Οι δρόμοι στη Βαλένθια έχουν μετατραπεί σε ένα ατέλειωτο πάρκινγκ. Χιλιάδες μποτιλιαρισμένα, ακινητοποιημένα, αυτοκίνητα προσπαθούν να φτάσουν στον Νότο. Το ποτάμι υπερχείλισε, το νερό παρέσυρε οχήματα εν κινήσει, τρία 24ωρα μετά βρίσκονται ακόμα στη μέση του δρόμου. Ολοι προσπαθούν να φτάσουν στις πληγείσες περιοχές. Κάποιοι για να βοηθήσουν, κάποιοι γιατί δεν έχουν καταφέρει ακόμα να επικοινωνήσουν με τους δικούς τους ανθρώπους. Το ρεύμα είναι κομμένο και οι πόλεις βυθισμένες στο σκοτάδι. Δεν υπάρχει νερό, δεν υπάρχει Internet. Η αστυνομία φράζει τους δρόμους. Δίνει προτεραιότητα στον στρατό, στις ομάδες διασωστών, στα ασθενοφόρα και στα πυροσβεστικά. Παϊπόρτα, Καταρόχα, Τορέντ. Πόσο βροχή έριξε για να θαφτούν κάτω από το νερό πόλεις ολόκληρες που απέχουν χιλιόμετρα η μία από την άλλη;

Ο αριθμός των νεκρών τρομάζει. Ολοι φοβούνται ότι η λίστα των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους στην κακοκαιρία «Dana» θα μεγαλώσει, αφού δεν αποκλείεται να υπάρχουν ακόμα εγκλωβισμένοι σε ισόγεια και υπόγεια που δεν έχουν τρόπο να επικοινωνήσουν. Τα σωστικά συνεργεία έπιασαν δουλειά. Απαντλούν το νερό από τα υπόγεια και επιχειρούν.

Οργή και προσφορά

Οι πολίτες είναι οργισμένοι. «Μας άφησαν να πνιγούμε σαν τα ποντίκια» φωνάζουν. Το 112 ήχησε όταν πλέον ήταν αργά, περιγράφουν. «Αν είχαμε ενημερωθεί νωρίτερα θα είχαμε κλειστεί στα σπίτια μας, δεν θα ήμασταν στους δρόμους με τα αυτοκίνητά μας, δεν θα βάζαμε τις ζωές μας και τις ζωές των παιδιών μας σε κίνδυνο» λέει ο Χουάν. Η οργή του γίνεται δάκρυα. «Μπροστά στα μάτια μου είδα τους γείτονές μου να πνίγονται μέσα στο γκαράζ» λέει κλαίγοντας. «Από εδώ και πέρα;» είναι η πρώτη ερώτησή μας. «Χάσαμε τα πάντα. Σπίτια. Αυτοκίνητα. Ρούχα. Είμαστε όμως ζωντανοί. Αυτό αρκεί για να ξεκινήσουμε από την αρχή» λέει με ελπίδα.

Εκκληση για νερό και τροφή

Οι κάτοικοι στέλνουν οδηγίες στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης για το πώς μπορεί να φτάσει κανείς στους οικισμούς τους και κάνουν έκκληση για νερό και ξηρά τροφή. Στην Καταρόχα συναντάμε τη Θαϊδά. «Χρειαζόμαστε φαγητό και νερό» λέει βουρκωμένη. «Γάλα για τα μωρά μας! Δεν μας έμεινε τίποτα. Δεν έχουμε ρεύμα». Τη στοιχειώνει η εικόνα που είδε από το μπαλκόνι του σπιτιού της, συμπολίτες της να βυθίζονται στο νερό κι εκείνη ανήμπορη να βοηθήσει. Η θεομηνία άφησε πίσω της εικόνες βιβλικής καταστροφής.

«Μας άφησαν να πνιγούμε»

«Μας άφησαν να πνιγούμε και παραμένουν άφαντοι» λένε οι κάτοικοι της Παϊπόρτα. Τη δουλειά της Πολιτείας έχουν αναλάβει εθελοντές, απλοί πολίτες που με μια σκούπα στο χέρι περπατούν χιλιόμετρα. Οργάνωση όμως δεν υπάρχει, και ακόμα και αυτοί που καταφθάνουν δεν υπάρχει τρόπος να αξιοποιηθούν. Να αφήσουν κάπου τα τρόφιμα, να αφήσουν τα φάρμακα και τα καθαρά ρούχα. Ο Κάρολος δεν άντεξε να βλέπει την πόλη του να υποφέρει. Αγόρασε λίγα τρόφιμα, πολλά νερά, κάποια βασικά ρούχα, μια σκούπα και ένα φτυάρι και έφτασε με το ποδήλατο στο Τορέντ για να βοηθήσει. «Φοβάμαι πως δεν μας λένε την αλήθεια για τους νεκρούς» λέει. «Φοβάμαι ότι οι διασώστες θα ανασύρουν και άλλους νεκρούς από τα υπόγεια».

Αδειάζουν τα ράφια

Το Τορέντ δέχθηκε μέσα σε λίγες ώρες όση βροχή δέχεται η χώρα σε έναν χρόνο. Οι σειρήνες των ασθενοφόρων ηχούν διαρκώς. Στον αέρα πετούν διαρκώς ελικόπτερα. Πέφτει το σκοτάδι. Κάποιοι θα δουν μια ευκαιρία για πλιάτσικο. Κάποιοι θα σκεφτούν να επωφεληθούν από τον πόνο των συμπολιτών τους. Οχήματα της αστυνομίας κάνουν περιπολίες στις σκοτεινές πόλεις. Ηδη έγιναν οι πρώτες συλλήψεις.

Η μέρα θα ξημερώσει και θα φανερώσει και πάλι το μέγεθος της καταστροφής. Η γη δεν απορροφά το νερό. Τα πάντα είναι θαμμένα κάτω από τη λάσπη και οι πόλεις θα κάνουν μήνες να επιστρέψουν στην προηγούμενη κατάσταση. Η περιοχή είναι αποκλεισμένη, τα τρόφιμα δεν φτάνουν και τα ράφια στα σουπερμάρκετ αδειάζουν. Η χώρα είναι σε 3ήμερο πένθος. Τα καταστήματα είναι κλειστά. Ακόμα και τα εστιατόρια. Περπατάς και βλέπεις ανθρώπους θλιμμένους, στη Βαλένθια, μια πόλη που όσοι έχουν γνωρίσει στις όμορφες στιγμές θέλουν σίγουρα να τη δουν να αποκτά ξανά ζωή.