Το πρώτο πράγμα που χρειάζεται κανείς στην πολιτική είναι να ξέρει να μετρά, συνήθιζε να λέει ο Δημοκρατικός πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον. Παραφράζοντάς τον στα καθ’ ημάς, θα μιλούσαμε για «μέτρημα των κουκιών». Είκοσι τέσσερις μέρες πριν τις κρίσιμες αμερικανικές προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου, το «μέτρημα των κουκιών» με τα όπλα που διαθέτουμε, δηλαδή τις δημοσκοπήσεις, προσλαμβάνει εξαιρετική σημασία. Και οι δημοσκοπήσεις εξακολουθούν να καταγράφουν ότι η μάχη για την προεδρία των ΗΠΑ, μεταξύ της υποψήφιας των Δημοκρατικών και νυν αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις και του υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών, πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, θα κριθεί στο νήμα.
Διότι παρόλο που οι δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα τριών μονάδων στη Χάρις σε παναμερικανικό επίπεδο (49% έναντι 46% του Τραμπ), η μάχη θα κριθεί στις επτά αμφίρροπες Πολιτείες, τη Βόρεια Καρολίνα, την Πενσιλβάνια, τη Νεβάδα, την Τζόρτζια, το Μίσιγκαν, την Αριζόνα και το Ουισκόνσιν. Στις τέσσερις εξ αυτών (την Πενσιλβάνια, τη Νεβάδα, το Μίσιγκαν και το Ουισκόνσιν) η Χάρις έχει προβάδισμα μιας έως δύο μονάδων. Ο συνολικός αριθμός των εκλεκτόρων όλων των αμφίρροπων Πολιτειών είναι 93. Οι τέσσερις Πολιτείες στις οποίες έχει προβάδισμα η αντιπρόεδρος εκλέγουν 50 εκλέκτορες. Αν κερδίσει τις τέσσερις αυτές Πολιτείες, η Χάρις θα βρεθεί πιο κοντά στον επιθυμητό αριθμό των 270 εκλεκτόρων, επί συνόλου 538, που απαιτούνται για να εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ.
Η πιο κρίσιμη μάχη
Ιδιαίτερα κρίσιμη για τη μάχη των αμφίρροπων Πολιτειών είναι η μάχη της Πενσιλβάνια για τρεις λόγους: πρώτον, διότι είναι η αμφίρροπη Πολιτεία με τους περισσότερους εκλέκτορες (19), δεύτερον, διότι επί μήνες οι δημοσκοπήσεις έφεραν τους υποψηφίους των δύο κομμάτων να ισοψηφούν στην Πενσιλβάνια και, τρίτον, επειδή όπως επισημαίνουν οι πολιτικοί αναλυτές, είναι αδύνατον – και αυτό αφορά και τους δύο υποψηφίους – να κερδίσουν τις εκλογές χωρίς να κερδίσουν στην Πενσιλβάνια. Ενδεικτικό της σημασίας που δίνουν τα προεκλογικά επιτελεία των δύο κομμάτων στη συγκεκριμένη Πολιτεία είναι ότι στο διάστημα από την 1η Ιανουαρίου μέχρι τις 8 Οκτωβρίου, οι μεν Δημοκρατικοί δαπάνησαν 180 εκατ. δολάρια σε πολιτική διαφήμιση έναντι 170 εκατ. δολαρίων των Ρεπουμπλικανών, ενώ για την εκλογική μάχη του Μίσιγκαν, της δεύτερης πιο κρίσιμης από τις αμφίρροπες Πολιτείες, τα ποσά που δαπανήθηκαν ήταν 120 εκατ. δολάρια από τους Δημοκρατικούς και 88 εκατ. δολάρια από τους Ρεπουμπλικανούς.
Πέραν ωστόσο της «αριθμητικής των κουκιών», ένας παράγων που μπορεί να επηρεάσει το τελευταίο διάστημα της προεκλογικής εκστρατείας των ΗΠΑ είναι οι λεγόμενες «εκπλήξεις του Οκτωβρίου» («October surprises»), δηλαδή τα γεγονότα που μπορούν να συμβούν στη διάρκεια του Οκτωβρίου, του τελευταίου μήνα πριν από τις αμερικανικές εκλογές οι οποίες λαμβάνουν χώρα κάθε φορά την πρώτη τρίτη του Νοεμβρίου. Ο όρος «εκπλήξεις του Οκτωβρίου» πιστώνεται στον Ουίλιαμ Κέσεϊ, τον επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Ρεπουμπλικανού προέδρου Ρόναλντ Ρέιγκαν στις εκλογές του 1980.
Οι τυφώνες του Οκτωβρίου
Εφέτος, στις «εκπλήξεις του Οκτωβρίου» περιλαμβάνονται οι φθινοπωρινοί τυφώνες που πλήττουν συγκεκριμένες περιοχές των ΗΠΑ όπως ο τυφώνας Χελίν που έπληξε τις αμφίρροπες Πολιτείες της Βόρειας Καρολίνας και της Τζόρτζια, και ο τυφώνας Μίλτον που έπληξε τη Φλόριντα το βράδυ της Τετάρτης και για τον οποίο οι μετεωρολόγοι προειδοποιούσαν τους κατοίκους ότι αναμενόταν να είναι εξαιρετικά σφοδρός. Ο Τραμπ έσπευσε να εκμεταλλευτεί πολιτικά την απόκριση του αμερικανικού κράτους στους πληγέντες από τον τυφώνα Χελίν τονίζοντας ότι η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν αντί να φροντίζει τους πληγέντες, δίνει χρήματα στους μετανάστες. Οι ισχυρισμοί του είναι ψευδείς, όμως ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος γνωρίζει καλά τι κάνει, καθώς διατηρεί προβάδισμα δύο μονάδων στην Τζόρτζια και λιγότερο από μία μονάδα στη Βόρεια Καρολίνα. Οι δύο αυτές Πολιτείες εκλέγουν 32 εκλέκτορες, πάνω από το ένα τρίτο των 93 εκλεκτόρων που δίνουν συνολικά οι επτά αμφίρροπες Πολιτείες.
Τα προβλήματα που προκαλούν οι φυσικές καταστροφές, όπως οι τυφώνες, μπορούν να συμβάλουν στη μείωση της συμμετοχής στις αμερικανικές εκλογές. Υπάρχει το ιστορικό προηγούμενο του τυφώνα Κατρίνα, την 31η Αυγούστου του 2005, στη Νέα Ορλεάνη, ο οποίος προκάλεσε τον θάνατο 1.392 ανθρώπων και ζημίες ύψους 125 δισ. δολαρίων. Παρότι ο τυφώνας δεν εκδηλώθηκε κατά τη διάρκεια εκλογικής χρονιάς, το γεγονός ότι η κυβέρνηση του Ρεπουμπλικανού προέδρου Τζορτζ Μπους του νεότερου, ο οποίος είχε εκλεγεί το 2004, δεν ανταποκρίθηκε όπως όφειλε στην αντιμετώπιση των καταστροφών, ήταν ένας από τους λόγους (μαζί βεβαίως με τον πόλεμο στο Ιράκ) για τους οποίους οι Ρεπουμπλικανοί έχασαν στις ενδιάμεσες εκλογές για το Κογκρέσο το 2006.
Το βιβλίο του Γούντγουορντ
Στις «εκπλήξεις του Οκτωβρίου» θα μπορούσε να περιληφθεί και η κυκλοφορία του νέου βιβλίου του βραβευμένου δημοσιογράφου Μπομπ Γούντγουορντ (ο οποίος μαζί με τον συνάδελφό του στην εφημερίδα «Washington Post» Καρλ Μπέρνστιν είχαν αποκαλύψει το σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ που προκάλεσε την πτώση της κυβέρνησης του Ρεπουμπλικανού προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον το 1974). Το βιβλίο με τίτλο «War», το οποίο θα κυκλοφορήσει την ερχόμενη εβδομάδα, αποκαλύπτει τις στενές επαφές που διατήρησε ο Τραμπ με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, ακόμη και μετά την αποχώρησή του από την προεδρία των ΗΠΑ στις αρχές του 2021. Στα τέλη του 2020, γράφει ο Γούντγουορντ, και ενώ ο πλανήτης ζούσε υπό τον τρόμο της πανδημίας και οι ΗΠΑ, όπως πολλές χώρες, αντιμετώπιζαν ελλείψεις στα διαγνωστικά τεστ κορωνοϊού, ο Τραμπ έστειλε στον Πούτιν τα πολύτιμα τεστ. Την άνοιξη του 2024, ο Τραμπ φέρεται ότι επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τον Πούτιν, μια από τις επτά φορές που συνομίλησε μαζί του την τελευταία τετραετία. Το γεγονός ότι ένας πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ συνομιλεί με τον Πούτιν που πολεμά εναντίον της Ουκρανίας, χώρας συμμάχου της Αμερικής, καθιστά, σύμφωνα με τον Γούντγουορντ, τον Τραμπ χειρότερο και πιο επικίνδυνο από τον Νίξον.