Οι Ευρωπαίοι πρέπει να παραμείνουν ενωμένοι προκειμένου να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους διότι οι ΗΠΑ μιλούν και καταλαβαίνουν τη γλώσσα της ισχύος, είπε σε αποκλειστική συνέντευξη στο «Βήμα» η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ρομπέρτα Μέτσολα, εν όψει της επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.

«Ο πρόεδρος Τραμπ εξελέγη από τον αμερικανικό λαό και δεν πρέπει να είμαστε αφελείς ή να εκπλαγούμε με το γεγονός ότι η κυβέρνησή του υπερασπίζεται τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Ειλικρινά, αυτό δεν είναι κάτι νέο στην αμερικανική ιστορία» τόνισε. Ομως, πρόσθεσε, και «εμείς εκλεγήκαμε από τους Ευρωπαίους και πρέπει επομένως να υπερασπιστούμε εξίσου τις ευρωπαϊκές οικογένειες, τη βιομηχανία και τα προϊόντα». Υπογράμμισε, ωστόσο, ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να δείξουν περισσότερη «αυτοπεποίθηση».

Αναφερόμενη στο ευρωατλαντικό εμπόριο είπε ότι έχει αξία πάνω από ένα τρισεκατομμύριο ευρώ και υποστηρίζει περίπου 16 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. «Κανένα κράτος-μέλος από μόνο του δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτή την οικονομική δύναμη πυρός. Εάν μείνουμε ενωμένοι και υπερασπιστούμε τα συμφέροντα της Ευρώπης, είμαι βέβαιη ότι θα μπορέσουμε να προωθήσουμε και να υποστηρίξουμε τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις μας».

«Ενωμένοι απέναντι στον Τραμπ»

Στις Βρυξέλλες έχει ξεκινήσει μεγάλη συζήτηση σχετικά με το ποιος ηγέτης θα μπορούσε να αναλάβει τον ρόλο «διαμεσολάβησης» με την κυβέρνηση Τραμπ, δεδομένων των προβλημάτων που προέκυψαν κατά την πρώτη θητεία του αμερικανού προέδρου στον Λευκό Οίκο. Οι «φίλοι» του Τραμπ στη Γηραιά Ηπειρο με προεξέχοντα τον ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπαν αλλά και την ιταλίδα ομόλογό του Τζόρτζια Μελόνι – και οι δύο μέλη της λεγόμενης ευρωπαϊκής «σκληρής» Δεξιάς – αναζητούν έναν τέτοιο ρόλο.

Η Μέτσολα, ωστόσο, διαφωνεί με αυτό το σενάριο. «Δεν νομίζω ότι οποιοσδήποτε ηγέτης μόνος – όποιος κι αν είναι – μπορεί να είναι τόσο αποτελεσματικός συνομιλητής όσο η ΕΕ στο σύνολό της. Η δύναμή μας έγκειται στο να μιλάμε με μια φωνή, όχι με είκοσι επτά μεμονωμένες. Και νομίζω ότι η γλώσσα της ισχύος είναι αυτή που οι ΗΠΑ μιλούν και καταλαβαίνουν αρκετά καλά» τόνισε η μαλτέζα πολιτικός.

«Εχει ανάγκη ο ένας τον άλλον»

Σε γενικές γραμμές, πάντως, η ευρωπαία ανώτατη αξιωματούχος τόνισε ότι οι ευρωατλαντικές σχέσεις πρέπει να ενισχυθούν ανεξάρτητα από τις πολιτικές εξελίξεις. «Ο κόσμος μπορεί να αλλάζει, αλλά η αφοσίωσή μας στην ενίσχυση της διατλαντικής σχέσης πρέπει να παραμείνει ακλόνητη. Η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεργάζονται σε τομείς που εκτείνονται πολύ πέρα ​​από την πολιτική. Η κοινή ιστορία, οι κοινές αξίες, όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και οι ανοιχτές κοινωνίες και οι αγορές, αποτελούν τα θεμέλια της συμμαχίας μας».

Υπογράμμισε ότι η ίδια ως πρόεδρος της Ευρωβουλής θα εστιάσει σε αυτά που «ενώνουν» ΗΠΑ και Ευρώπη. «Ως εκ τούτου, στις επαφές μου με τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ θα συνεχίσω να επιδιώκω την ευθυγράμμιση με τις ΗΠΑ όσον αφορά την παροχή κοινών λύσεων σε κοινές παγκόσμιες προκλήσεις, όπως η ανάγκη υποστήριξης της Ουκρανίας».

«Τώρα είναι η ώρα να προωθήσουμε έναν ισχυρότερο διατλαντικό δεσμό στην άμυνα, στο εμπόριο, στις παγκόσμιες υποθέσεις – αντί να εστιάσουμε την προσοχή μας σε διαλέξεις ή, χειρότερα, ηθικολογώντας στους τομείς στους οποίους μπορεί να έχουμε διαφορετικές προοπτικές. Σε τελική ανάλυση, με το διμερές εμπόριο να φτάνει σε ιστορικά υψηλά, είναι σαφές ότι και οι δύο εταίροι έχουν μεγάλη σημασία ο ένας για τον άλλον» πρόσθεσε.

Θα συνεχίσω να επιδιώκω την ευθυγράμμιση με τις ΗΠΑ όσον αφορά την παροχή κοινών λύσεων σε κοινές παγκόσμιες προκλήσεις, όπως η ανάγκη υποστήριξης της Ουκρανίας

Εστίαση στην οικονομία

Την περασμένη εβδομάδα οι φιλοευρωπαϊκές πολιτικές ομάδες (κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, Ευρωσοσιαλιστές και Φιλελεύθεροι), μετά από έντονες παρασκηνιακές διαβουλεύσεις τελικά κατάφεραν να ξεπεράσουν τις διαφωνίες τους και να συμφωνήσουν για τη νέα Κομισιόν. Το μεγάλο ζήτημα πλέον στις Βρυξέλλες είναι το κατά πόσο θα μπορέσει αυτή η φιλοευρωπαϊκή συμμαχία να έχει διάρκεια και να προωθήσει τα σχέδια της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής που θα αναλάβει επίσημα την 1η Δεκεμβρίου.

«Μπορούμε ακόμη να υπολογίζουμε σε μια φιλοευρωπαϊκή πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Είναι εύκολο να βρίσκεις απλώς συνθήματα για να λύνεις περίπλοκα ζητήματα. Ωστόσο, η εύρεση αποτελεσματικών λύσεων απαιτεί υπομονή και τέχνη για συμβιβασμούς. Είμαι βέβαιη ότι θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε να βρίσκουμε κοινές φιλοευρωπαϊκές λύσεις σε αυτό το Σώμα».

Αναφορικά με τις προτεραιότητες της επόμενης περιόδου, υπογράμμισε την ανάγκη αρχικά να μπει «τάξη στο δικό μας σπίτι. Οι άνθρωποι έχουν κάθε δικαίωμα να απαιτούν καλύτερη οικονομία και περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας. Η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ευρώπη υστερεί σε σχέση με τις ΗΠΑ, σημειώνοντας αύξηση μόνο 0,8% ετησίως σε σύγκριση με 1,1% στις ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία. Αυτό είναι κάτι περισσότερο από ένα στατιστικό. Είναι μια κλήση αφύπνισης και χρειαζόμαστε συλλογική απάντηση».

Τόνισε, επίσης, την ανάγκη για ανοιχτό και δίκαιο εμπόριο, με γνώμονα τους διεθνείς κανόνες και τις ευρωπαϊκές αξίες. «Για να απελευθερωθεί πλήρως το δυναμικό ανάπτυξης της ενιαίας αγοράς, τα κράτη-μέλη πρέπει να συνεργαστούν. Η εναρμόνιση, η ενοποίηση και η απλούστευση είναι ζωτικής σημασίας. Εάν η Ευρώπη θέλει σοβαρά να γίνει παγκόσμιος παίκτης, χρειαζόμαστε μια μεγάλη ευρωπαϊκή οικονομία. Πρέπει να δράσουμε, διότι έχουμε ό,τι χρειάζεται».