Μια από τις θεατρικές παραστάσεις που συζητήθηκαν περισσότερο πέρυσι στη Βρετανία ήταν το «Αλληλούια!» του αειθαλούς Αλαν Μπένετ. Εκτυλίσσεται στη γηριατρική πτέρυγα ενός νοσοκομείου που κινδυνεύει να κλείσει και δείχνει πώς το τραγούδι μπορεί να νικήσει την κατάθλιψη και τον φόβο του θανάτου. H παράσταση κλείνει με τον δόκτορα Βάλενταϊν (Σάσα Νταουάν), έναν ασιάτη γιατρό που ήρθε στην Αγγλία για να σπουδάσει Ιατρική, εργάστηκε για πολλά χρόνια στα καλύτερα νοσοκομεία, τα έδωσε όλα, ήταν σε όλα Αγγλος εκτός από το όνομά του, αλλά απελάθηκε όταν αποκαλύφθηκε ότι είχε λήξει η βίζα του.
«Ανοιξε την αγκαλιά σου, Αγγλία…»
«Εγώ εδώ δεν έχω θέση» λέει ο γιατρός απευθυνόμενος στο κοινό. Και συνεχίζει με το τραγούδι του Αριελ από την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ: «Εδώ στους άμμους φθάσετε, κ’ εδώ χεροπιασθήτε. Το δικό μου χέρι δεν το θέλει όμως κανείς, κι έτσι, ανεπιθύμητος σε αυτές τις εχθρικές ακτές, πρέπει να απαλλάξω τους άλλους από το φορτίο τού να είμαι Αγγλος και να γίνω αυτό που πάντα ένιωθα, ένας εκτοπισμένος. Τι υπάρχει για μένα εδώ, όπου η εκπαίδευση είναι προνόμιο και η ιθαγένεια κομπασμός; Οταν αφήνετε τους φτωχούς να πεινάσουν και παραμελείτε τους γέρους, τι σας κάνει ακόμη τόσο ιδιαίτερους; Δεν υπάρχει κανείς να σας αγγίξει, αλλά και ποιος ακόμη το θέλει; Ανοιξε την αγκαλιά σου Αγγλία, προτού να είναι πολύ αργά».
Ομως η Αγγλία κλείνει την αγκαλιά της. Οπως την κλείνει η Ευρώπη. Οπως την κλείνει η Αμερική: οι κυβερνητικές υπηρεσίες έχουν παραλύσει εκεί εδώ κι έναν μήνα επειδή ο πρόεδρος Τραμπ επιμένει να κατασκευάσει ένα τείχος κατά μήκος των συνόρων με το Μεξικό που θα σταματάει τους μετανάστες. Ζούμε την εποχή των τειχών. Οταν οι Βερολινέζοι γκρέμισαν το τείχος τους, το 1989, τα τείχη σε όλον τον κόσμο έφταναν τα 16. Σήμερα έχουν φτάσει τα 63. Κι αν τότε ο σκοπός των τειχών ήταν να εμποδίζουν τους ανθρώπους να βγαίνουν, σήμερα είναι να τους εμποδίζουν να μπαίνουν.
Θα κερδίσουν
οι οπαδοί του φόβου;
Ο Νάιαλ Φέργκιουσον το θεωρεί φυσιολογικό. Η αμερικανική Αριστερά, έγραψε ο γνωστός – και πολύ συντηρητικός – σκωτσέζος ιστορικός στους «Τάιμς» της περασμένης Κυριακής, θέλει ανοιχτά σύνορα. Και δεν χρειάζεται να είσαι οπαδός του Τραμπ για να θεωρείς ότι αυτό είναι σκέτη παράνοια. Ηταν εύκολο να είσαι εναντίον των τειχών όταν φυλάκιζαν Ανατολικογερμανούς και Βορειοκορεάτες. Είναι πολύ πιο δύσκολο όμως όταν τα πλέον ανελεύθερα καθεστώτα δεν κάνουν μια προσπάθεια να συγκρατήσουν τους πολίτες τους. Σύμφωνα με μια έρευνα του 2017, πάνω από 700 εκατομμύρια ενήλικοι σε όλον τον κόσμο θα ήθελαν να εγκατασταθούν μονίμως σε μια άλλη χώρα. Από αυτούς, το 21% θα ήθελε να μεταβεί στην Αμερική και το 23% σε μια χώρα της ΕΕ. Θα τους αφήσουμε;
Αν η επιλογή είναι μεταξύ ανοιχτών συνόρων και αμυντικών τειχών – καταλήγει ο Φέργκιουσον -, η ιστορία δείχνει ότι θα κερδίσουν τα τείχη, και αυτοί που τα χτίζουν. Ομως το δίλημμα αυτό είναι αυθαίρετο. Ο ίδιος ιστορικός θυμίζει ένα παλιότερο επεισόδιο από την τηλεοπτική σειρά «South Park», όπου η Εθνοφρουρά προσπαθεί να εμποδίσει απελπισμένους Μεξικανούς να εγκαταλείψουν μια Αμερική βυθισμένη σε ύφεση και να επιστρέψουν στη χώρα τους. Οι δυτικές οικονομίες χρειάζονταν πάντα τους μετανάστες. Οχι οποιουσδήποτε μετανάστες και όχι οσουσδήποτε μετανάστες. Αλλά χωρίς καθόλου μετανάστες θα τα βρουν μπαστούνια.
Οι Δημοκρατικοί το ξέρουν. Και γι’ αυτό επιμένουν ότι το τείχος του Τραμπ θα κάνει ανεπανόρθωτη ζημιά – οικονομική, πολιτική, ηθική. Ξέρουν επίσης ότι όσο συνεχίζεται το shutdown εξαιτίας των εμμονών του Τραμπ, τόσο θα μεγαλώνει η δυσαρέσκεια των Αμερικανών που βλέπουν την καθημερινότητά τους να αναστατώνεται. «Οταν κλείσουν τα αμερικανικά αεροδρόμια, θα ξέρουμε πια ότι ήρθε η ώρα του impeachment» είπε χαρακτηριστικά ένας αμερικανός δημοσιογράφος.
Οι «πεταλούδες»
της ελληνικής πολιτικής
Αν πάντως ζούμε πράγματι την εποχή των τειχών, αυτό δεν αφορά τα πολιτικά τείχη στην Ελλάδα. Τα τείχη αυτά γκρεμίζονται εδώ με χαρακτηριστική ευκολία τα τελευταία χρόνια και βουλευτές μεταπηδούν από το ένα κόμμα στο άλλο σαν να είναι πεταλούδες. Οι δεξιοί γίνονται αριστεροί, οι μνημονιακοί αντιμνημονιακοί, αυτοί που αντιτάσσονταν κάποτε σε οποιονδήποτε συμβιβασμό στο Μακεδονικό εντάσσονται σε κόμματα που εργάζονται γι’ αυτόν τον συμβιβασμό κι εκείνοι που ήταν κάποτε διαλλακτικοί και μετριοπαθείς έχουν γίνει σήμερα οι πιο φανατικοί. Το είδαμε τις τελευταίες ημέρες στη Βουλή: χάρη σε αυτές ακριβώς τις μεταπηδήσεις, δικαιολογημένες ή μη, με ανταλλάγματα ή χωρίς, κατέστη δυνατή η επιβίωση της κυβέρνησης. Μόνο που αυτοί που καταγγέλλουν σήμερα αυτές τις πρακτικές επωφελήθηκαν από τις ίδιες πρακτικές στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν. Οι βουλευτές, όπως και όλοι οι πολίτες των δημοκρατικών χωρών, είναι ασφαλώς πάνω απ’ όλα ελεύθερα όντα. Και τα τείχη, όλων των ειδών τα τείχη, περιορίζουν εξ ορισμού αυτή την ελευθερία. Υπάρχει όμως και μια ευθύνη απέναντι στους ψηφοφόρους. Η ευθύνη που επιτάσσει ότι όταν σε ψηφίζουν για ορισμένες θέσεις δεν μπορείς να υποστηρίζεις τις αντίθετες. Πρέπει πρώτα να παραιτηθείς κι ύστερα να επανεκλεγείς – αν επανεκλεγείς – με τις καινούργιες.
Την ίδια ευθύνη επικαλείται άλλωστε ο Τραμπ όταν επιμένει να κατασκευαστεί το τείχος του, όπως την επικαλείται και η Νάνσι Πελόζι για να δικαιολογήσει τη μέχρις εσχάτων αντίθεση του κόμματός της.
Η δημοκρατία και
η ευθύνη των πολιτών
Ποιος δίνει τη λύση; Η δημοκρατία φυσικά. Οταν οι πολίτες συνειδητοποιήσουν ότι τα τείχη που τους υπόσχονται οι λαϊκιστές φέρνουν μόνο αρνητικά αποτελέσματα, αφού η παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί να ανακοπεί με τέτοιους τρόπους, θα τους μαυρίσουν. Το ίδιο ακριβώς θα κάνουν με τους πολιτικούς που αλλάζουν θέσεις σαν τα πουκάμισα, επιδιώκοντας κάθε φορά τα μέγιστα δυνατά οφέλη. Και οι ισορροπίες θα αποκατασταθούν.
«Οσοι φοβούνται χτίζουν τείχη κι όσοι ελπίζουν χτίζουν γέφυρες» έγραψε κάποιος. Εκεί βρίσκεται η μεγάλη πρόκληση των ημερών: αν θα κερδίσει ο φόβος ή η ελπίδα.