Για τους κινδύνους από μια ενδεχόμενη συγκυβέρνηση του δεξιού ΡΡ με το ακροδεξιό Vox μιλάει στο «Βήμα» η Αλάνα Μοσέρι, αναλύτρια και καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων στο διεθνές Πανεπιστήμιο IE University της Μαδρίτης.
Ο Πέδρο Σάντσεθ θεωρείται ένας επιτυχημένος πρωθυπουργός. Γιατί λοιπόν κινδυνεύει να μην επανεκλεγεί;
«Πράγματι, υιοθέτησε κάποιες επιτυχημένες πολιτικές, οικονομικά η χώρα διανύει μια περίοδο σταθερότητας και έχει ισχυροποιήσει την παρουσία της στην Ευρώπη. Το βασικό ατόπημά του ήταν οι συνεργασίες με αυτονομιστές, Καταλανούς και Βάσκους. Συγκεκριμένα, είχε συνάψει μια συμφωνία στήριξης με το βασκικό κόμμα Bildu, με αρχηγό τον Αρνάλντο Οτέγι, καταδικασμένο πρώην τρομοκράτη της ΕΤΑ. Αυτό φαίνεται ότι του στοίχισε. Το άλλο είναι το «ναι σημαίνει ναι», ένα αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο που είχε στόχο να προσδιορίσει ακόμη πιο συγκεκριμένα την έννοια της συναίνεσης. Αχρείαστο ίσως, ατυχές στην εκτέλεσή του σίγουρα, πήγαζε όμως από καλές προθέσεις. Επίσης είναι σημαντικό να λάβουμε υπόψη ότι αυτή ήταν η πρώτη κυβέρνηση συνεργασίας στη μετά τον Φράνκο Ισπανία. Σε μια συγκυβέρνηση, είναι αναμενόμενο να υπάρχουν εσωτερικές διαμάχες. Ηταν όμως πρωτοφανές για τους Ισπανούς να έχουν μια κυβέρνηση χωρίς πλήρη συνοχή, που δεν συμφωνούσε μεταξύ της στα πάντα. Ωστόσο, παρόλο που το PP προτάσσει τη σταθερότητα, μια ενδεχόμενη συγκυβέρνησή του με το Vox θα αυξήσει την αίσθηση αστάθειας».
Ο Σάντσεθ ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά τις πρόωρες εκλογές. Τελικά ποιος επωφελήθηκε περισσότερο από αυτή τη σύντομη, δίμηνη προεκλογική περίοδο;
«Η στρατηγική του Σάντσεθ ήταν πολύ απλή. Δεν είχε πολλά πράγματα να πει πέρα από το ότι η εναλλακτική συνεπάγεται συγκυβέρνηση με το ακροδεξιό Vox. Στην ουσία εκεί πόνταρε, και η ερώτηση που πρόβαλλε, όπως και η Γιολάντα Ντίαθ του Σουμάρ, είναι το «θέλουμε να πάμε πίσω;». Η δεξιά, από την άλλη, επιδόθηκε σε μια πρωτοφανή λασπολογία εναντίον του Σάντσεθ, αποκαλώντας τον προδότη με κεντρικά συνθήματα το «να σε ψηφίσει ο Τσαπότε» (διαβόητος βάσκος τρομοκράτης) και το «Σάντσεθ ή Ισπανία». Το κεντρικό ντιμπέιτ ανάμεσά τους ήταν ενδεικτικό, αφού η στρατηγική και των δύο αναλώθηκε στο ποιος συνεργάζεται με τους πιο ακραίους».
Τι θα σήμαινε μια νίκη του Λαϊκού Κόμματος (ΡΡ);
«Καθώς το PP εστίασε στην «προδοσία» του Σάντσεθ, ελάχιστα ξέρουμε για τις πολιτικές που θα ακολουθήσει ή τις αλλαγές που θα κάνει. Ακόμη και στην ιστοσελίδα του δεν θα βρει κανείς αρκετές λεπτομέρειες, όχι μόνο για τα εγχώρια θέματα αλλά ούτε και για την εξωτερική πολιτική, μιας και η Ισπανία αυτή τη στιγμή κατέχει την προεδρία της ΕΕ. Επιπλέον, το PP θα χρειαστεί όπως όλα δείχνουν να συγκυβερνήσει με το Vox, οπότε πιθανότατα θα τους πάρει αρκετό καιρό να σχηματίσουν κυβέρνηση».
Τι θα φέρει μια ενδεχόμενη μετάβαση από την «προοδευτική συγκυβέρνηση» στη συγκυβέρνηση με ένα ακροδεξιό κόμμα;
«Ενα από τα βασικά που θα επηρεαστούν από κάτι τέτοιο είναι το θέμα των αποσχιστικών τάσεων, Βάσκων και Καταλανών. Κατά τη διακυβέρνηση Σάντσεθ το ζήτημα είχε ατονήσει αρκετά, καθώς υπήρχε μια αρμονική και λειτουργική συνεργασία. Για τους ακροδεξιούς αυτό είναι κόκκινο πανί, οπότε θα δούμε πιθανόν πολιτικές που μπορεί να προκαλέσουν αχρείαστη αναταραχή. Αναφορικά με τα κοινωνικά θέματα, καθώς το PP είναι αρκετά μετριοπαθές, είναι σημαντικό να δούμε τι συμφωνία θα υπάρξει μεταξύ αυτού και του Vox. Αντίστοιχα και σε άλλα θέματα βέβαια, όπως η οικονομία ή οι εξωτερικές σχέσεις της χώρας.
Στη συγκυβέρνηση του σοσιαλιστικού PSOE με το αριστερό Podemos είχε συμφωνηθεί ότι το PSOE θα είχε τον πλήρη έλεγχο των εξωτερικών ζητημάτων. Ελπίζω ότι το PP θα κάνει το ίδιο. Για παράδειγμα, το Vox έχει αναφέρει ότι επιθυμεί αποχώρηση από τη συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή. Θεωρώ πως το PP δεν θα το επέτρεπε. Μένει να φανεί βέβαια».