Ο χρόνος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της Ουκρανίας σήμερα και το κυριότερο ερώτημα είναι ποιους συμβιβασμούς προτίθενται να κάνουν η Ουκρανία και η Δύση και πότε, λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο Αλεξάντερ Κούλεϊ, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Κολέγιο Μπάρναρντ, του Πανεπιστημίου Columbia στη Νέα Υόρκη, και το 2015-21 διευθυντής του Ινστιτούτου Χάριμαν (του Columbia) για τη Μελέτη της Ρωσίας, της Ευρασίας και της Ανατολικής Ευρώπης. «Το Βήμα» τον συνάντησε την περασμένη Τετάρτη στα γραφεία του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ) στην Αθήνα, με το οποίο συνεργάζεται τακτικά.
Παρακολουθούμε την αργή αλλά σταθερή ήττα της Ουκρανίας στον πόλεμο;
«Κατ’ αρχάς πρέπει να εξετάσουμε τα διάφορα μέτρα της νίκης. Κατά την άποψή μου είναι τέσσερα: η στρατιωτική κατάσταση, η πολιτική κατάσταση, το όραμα για τη μεταπολεμική ανοικοδόμηση της χώρας και, τέταρτον, λογοδοσία και δικαιοσύνη για τα εγκλήματα πολέμου της Ρωσίας. Είναι σαφές ότι η Ουκρανία δεν θα πετύχει σε απόλυτο βαθμό κανένα από αυτά.
Οσον αφορά τη στρατιωτική σύγκρουση, το 2023 χαρακτηρίστηκε από ελάχιστα εδαφικά κέρδη. Η ουκρανική εαρινή αντεπίθεση δεν έφερε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, οι ρωσικές άμυνες κατόρθωσαν να την αποκρούσουν αλλά με πολύ υψηλό τίμημα σε ρωσικές ζωές, γι’ αυτό υπάρχει τέλμα εκτός από μια-δυο συμβολικές νίκες τής κάθε πλευράς.
Ο μεγαλύτερος εχθρός που αντιμετωπίζει σήμερα η Ουκρανία είναι ο χρόνος για διάφορους λόγους. Πρώτον, η ρωσική αμυντική βιομηχανία δουλεύει πλέον στο φουλ και οι «δωρεές» όπλων προς την Ουκρανία ούτε καν πλησιάζουν τη ρωσική παραγωγή – η αναλογία είναι περίπου 2:10 υπέρ της Ρωσίας. Η Ουκρανία υπολείπεται σε βλήματα πυροβολικού και αντιαεροπορική άμυνα ενώ η Ρωσία μετατρέπει τη βιομηχανική παραγωγή της σε πολεμική και αφιερώνει το 6% του ΑΕΠ της στον πόλεμο – περισσότερο από το 5% του αμερικανικού ΑΕΠ την εποχή της εισβολής στο Ιράκ. Συνεπώς η Ουκρανία δεν βρίσκεται σε καλό σημείο στρατιωτικά».
Από πολιτικής απόψεως πού βρισκόμαστε;
«Η πολιτική κατάσταση είναι επίσης περίπλοκη. Στην ΕΕ υπάρχουν περιπλοκές για τη βοήθεια προς την Ουκρανία λόγω των αντιρρήσεων της Ουγγαρίας. Στις ΗΠΑ η κατάσταση είναι ακόμη πιο άστατη καθώς η Ουκρανία έχει μετατραπεί σε κομματικό και πολωτικό ζήτημα. Οσο πλησιάζουμε προς τις αμερικανικές εκλογές και ο Ντόναλντ Τραμπ έρχεται στο προσκήνιο, ενισχύεται η αντίθεση προς τη βοήθεια για την Ουκρανία. Για τους δεξιούς ψηφοφόρους του Τραμπ, η Ουκρανία δεν αποτελεί πρωτίστως ένα ζήτημα ασφάλειας αλλά περιβάλλεται με εσωτερικά πολιτικά παιχνίδια και θεωρίες συνωμοσίας – π.χ. «Τι έκανε ο Χάντερ Μπάιντεν (σ.σ.: γιος του προέδρου) στην Ουκρανία;». Αυτοί θεωρούν ότι η «η Ουκρανία ελέγχει την αμερικανική εξωτερική πολιτική» και υπονομεύει το «Πρώτα η Αμερική».
Είναι προφανές ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν περιμένει τις αμερικανικές εκλογές διότι πιστεύει ότι μια κυβέρνηση Τραμπ θα είναι πιο φιλική προς τη Ρωσία και θα εξαναγκάσει την Ουκρανία να κάνει παραχωρήσεις. Το άλλο μεγάλο πολιτικό στοιχείο είναι ο πόλεμος στη Γάζα, διότι καθιστά δυσκολότερη την επίκληση της ηθικής, των αξιών και του διεθνούς δικαίου από τη Δύση. Το κυριότερο όμως ερώτημα απ’ όλα είναι ποιους συμβιβασμούς προτίθενται να κάνουν η Ουκρανία και η Δύση και πότε».
Η Δύση έχει κάποια στρατηγική για την Ουκρανία στην περίπτωση που ο Τραμπ κερδίσει τις αμερικανικές εκλογές;
«Δεν νομίζω. Πιστεύω ότι η Δύση μόλις αρχίζει να συμβιβάζεται με την ιδέα μιας δεύτερης θητείας Τραμπ. Μέχρι πρόσφατα ανέμενε ότι το θέμα θα «εξαφανιζόταν», πιθανώς μέσω της «εξουδετέρωσης» του Τραμπ από τα δικαστήρια. Προς το παρόν η Δύση δεν έχει στρατηγική αλλά θα αποκτήσει γύρω στην άνοιξη ή το καλοκαίρι αν η κούρσα είναι μεταξύ Τραμπ και Μπάιντεν.
Ενδιαφέρον έχει ότι η εσωτερική πολιτική στις ΗΠΑ αρχίζει να ευθυγραμμίζεται με τις παγκόσμιες συζητήσεις περί φιλελευθερισμού και ανελευθερίας. Για παράδειγμα, ο Βίκτορ Ορμπαν είναι πολύ σεβαστός στην αμερικανική Δεξιά. Για μένα, λοιπόν, το ζήτημα είναι τι είδους Δύση έχουμε. Μια φιλελεύθερη Δύση που προωθεί τα κοινωνικά δικαιώματα και μια εξωτερική πολιτική με βάση τις αξίες, με όλη την υποκρισία και τον πραγματισμό της, ή μια εθνολαϊκιστική Δύση του Ορμπαν και της Μελόνι; Η τραμπική εξωτερική πολιτική, πέρα από τις προσωπικές βεντέτες του Τραμπ, αντιμετωπίζει πολύ συναλλακτικά τις διεθνείς σχέσεις: έχουμε μικρά και μεγάλα κράτη και τα μόνα που μετρούν είναι τα δεύτερα, γι’ αυτό πρέπει να διατηρούμε καλές, πραγματιστικές σχέσεις μαζί τους, να κάνουμε συμφωνίες με τις μεγάλες χώρες – Κίνα, Ρωσία, Σαουδική Αραβία – ενώ οι υπόλοιπες είναι ασήμαντες».
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν θα παραμείνει για πάντα πρόεδρος της Ρωσίας;
«Στην πολιτική επιστήμη υπάρχει ο όρος «δίλημμα του δικτάτορα»: όταν έχεις πάρει τόσο πολλά από μια χώρα και έχεις παραμείνει τόσο πολύ στην εξουσία, είναι πολύ δύσκολο να θεωρήσεις ότι θα έχεις αξιόπιστες εγγυήσεις για την ασφάλειά σου αν αποσυρθείς. Προς το παρόν, ο πόλεμος ενισχύει τη ρωσική οικονομία αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι πάει καλά και ας έχει ανάπτυξη 3%. Ο πληθωρισμός είναι πολύ υψηλός και υπάρχει έλλειψη εργατικών χεριών. Λόγω των απωλειών στο μέτωπο και της επιστράτευσης, οι μη στρατιωτικές βιομηχανίες αναγκάστηκαν να αυξήσουν τους μισθούς. Προς το παρόν, η οικονομία πηγαίνει καλύτερα από το αναμενόμενο αλλά υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για τη βιωσιμότητα του μοντέλου.
Ολα τα καθεστώτα τέτοιου είδους μοιάζουν αδιάρρηκτα αλλά η υποστήριξη προς αυτά δεν είναι και τόσο μεγάλη. Το Κρεμλίνο είναι μια από τις καλύτερες εταιρείες δημοσκοπήσεων στον κόσμο, διεξάγει συνεχώς σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης σε όλη τη χώρα. Επικρατεί η αίσθηση ότι έχει διαψεύσει τις προβλέψεις αλλά το επόμενο στάδιο δεν είναι σαφές».
Σας ανησυχούν συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή του Καυκάσου και της Ευρασίας; Το πρόβλημα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ έχει τελειώσει;
«Ναι, έχει τελειώσει. Αν δεν υπήρχαν η Ουκρανία και η Γάζα, το Ναγκόρνο-Καραμπάχ θα ήταν η σοβαρότερη σύγκρουση του 2023. Οι Αζέροι ανακατέλαβαν τον θύλακα σχεδόν χωρίς καμία οργανωμένη αντίσταση από τους Αρμενίους. Ακολούθησε μια από τις μεγαλύτερες μετακινήσεις πληθυσμών που έχουμε δει στην περιοχή, 120.000 άνθρωποι. Η εσωτερική συζήτηση στο Αζερμπαϊτζάν αφορά το αν θα εισβάλουν και στην ίδια την Αρμενία ή όχι. Για τον πρόεδρο Ιλχάμ Αλίεφ, αποτελεί το αποκορύφωμα της διακυβέρνησής του: πήρε το εκσυγχρονισμένο πρόσωπο που έχει το Μπακού χάρη στον πλούτο από το πετρέλαιο και το μετέφρασε σε νέα στρατιωτική ικανότητα.
Αλλά σε ολόκληρη την πλευρά αυτή του κόσμου, υπάρχει το ενδεχόμενο της αστάθειας. Την τελευταία διετία, είδαμε άνευ προηγουμένου διαδηλώσεις στο Καζακστάν καθώς και μια σύντομης διάρκειας σύγκρουση ανάμεσα στο Κιργιστάν και στο Τατζικιστάν που εκτόπισε 100.000 ανθρώπους».