Ουκρανία: Το τυφλό παιχνίδι της κλιμάκωσης – «Η μάχη μόλις αρχίζει»

Η αριθμητική των όπλων και ο φόβος ατυχήματος εντείνουν την ανησυχία ότι η κατάσταση μπορεί να βγει εκτός ελέγχου - Γιατί οι εμπλεκόμενοι στον πόλεμο της Ουκρανίας ρίχνουν ολοένα και ισχυρότερα όπλα

«Η μάχη μόλις αρχίζει» υποστηρίζουν ρώσοι αναλυτές για την κλιμάκωση στο ουκρανικό μέτωπο τις τελευταίες εβδομάδες. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ επέσπευσε τις εξελίξεις, κυρίως η δήλωσή του ότι θα τελειώσει τον πόλεμο «μέσα σε μια μέρα», η οποία δεν είναι σαφής και μπορεί να μην είναι καν ακριβής, όμως έχει δημιουργήσει την εντύπωση ότι μόλις ο νέος πρόεδρος αναλάβει τα καθήκοντά του, στις 20 Ιανουαρίου, θα υπάρξουν τελειωτικές κινήσεις.

Η κλιμάκωση που παρατηρείται στην Ουκρανία – όπως το πράσινο φως ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου προς το Κίεβο για να χρησιμοποιεί δυτικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς εναντίον στόχων σε ρωσικό έδαφος και η ρίψη ενός ρωσικού βαλλιστικού πυραύλου νέου τύπου εναντίον της ουκρανικής πόλης Ντνίπρο την περασμένη Πέμπτη – εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας όλων των πλευρών να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων που θα στήσει ο Τραμπ όσο το δυνατόν πιο ισχυροί και με όσο το δυνατόν περισσότερα εδαφικά κέρδη.

Η Ρωσία κερδίζει τους τελευταίους μήνες στις μάχες στην Ανατολική Ουκρανία, όπου ο ρωσικός στρατός προελαύνει συνεχώς. Ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν πραγματοποιεί τεράστια εκστρατεία επιστράτευσης στη Ρωσία, «χρυσώνοντας» τους νεοσύλλεκτους: ένα ποσό μόλις καταταγούν, μισθό τετραπλάσιο από τον μέσο μηνιαίο μισθό στη χώρα και αποζημίωση προς την οικογένειά τους αν σκοτωθούν (έχει υπολογιστεί ότι η αποζημίωση που λαμβάνει η οικογένεια ενός σκοτωμένου στρατιώτη 30-35 ετών είναι μεγαλύτερη απ’ όσα χρήματα θα κέρδιζε αν εργαζόταν μέχρι τη σύνταξη).

Με αυτόν τον τρόπο ο Πούτιν μπορεί να αναπληρώνει τις απώλειες των σκοτωμένων και βαριά τραυματισμένων στρατιωτών, ενώ στην ουκρανική πλευρά η αναπλήρωση αυτή γίνεται όλο και δυσκολότερη. Γι’ αυτόν τον λόγο ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έδωσε το πράσινο φως στο Κίεβο να χρησιμοποιήσει νάρκες κατά προσωπικού για να ανακόψει τη ρωσική προέλαση στην Ανατολική Ουκρανία.

Πολλοί, ιδίως στην Ουκρανία, εκφράζουν αμφιβολίες για το αν ο Πούτιν θα δεχθεί να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ο ίδιος όμως έχει επανειλημμένως αφήσει να εννοηθεί ότι δεν θα ήταν εναντίον μιας διευθέτησης της σύγκρουσης, αρκεί να μπορέσει η Ρωσία να κρατήσει όσα ουκρανικά εδάφη έχει καταλάβει, και η Ουκρανία να μην μπει ποτέ στο ΝΑΤΟ. Από την άλλη πλευρά, το Κίεβο διαθέτει τον απαιτούμενο πραγματισμό για να καταλάβει ότι αν συνεχιστεί ο πόλεμος για καιρό ακόμη, οι αριθμοί δεν ευνοούν τους Ουκρανούς: η στρατολόγηση για το μέτωπο γίνεται πλέον με δυσκολία ενώ και οι πύραυλοι από τη Δύση δεν είναι ανεξάντλητοι.

Παράλληλα είναι πολύ ορατός ο κίνδυνος της «κόπωσης» από τον πόλεμο, τόσο εντός της ίδιας της Ουκρανίας όσο κυρίως στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ.  Η κυριότερη δυσκολία στις διαπραγματεύσεις αναμένεται ότι θα είναι οι «εγγυήσεις ασφαλείας» που ζητά η Ουκρανία από τη Δύση προκειμένου να μην ενταχθεί στο ΝΑΤΟ αλλά και να είναι βέβαιη ότι η Ρωσία δεν θα της ξαναεπιτεθεί σε λίγα χρόνια. Οι εγγυήσεις ασφαλείας θεωρούνται δυσκολότερο ζήτημα από το πόσα ουκρανικά εδάφη θα παραμείνουν υπό ρωσικό έλεγχο.

Μέχρι την ώρα των διαπραγματεύσεων όμως όλοι αναμένουν περαιτέρω κλιμάκωση στο πεδίο των μαχών. Η κλιμάκωση αυτή πραγματοποιείται μέχρι στιγμής με τρόπο προσεκτικό: η Ουάσιγκτον έδωσε το πράσινο φως για τη χρήση των πυραύλων ATACMS σε ρωσικό έδαφος, για να χρησιμοποιηθούν όμως στο μέτωπο του Κουρσκ, της ρωσικής περιοχής που κατέλαβε ο ουκρανικός στρατός τον Αύγουστο και όπου η Μόσχα έστειλε 10.000 βορειοκορεάτες στρατιώτες, ενώ η Ρωσία εξαπέλυσε βαλλιστικό πύραυλο ικανό να μεταφέρει πυρηνικές κεφαλές εναντίον του Ντνίπρο αλλά προειδοποίησε την Ουάσιγκτον μισή ώρα πριν από την εκτόξευσή του μην τυχόν και εκληφθεί ως πυρηνικό όπλο και οι ΗΠΑ απαντήσουν αναλόγως.

Αύριο, Τρίτη οι πρέσβεις του ΝΑΤΟ και της Ουκρανίας θα συναντηθούν στις Βρυξέλλες για να συζητήσουν την εκτόξευση του πυραύλου κατά του Ντνίπρο. Η χρήση του πυραύλου αυτού, που ο ίδιος ο Πούτιν ανακοίνωσε σε διάγγελμά του λίγες ώρες μετά τη ρίψη ότι ονομάζεται «Ορέσνικ», αποτελεί «παγκόσμια πρωτιά στην ιστορία των στρατιωτικών πυρηνικών», σύμφωνα με την εφημερίδα «Le Monde». Πρόκειται για βαλλιστικό πύραυλο μεσαίου βεληνεκούς (IRBM), ενός τύπου που μέχρι την περασμένη Πέμπτη είχε εκτοξευτεί μόνο στο πλαίσιο δοκιμής, και όχι για διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο (ICBM) όπως νόμιζε αρχικά το Κίεβο.

Ο «Ορέσνικ» έχει βεληνεκές 3.000-5.500 χλμ., θα μπορούσε δηλαδή να φθάσει στις δυτικές ακτές των ΗΠΑ από το Αστραχάν από όπου εκτοξεύτηκε. Η χρήση του αποτέλεσε έκπληξη για τη Δύση που δεν γνώριζε ότι η Ρωσία διέθετε αυτόν τον τύπο στο οπλοστάσιό της. Ως το 2019 αυτό το είδος πυραύλου ήταν απαγορευμένο, αλλά εκείνη τη χρονιά οι ΗΠΑ της πρώτης θητείας του Τραμπ και η Ρωσία αποσύρθηκαν από τη συνθήκη για τη μη χρήση πυρηνικών μεσαίου βεληνεκούς.

Δεν συμφέρει κανέναν πυρηνική κλιμάκωση

Oλα αυτά δεν σημαίνουν ότι οδεύουμε προς πυρηνικό όλεθρο. Παρά την απειλητική ρητορική από το Κρεμλίνο, δεν συμφέρει τον Πούτιν η πυρηνική κλιμάκωση: αν χρησιμοποιήσει πυρηνικό όπλο, ακόμη και τακτικό (δηλαδή μικρότερης ισχύος από τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα), ο ρώσος πρόεδρος θα βρεθεί στο περιθώριο της διεθνούς κοινότητας και θα καθίσει με μειωμένο κύρος σε τυχόν τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Και βεβαίως δεν επιθυμεί πυρηνικό πόλεμο ούτε ο πρόεδρος Μπάιντεν που πιστεύεται ότι θεωρεί μειωμένο τον κίνδυνο πυρηνικής κλιμάκωσης από τη Ρωσία μετά την εκλογή Τραμπ, εξ ου και έδωσε μόλις την περασμένη Κυριακή το πράσινο φως για τους ATACMS.

Ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, που δεν διέκοψε ποτέ τις επαφές με τον Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, θα προσπαθήσει να πείσει την Ουάσιγκτον του Τραμπ 2.0 πόσο μεγάλη σημασία έχει για την αρχιτεκτονική ασφαλείας της Δύσης να μην κερδίσει ο Πούτιν. Ομως δεν είναι βέβαιο αν θα κατορθώσει να πείσει τον Τραμπ να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τον πόλεμο.

Επιπλέον, κυκλοφορεί η άποψη ανάμεσα σε δυτικούς κυρίως αναλυτές ότι ο Ζελένσκι, που γνωρίζει καλά ότι «η αριθμητική είναι εναντίον των Ουκρανών», αναζητά μια διέξοδο για να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αρκεί να μην οδηγήσουν σε ταπεινωτική παράδοση άνευ όρων την Ουκρανία. Μέχρι τότε όμως, ακόμη και αν ο πυρηνικός κίνδυνος δεν είναι άμεσα ορατός, υπάρχει ο κίνδυνος η κλιμάκωση του τελευταίου διμήνου πριν από τον Τραμπ να αποκτήσει τη δική της δυναμική και να οδηγήσει σε πιο επικίνδυνες καταστάσεις.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.