Αποφασισμένη να γυρίσει σελίδα στο θέμα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ολόκληρο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της ίδιας της Αμερικής αλλά και των συμμάχων της, εμφανίζεται η νέα αμερικανική κυβέρνηση. Μια απόφαση που αντανακλάται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο στην εφετινή σχετική έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η οποία έρχεται να επιβεβαιώσει ότι εγκαταλείπεται η πολιτική «συμπάθειας» απέναντι στους ισχυρούς αυταρχικούς ηγέτες, τύπου Ερντογάν, Σι Τζινπίνγκ ή Πούτιν, τους οποίους στήριζε με διάφορους τρόπους ο απερίγραπτος Ντόναλντ Τραμπ. Ο οποίος μέσα στη γενικότερη θεωρία του περί ισχυρών καθεστώτων (ας μην ξεχνάμε το περιώνυμο «Αmerica First») έκλεισε τα μάτια, κατά την τωρινή μεταβατική και ασταθή περίοδο που ζει η ανθρωπότητα, στην εκτός δημοκρατικών ορίων διακυβέρνηση όλων αυτών των ηγετών.

Αυτονόητη σημασία έχει για την Ελλάδα, τη στιγμή που παρατηρείται μια σταθερή βελτίωση σε όλους τους τομείς των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, η ιδιαιτέρως σκληρή κριτική που ασκεί η Ουάσιγκτον απέναντι στην Τουρκία του Ερντογάν, «η οποία συνεχίζει να περιορίζει τις θεμελιώδεις ελευθερίες και να θέτει σε κίνδυνο το κράτος δικαίου». Αναφέροντας ειδικότερα αυθαίρετες δολοφονίες και συλλήψεις, βίαιες εξαφανίσεις και βασανιστήρια, κλείσιμο μη κυβερνητικών οργανώσεων κ.λπ. Ενώ καταπέλτης είναι η έκθεση και για τα γνωστά γεγονότα στον Εβρο, όπου κατηγορείται ευθέως ο Ερντογάν ότι ήταν αυτός που ώθησε 50.000 πρόσφυγες, προσφέροντας κάθε δυνατή βοήθεια, για να μεταβούν στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Αν όλα αυτά συνδυασθούν με την έλλειψη προσωπικής επικοινωνίας Μπάιντεν – Ερντογάν, δεν θέλει και πολλή σκέψη για να γίνει αντιληπτό πού έχουν οδηγηθεί σήμερα οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω