Η απομάγευση του Brexit ξεκίνησε σχεδόν αμέσως. Την επομένη κιόλας του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου 2016 αποκαλύφθηκε ένα από τα κραυγαλέα ψέματα των τενόρων της «εθνικής ανεξαρτησίας», ότι δήθεν το βρετανικό Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) θα εξοικονομούσε 350 εκατ. στερλίνες κάθε βδομάδα μετά την αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ.
Σχεδόν τρία χρόνια μετά την έξοδο (31 Ιανουαρίου 2020) έχουν αποκαλυφθεί τα οικονομικά και κοινωνικά επίχειρα της τραγικής πολιτικής «ζαριάς» που έριξε ο τότε πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον.
Είναι και οι αναπόφευκτοι απολογισμοί των εορτών που ξεχειλίζουν το ποτήρι της λαϊκής οργής στη Βρετανία. Οπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, τον λογαριασμό τον πληρώνουν οι Συντηρητικοί. Απεργοί και διαδηλωτές αποδίδουν δηλαδή το πρόβλημα της κοινωνικο-οικονομικής τους περιθωριοποίησης πρωτίστως στην (κακή) πολιτική διαχείριση και δευτερευόντως στα τεράστια γραφειοκρατικά και τεχνικά προβλήματα στις σχέσεις με τον έξω κόσμο που προκάλεσε το Brexit.
«Χάθηκε» η μεσαία τάξη
Οντως, η αποβιομηχάνιση της Βρετανίας και η μετατροπή της οικονομίας της σε μια οικονομία υπηρεσιών – με την ανάδειξη του Σίτι του Λονδίνου σε κορυφαίο διεθνές χρηματοοικονομικό κέντρο – ξεκίνησε τέσσερις δεκαετίες πριν, επί Μάργκαρετ Θάτσερ και ολοκληρώθηκε επί Νέων Εργατικών του Τόνι Μπλερ. Αλλά το Brexit λειτούργησε ως μείζων επιταχυντής της μετατροπής της βρετανικής κοινωνίας από κοινωνία των δύο τρίτων (όπως είναι πολλές δυτικές κοινωνίες) σε μια μετα-βιομηχανική κοινωνία του ενός τρίτου. Σε μια κατάσταση δηλαδή οικονομικής απίσχνασης και περιθωριοποίησης όχι μόνο της εργατικής τάξης αλλά και της μεσαίας τάξης, των αυτουργών της μεταπολεμικής καπιταλιστικής εκτίναξης.
Ερευνα του London School of Economics (LSE) κατέγραψε στις 210 στερλίνες (245 ευρώ) τη μέση ετήσια επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού (μόνο) για διατροφή που έφερε το Brexit εξαιτίας της γραφειοκρατίας, των αυξημένων ελέγχων και των δασμών που επιβλήθηκαν στις εισαγωγές αγαθών και εξοπλισμού από την ηπειρωτική Ευρώπη. Πρόκειται για πληθωριστικό «καπέλο» 6% (5,84 δισ. στερλίνες ή 6,8 δισ. ευρώ ετησίως) επιπλέον της διεθνούς συγκυρίας. Σημειωτέον ότι ο πληθωρισμός στη Βρετανία μειώθηκε στο 10,7% τον Νοέμβριο από 11,1% που ήταν τον Οκτώβριο, ενώ ήδη η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση.
Αβεβαιότητες και ρατσισμός
Η Τράπεζα της Αγγλίας έχει επανειλημμένως υπογραμμίσει τις αβεβαιότητες που αντιμετωπίζουν οι βρετανικές επιχειρήσεις μετά το Brexit, που τις αναγκάζουν να ακολουθούν το παράδειγμα των τραπεζών και να ιδρύουν θυγατρικές στην ηπειρωτική Ευρώπη. Διαδικασία που δημιουργεί μια «υποτονική οικονομική ανάπτυξη με επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των Βρετανών». Ερευνα του Hope University του Λίβερπουλ κατέδειξε το «δομικό πρόβλημα της ανισότητας» που δημιούργησε το Brexit, «φτωχοποιώντας τους λευκούς Βρετανούς της μεσαίας τάξης». Ερευνα της Opinion κατέγραψε τη δραματική επιδείνωση των διακρίσεων και την έξαρση της ρατσιστικής βίας που υφίστανται οι κάθε λογής μειονότητες, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών (από το 58% το 2016 στο 71% εφέτος).
Οσο για την κυβέρνηση της Σκωτίας, καταμέτρησε… 137 «δυνητικές επιπτώσεις κοινωνικής ανισότητας και αποκλεισμών» λόγω Brexit. Εκθεση που υπογράφει η ανεξάρτητη επιστήμονας δρ Ιβ Χέπμπορν, αναφέρεται στις επιπτώσεις στα ατομικά δικαιώματα των Βρετανών, στην προστασία της εργασίας, στις δυνατότητες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, στη δημόσια Υγεία και στην πρόσβαση των νοικοκυριών σε φαγητό, καύσιμα και φάρμακα.