Μπορεί φέτος ο γιος του εμίρη του Αμπου Ντάμπι, σεΐχης Μανσούρ, ιδιοκτήτης της Μάντσεστερ Σίτι, να πανηγύρισε την κατάκτηση του Champions League και οι γείτονές του στο Κατάρ την κατάκτηση του Γαλλικού Πρωταθλήματος από τη δική τους Παρί Σεν Ζερμέν αλλά και τη φιλοξενία του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Η χώρα του Κόλπου όμως που έχει τα πιο μεγαλεπήβολα πλάνα για το ποδόσφαιρο αλλά και γενικά τον παγκόσμιο αθλητισμό φαίνεται να είναι η Σαουδική Αραβία.
Μετά την απόκτηση της Νιούκαστλ με σκοπό «την κατάκτηση της Πρέμιερ Λιγκ», ο πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν βρίσκεται σε μεταγραφικό οίστρο με στόχο την αναβάθμιση του εγχώριου πρωταθλήματος, ενώ σάλο έχει προκαλέσει στις ΗΠΑ η εξαγορά, στην ουσία, ολόκληρου του επαγγελματικού γκολφ. Και καθώς οι φιλοδοξίες της Σαουδικής Αραβίας αυξάνονται και ο πλανήτης παρακολουθεί την επέλασή της στο παγκόσμιο αθλητικό στερέωμα, εγείρεται το ερώτημα πού αποσκοπεί όλο αυτό.
«Αρτον και θεάματα» ή εκσυγχρονισμό;
Η αρχή έγινε τον Οκτώβριο του 2021, όταν το Ταμείο Δημόσιων Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας αγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο της Νιούκαστλ, σηματοδοτώντας έτσι την είσοδο της χώρας στο βρετανικό πρωτάθλημα, για πολλούς το καλύτερο του κόσμου και το οποίο παρακολουθούν φανατικά εκατομμύρια φίλαθλοι. Τα συναισθήματα εντός και εκτός Βρετανίας ήταν ανάμεικτα, λόγω του αυταρχικού καθεστώτος στη Σαουδική Αραβία και των αμέτρητων καταπατήσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που το συνοδεύουν. Ωστόσο οι φίλαθλοι της Νιούκαστλ ήταν ενθουσιασμένοι, πανηγυρίζοντας με κελεμπίες τη νέα εποχή που διαφαινόταν για την ομάδα τους. Ο Μπεν Φρίμαν, ερευνητής στο Ινστιτούτο Quincy, εξήγησε μιλώντας στον «Guardian» ότι «πολλοί φίλαθλοι εξαγοράζονται εύκολα. Αν κάποιος αγοράσει την ομάδα τους, τον υποστηρίζουν. Ακόμα και αν είναι μια αυταρχική κυβέρνηση, όπως οι Σαουδάραβες». Η βρετανική εφημερίδα όρισε με αυτόν τον τρόπο το «ξέπλυμα διά του αθλητισμού» ή αλλιώς «sportswashing», και τη χρήση του ως soft power (ήπια δύναμη) και εργαλείο επιρροής.
Ωστόσο τα σχέδια του Μπιν Σαλμάν για το ποδόσφαιρο δεν σταματούν εκεί. Οταν τον χειμώνα η εθνική ομάδα του βασιλείου νικούσε τη μετέπειτα πρωταθλήτρια κόσμου, Αργεντινή, και ύστερα από δύο μήνες η Αλ Νασρ από το Ριάντ ανακοίνωνε τη μεταγραφή του Κριστιάνο Ρονάλντο με το υψηλότερο συμβόλαιο στην ιστορία του αθλήματος, άρχισε να διαφαίνεται το όραμα του πρίγκιπα για το εγχώριο πρωτάθλημα. Πριν από δύο εβδομάδες, ο ίδιος ανακοίνωσε πως σκοπεύει να κρατικοποιήσει τέσσερις από τους δημοφιλέστερους συλλόγους της χώρας με χρήματα από το Ταμείο Δημοσίων Επενδύσεων και να επενδύσει δισεκατομμύρια για την απόκτηση κορυφαίων παικτών και την αναβάθμιση του πρωταθλήματος. Συγκεκριμένα, οι δύο από τις ομάδες εδρεύουν στο Ριάντ και οι άλλες δύο στην Τζέντα. Οπως εξηγεί το Athletic, ο απώτερος σκοπός του πρίγκιπα είναι να ενισχύσει τις ομάδες αυτές ώστε να δημιουργηθούν δύο ανταγωνιστικά ντέρμπι στις δύο μεγαλύτερες πόλεις.
Τα κέρδη είναι πολλαπλά. Αρχικά, η παρουσία παικτών-σουπερστάρ, όπως ο Ρονάλντο ή ο νεοαποκτηθείς Καρίμ Μπενζεμά, στρέφει τους παγκόσμιους προβολείς στο βασίλειο για τους λόγους που επιθυμεί το καθεστώς – και όχι για το αρνητικό ρεκόρ των 81 εκτελέσεων σε μία ημέρα.
Επιπλέον, σε αντίθεση με την Κίνα, η οποία είχε επίσης προσπαθήσει ανεπιτυχώς πριν από κάποια χρόνια να πράξει αντιστοίχως, οι Σαουδάραβες επιδεικνύουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο, συνεπώς ένα ανταγωνιστικό πρωτάθλημα με μεγάλα ντέρμπι και καταξιωμένους παίκτες θα ικανοποιούσε το λαϊκό αίσθημα, ενώ θα έφερνε και μια αίσθηση εξωστρέφειας και εκσυγχρονισμού στον πληθυσμό, που στη βάση του είναι κάτω των 35 ετών.
Ωστόσο το Athletic αναφέρει πως αυτό που θα ήθελε περισσότερο ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν για να πετύχει τα ως άνω δεν είναι άλλο από τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 2030 ή έστω το 2034, ακολουθώντας τα βήματα του γείτονά του και τα κέρδη που αποκόμισε. Αν αυτό δεν καταστεί εφικτό, ίσως και αυτός, όπως και η Κίνα, να αλλάξει προτεραιότητες.
Πετροδόλαρα και αμερικανικό πρεστίζ
Η ίδρυση της σαουδαραβικής LIV Golf το 2021 είχε ήδη διασπάσει την αμερικανική ομοσπονδία γκολφ PGA Tour, όταν κάποιοι γκολφέρ από τις τάξεις της δέχθηκαν να συμμετάσχουν στην πρώτη. Είχε ξεκινήσει δε και μια έντονη διαμάχη που έφτασε μέχρι τα δικαστήρια. Ετσι λοιπόν, όταν οι δύο ομοσπονδίες συγχωνεύθηκαν πρόσφατα υπό την ηγεσία του Σαουδάραβα Γιασίρ αλ Ρουμαγιάν, ξέσπασε θύελλα αντιδράσεων στην αμερικανική ελίτ και στους φίλους του γκολφ παγκοσμίως.
Και καθώς το ενδιαφέρον για το γκολφ στην κοινωνία της Σαουδικής Αραβίας είναι περιορισμένο, σύμφωνα με τους «Financial Times» οι λόγοι πίσω από τη συγκεκριμένη κίνηση είναι κυρίως οικονομικοί. Αρχικά, όπως και με το ποδόσφαιρο, ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν ευελπιστεί στην προσέλκυση ξένων επενδυτών, χορηγών αλλά και τουριστών στο μέχρι πρότινος εσωστρεφές βασίλειο, ώστε να υπάρξει μια οικονομική διαφοροποίηση σε μια οικονομία που για την ώρα βασίζεται κυρίως στο πετρέλαιο. Χαρακτηριστικά, το αμερικανικό κανάλι PBS περιγράφει ως ευσεβή πόθο του πρίγκιπα τη μετατροπή του βασιλείου του σε ένα δεύτερο Ντουμπάι, μια «παιδική χαρά των πλουσίων».
Ανεξαρτήτως των σκοπιμοτήτων, παραμένει γεγονός πως η Σαουδική Αραβία έχει κάνει δυναμικά την εμφάνισή της στο διεθνές αθλητικό στερέωμα και ένα άνοιγμα στη Δύση. Και ενώ δύσκολα θα μπορέσει να ξεπλύνει τόσο απλά το βαρύ ιστορικό της στα ανθρώπινα δικαιώματα, οι μικρές αλλά σταδιακές μεταρρυθμίσεις του πρίγκιπα στον τομέα αυτόν αλλά και η δυνητική εισροή δυτικού κεφαλαίου και τουριστών ίσως τελικά εξυπηρετήσει σε έναν βαθμό και την κοινωνία της χώρας.
- 200 εκατ. δολάρια κόστισε το συμβόλαιο του Κριστιάνο Ρονάλντο στην Αλ Νασρ, ενώ η πρόταση της «αντίπαλης» Αλ Χιλάλ στον Λιονέλ Μέσι, που τελικά αρνήθηκε, άγγιζε το 1 δισ. για δύο χρόνια
- 70% του πληθυσμού της Σαουδικής Αραβίας είναι κάτω των 35 ετών.
- 7 τρισεκατομμύρια δολάρια κοστίζει το Vision 2030, το σχέδιο για τη μείωση της εξάρτησης της Σαουδικής Αραβίας από το πετρέλαιο και τη διαφοροποίηση της οικονομίας της, στο οποίο υπάγεται η ανάπτυξη του αθλητισμού.