσπαθούν να πετύχουν οι σκληροπυρηνικοί υπέρ του Brexit βουλευτές του Συντηρητικού Κόμματός της, σε νέες εκλογές αν τις δρομολογήσει το Εργατικό Κόμμα, σε ένα νέο δημοψήφισμα όπως ζήτησαν αρκετοί βουλευτές (ακόμη και Συντηρητικοί) στην επεισοδιακή συζήτηση στη Βουλή την Πέμπτη, σε επαναδιαπραγμάτευση με την ΕΕ. την οποία προς το παρόν αποκλείουν οι Ευρωπαίοι με πρώτη την Ανγκελα Μέρκελ, ή στην αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ χωρίς συμφωνία;
Εσωκομματική
σύγκρουση στους Τόρις
Η εσωκομματική απειλή προς τη Μέι ξεκίνησε με μια επιστολή του σκληροπυρηνικού Τζέικομπ Ρις-Μογκ που ζητεί την πραγματοποίηση ψηφοφορίας εμπιστοσύνης στο πρόσωπο της πρωθυπουργού, για την οποία απαιτούνται 48 επιστολές Συντηρητικών βουλευτών. Δεν είναι σαφές πόσες έχουν ήδη αποσταλεί, αλλά η πλευρά των σκληροπυρηνικών υποστηρίζει ότι έφθασαν τον απαιτούμενο αριθμό.
Ο Ρις-Μογκ δήλωσε ότι η διαδικασία ανάμεσα στους βουλευτές των Τόρις για την επιλογή του διαδόχου της Μέι θα μπορούσε να ξεκινήσει σύντομα. Ανάμεσα στους διεκδικητές συγκαταλέγονται ο έτερος σκληροπυρηνικός Μπόρις Τζόνσον, ο πρώην υπουργός για το Brexit Ντόμινικ Ράαμπ, που παραιτήθηκε την Πέμπτη διαμαρτυρόμενος για τη συμφωνία, και η πρώην υπουργός Εργασίας Εστερ Μακ Βέι, που επίσης παραιτήθηκε την Πέμπτη.
Η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να συγχέεται με την ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση που πραγματοποιείται στη Βουλή. Είναι ένα εσωτερικό ζήτημα των Τόρις. Αφού συγκεντρωθούν 48 επιστολές, θα πραγματοποιηθεί μυστική ψηφοφορία των 315 Συντηρητικών βουλευτών με το ερώτημα αν έχουν εμπιστοσύνη στη Μέι και η πρωθυπουργός χρειάζεται 158 ψήφους για να κερδίσει. Οπως σημειώνει ο βρετανικός Τύπος, είναι εύκολο να συγκεντρωθούν οι 48 Τόρις που θα στείλουν επιστολές και πολύ δυσκολότερο οι 158 που θα καταψηφίσουν τη Μέι. Αν η Μέι κερδίσει, δεν μπορεί να κατατεθεί άλλη πρόταση εναντίον της πριν περάσει ένας χρόνος.
Αν δεν αλλάξει άρδην η κατάσταση λόγω της «επανάστασης των 48», η επόμενη μεγάλη μάχη θα δοθεί όταν η βρετανική Βουλή ψηφίσει για να περάσει ή όχι η συμφωνία για το Brexit, η οποία δεν μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή αν δεν την εγκρίνουν οι βουλευτές. Η κρισιμότατη αυτή ψηφοφορία θα πραγματοποιηθεί μέσα στον Δεκέμβριο (στον βρετανικό Τύπο κυκλοφορούν ως πιθανές ημερομηνίες η 7η και η 18η Δεκεμβρίου). Από την πρώτη στιγμή που δόθηκε η συμφωνία στη δημοσιότητα, η Μέι προσπαθεί να καλλιεργήσει τον φόβο για μια έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ χωρίς συμφωνία, προκειμένου να πείσει τους αμφιταλαντευόμενους βουλευτές να την υπερψηφίσουν.
Τα σενάρια και
οι αριθμοί στη Βουλή
Οπως έχουν τα πράγματα σήμερα, τα «κουκιά» δεν βγαίνουν. Χρειάζονται 320 ψήφοι για να περάσει η συμφωνία. Η Μέι ή ο διάδοχός της μπορεί να υπολογίζει στη θετική ψήφο των 202-259 Συντηρητικών βουλευτών. Από τους υπόλοιπους Τόρις, οι 51 συγκαταλέγονται στους σκληροπυρηνικούς υπέρ του Brexit και δεν θα ψηφίσουν μια συμφωνία η οποία θεωρούν ότι «παγιδεύει» τη Βρετανία εντός της ΕΕ για αδιευκρίνιστο διάστημα, ενώ οι 16 είναι δηλωμένα υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ και ζητούν νέο δημοψήφισμα. Οι 10 βουλευτές του βορειοϊρλανδικού κόμματος DUP, που στήριξαν την κυβέρνηση μειοψηφίας της Μέι, δήλωσαν απερίφραστα ότι θα καταψηφίσουν τη συμφωνία επειδή αποκόπτει τη Βόρεια Ιρλανδία από την υπόλοιπη Βρετανία προκειμένου να αποφευχθεί ένα «σκληρό σύνορο» με την Ιρλανδία.
Υπάρχουν τουλάχιστον 15 «επαναστάτες» βουλευτές των Εργατικών που θα μπορούσαν να υπερψηφίσουν τη συμφωνία, όμως είναι αμφίβολο αν θα το κάνουν (γιατί θα φανούν ότι στηρίζουν τη συντηρητική κυβέρνηση), ενώ ακόμη και με την υποστήριξή τους δεν συγκεντρώνονται οι απαραίτητες ψήφοι για να περάσει.
Αν καταψηφιστεί η συμφωνία για το Brexit στη βρετανική Βουλή, η Μέι ή ο διάδοχός της μπορεί να επιχειρήσει να πείσει τις Βρυξέλλες για επαναδιαπραγμάτευση, όμως προς το παρόν οι «27» το αποκλείουν. Θα μπορούσε επίσης να αναβάλει την ημερομηνία του Brexit (αν συμφωνήσουν οι «27») και να διοργανώσει νέο δημοψήφισμα, όμως η βρετανίδα πρωθυπουργός έχει αποκλείσει επανειλημμένως αυτό το ενδεχόμενο, ενώ αν ο πιθανός διάδοχός της είναι οπαδός ενός «σκληρού Brexit» δεν πρόκειται να το κάνει.
Ο Κόρμπιν και οι επιλογές
των Εργατικών
Σε περίπτωση που καταψηφιστεί η συμφωνία στη βρετανική Βουλή τον Δεκέμβριο, η προκαθορισμένη επιλογή είναι ένα Brexit χωρίς συμφωνία στις 29 Μαρτίου 2019. Εκτός αν η πλειοψηφία των βουλευτών ψηφίσει για να συμβεί κάτι άλλο. Για παράδειγμα, αν το Εργατικό Κόμμα καταθέσει πρόταση μομφής εναντίον του πρωθυπουργού, όποιος και αν είναι αυτός (χρειάζεται και την ψήφο περίπου 12 Συντηρητικών βουλευτών για να την κερδίσει), ως μοναδικό τρόπο για να αποφευχθεί ένα Brexit χωρίς συμφωνία. Αυτό θα ανοίξει τον δρόμο για νέες εκλογές ύστερα από μια περίοδο 14 ημερών, κατά την οποία ο ηγέτης των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν θα προσπαθήσει να σχηματίσει κυβέρνηση. Θα μπορούσε να το καταφέρει αν εξασφαλίσει την υποστήριξη 12 Συντηρητικών βουλευτών, ενδεχομένως υπό τον όρο ότι θα σταματήσει ένα Brexit χωρίς συμφωνία.
Στο συνέδριο των Εργατικών τον Σεπτέμβριο είχε αποφασιστεί ότι αν η συμφωνία καταψηφιστεί στη Βουλή, το κόμμα θα προσπαθήσει να διοργανωθούν νέες εκλογές. Αν δεν τα καταφέρει, θα εξετάσει όλες τις επιλογές, περιλαμβανομένου ενός νέου δημοψηφίσματος. Εργατικοί βουλευτές που υποστηρίζουν να τεθεί η τελική συμφωνία για το Brexit σε νέο δημοψήφισμα δήλωσαν στη διάρκεια αυτής της εβδομάδας πως, δεδομένου ότι όλο και περισσότεροι Τόρις θα υποστήριζαν ένα νέο δημοψήφισμα, αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να ανατραπεί το Brexit.
Εν τω μεταξύ, στη θέση του υπουργού για το Brexit ορίστηκε την Παρασκευή ο Στίβεν Μπάρκλει, μετά την παραίτηση του Ράαμπ την προηγούμενη. Ο Μπάρκλει έχει δουλειά μπροστά του γιατί η συμφωνία καλύπτει μόνο την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ ενώ εντός των ημερών πρέπει να συμφωνηθεί και η τελική μορφή της πολιτικής δήλωσης για την μελλοντική εμπορική σχέση της Βρετανίας με την ΕΕ (η ίδια η μακροχρόνια εμπορική σχέση που θα έχει η Βρετανία με τους «27» θα συμφωνηθεί στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που προβλέπει η συμφωνία του Brexit).
Τι προβλέπει η συμφωνία αποχώρησης για τη μεταβατική περίοδο
Η μεταβατική περίοδος θα ξεκινήσει αμέσως μετά το Brexit, δηλαδή στις 29 Μαρτίου 2019, θα διαρκέσει 21 μήνες, δηλαδή ως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, και στη διάρκειά της η Βρετανία θα συνεχίσει να υπόκειται στους κανόνες της ΕΕ. Στόχος της μεταβατικής περιόδου είναι να δώσει στις κυβερνήσεις και στις επιχειρήσεις περισσότερο χρόνο για να προετοιμαστούν για την πλήρη απόσπαση της Βρετανίας από την ΕΕ, καθώς και για να φθάσουν σε μια εμπορική συμφωνία που θα διέπει τις μελλοντικές σχέσεις τους.
Κατά τη μεταβατική περίοδο, η Βρετανία θα παραμείνει στη δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και όλες οι αποφάσεις που θα λαμβάνονται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς θα δεσμεύουν και τη Βρετανία – γεγονός που αποτελεί ανάθεμα για τους σκληροπυρηνικούς του Brexit που επιθυμούν «να πάρουμε πίσω τον έλεγχο της νομοθεσίας μας». Αν χρειαστεί, η μεταβατική περίοδος μπορεί να παραταθεί, αλλά η συμφωνία δεν προσδιορίζει έως πότε: αναφέρει «ως τις 31 Δεκεμβρίου 20ΧΧ» – επίσης ανάθεμα για τους σκληροπυρηνικούς του Brexit που θεωρούν ότι η Βρετανία θα εγκλωβιστεί σε μια αιώνια μεταβατική περίοδο.
Βόρεια Ιρλανδία
Λονδίνο και Βρυξέλλες είχαν συμφωνήσει από πέρυσι ότι δεν θα υπάρξει ένα «σκληρό σύνορο» ανάμεσα στη Βόρεια Ιρλανδία και την Ιρλανδία, όμως το πώς ακριβώς θα γίνει αυτό κυριάρχησε τους τελευταίους μήνες στις διαπραγματεύσεις. Αν οι δυο πλευρές δεν φθάσουν σε εμπορική συμφωνία ως το τέλος της μεταβατικής περιόδου και αν αυτή δεν παραταθεί, τότε θα τεθεί σε εφαρμογή ο «μηχανισμός ασφαλείας» («backstop»), το οποίο σημαίνει ότι η ΕΕ και η Βρετανία θα αποτελέσουν ένα «ενιαίο τελωνειακό έδαφος» έως ότου «τεθεί σε ισχύ μια μεταγενέστερη συμφωνία». Η Β. Ιρλανδία θα είναι σε βαθύτερη τελωνειακή ένωση με την ΕΕ και στενότερα δεσμευμένη από τους κανόνες της ενιαίας αγοράς απ’ όσο η υπόλοιπη Βρετανία. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχουν έλεγχοι στην διακίνηση ορισμένων προϊόντων από τη Βρετανία στη Β. Ιρλανδία, στο οποίο αντιτίθεται σφοδρά το βορειοϊρλανδικό κόμμα DUP που στηρίζει την κυβέρνηση της Μέι στη Βουλή. «Η ΕΕ και η Βρετανία συμφώνησαν να πραγματοποιούνται αυτοί οι έλεγχοι με τον λιγότερο δυνατό παρεμβατικό τρόπο» αναφέρει η συμφωνία.
Οσο ισχύει ο «μηχανισμός ασφαλείας», η Βρετανία θα είναι υποχρεωμένη να τηρεί αυτούσιους τους ευρωπαϊκούς κανόνες για «ίσους όρους ανταγωνισμού» με την υπόλοιπη ΕΕ, οι οποίοι αφορούν τον ανταγωνισμό, τις κρατικές επιχορηγήσεις, την απασχόληση, το περιβάλλον και τη φορολογία (προκειμένου τα βρετανικά προϊόντα να μην κάνουν αθέμιτο ανταγωνισμό στα ευρωπαϊκά). Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, ότι η Βρετανία δεν θα μπορεί να εφαρμόζει διαφορετικές προδιαγραφές για το περιβάλλον ή τα εργασιακά, το οποίο εξοργίζει τους σκληροπυρηνικούς του Brexit που οραματίζονται μια βρετανική οικονομία με χαμηλή φορολογία και απαλλαγμένη από ελέγχους και κανονισμούς.
Για την έξοδο από τον «μηχανισμό ασφαλείας», η συμφωνία αναφέρει ότι «αν μία από τις δύο πλευρές θεωρήσει κάποια στιγμή ότι δεν είναι αναγκαίος, θα το γνωστοποιήσει στην άλλη». Τότε θα συσταθεί μια κοινή επιτροπή και οι δύο πλευρές θα πρέπει «να συμφωνήσουν από κοινού» να βάλουν τέλος στον «μηχανισμό ασφαλείας». Οι σκληροπυρηνικοί του Brexit αντιτίθενται σφοδρά σε αυτή την πρόβλεψη καθώς θεωρούν ότι η Βρετανία πρέπει να μπορεί να βγει μονομερώς από κάθε είδους τελωνειακή ένωση όποτε επιθυμεί.
Μετανάστευση
Οι πολίτες της ΕΕ και οι οικογένειές τους θα έχουν το δικαίωμα να ζουν και να εργάζονται στη Βρετανία ως το τέλος της μεταβατικής περιόδου τον Δεκέμβριο του 2020. Το ίδιο ισχύει για τους Βρετανούς που ζουν στην ΕΕ. Οσοι Ευρωπαίοι μετακομίσουν στη Βρετανία πριν από το τέλος της μεταβατικής περιόδου, θα τους επιτραπεί να παραμείνουν και μετά το πέρας της και αν παραμείνουν επί πέντε χρόνια θα δικαιούνται μόνιμη άδεια παραμονής.
Αλλά μετά το τέλος της μεταβατικής περιόδου η συμφωνία επιτρέπει στη Βρετανία να απαιτήσει από τους ευρωπαίους πολίτες να κάνουν αίτηση για νέα άδεια παραμονής. Η συμφωνία ορίζει ότι η αίτηση «πρέπει να είναι σύντομη, απλή και φιλική προς τον χρήστη». Το αυτό ισχύει για τους Βρετανούς σε χώρες της ΕΕ.