Υπήρξε το κατεξοχήν σύμβολο της ανικανότητας του ιταλικού κράτους να φτάσει στα ίχνη των αρχηγών του οργανωμένου εγκλήματος. Η σύλληψή του την περασμένη Δευτέρα σε κλινική του Παλέρμο ήταν ένα αναπάντεχο γεγονός, που χαρακτηρίστηκε από πολλούς ιστορικό. Και «μια μεγάλη νίκη για το κράτος», όπως δήλωσε η ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι.
Το αφεντικό της Κόζα Νόστρα, Ματέο Μεσίνα Ντενάρο, «έχει επιτέλους πρόσωπο και σχήμα» έγραψε η «La Repubblica». Μέχρι την περασμένη Δευτέρα, ο κόσμος γνώριζε τη μορφή ενός τριαντάρη τζογαδόρου που είχε φωτογραφηθεί τελευταία φορά το μακρινό 1993. Εκτοτε, διέφευγε της σύλληψης, όντας «αόρατος», ακόμα και για την τελευταία γενιά της σιτσιλιάνικης Κόζα Νόστρα.
Με τη σύλληψη του επονομαζόμενου U’Siccu, δηλαδή «του κοκαλιάρη», λόγω του σωματοτύπου του, «τελειώνει ένας ολόκληρος κύκλος της ιταλικής ιστορίας» έγραψε η γαλλική «Le Monde».
Υπό τις διαταγές του μέντορά του, Σαλβατόρε (Τοτό) Ριίνα, ο Ντενάρο πρωτοστάτησε στις βομβιστικές επιθέσεις που οδήγησαν στον θάνατο τους εισαγγελείς Τζιοβάνι Φαλκόνε και Πάολο Μπορσελίνο το 1992. Και την επόμενη χρονιά στις επιθέσεις στη Ρώμη, στο Μιλάνο και στη Φλωρεντία που συγκλόνισαν τη χώρα, με απολογισμό 10 νεκρούς και 93 τραυματίες. Για τα εγκλήματα αυτά ο Ντενάρο καταδικάστηκε ερήμην σε ισόβια και έκτοτε η σύλληψή του κατέστη μείζον κρατικό ζήτημα.
Ο U’Siccu, ο οποίος διαδέχθηκε τον πατέρα του στην «ιεραρχία» της Μαφίας, εκμυστηρεύθηκε κάποτε στα πρωτοπαλίκαρά του ότι θα μπορούσε να φτιάξει ένα νεκροταφείο με τους ανθρώπους που είχε σκοτώσει – υπολογίζονται σε περισσότερους από 60. Το 2006, μετά τη σύλληψη του τελευταίου αρχηγού της Κόζα Νόστρα, Μπερνάρντο Προβεντσάνο, ανέλαβε τα ηνία της οργάνωσης. Κατάφερε να αποκτήσει ένα εκτεταμένο δίχτυ ασφαλείας δίνοντας χρήματα σε ανθρώπους που είχαν ανάγκη, χωρίς ποτέ κανείς να τον προδώσει.
Η πραγματική του δύναμη ωστόσο, αυτή που του επέτρεψε να επιβιώνει για δεκαετίες παραμένοντας ασύλληπτος φυγάς, βασίστηκε στην ικανότητά του να δημιουργεί και να εδραιώνει σχέσεις με τέκτονες πολιτικούς και πλούσιους επιχειρηματίες που του παρείχαν κάλυψη. Εξού και η διαχείριση αυτών των σχέσεων ήταν πάντα για εκείνον ένας από τους κύριους σκοπούς του. Μια απολύτως απαραίτητη προτεραιότητα.
Μέχρι στιγμής δεν είναι ξεκάθαρο πώς οδηγήθηκε η αστυνομία στην κλινική Μανταλένα του Παλέρμο, όπου ο 60χρονος σήμερα Ντενάρο έκανε χημειοθεραπεία με ψεύτικη ταυτότητα. Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, οι καραμπινιέροι αρνήθηκαν πως υπήρξε κάποιος πληροφοριοδότης, υποστηρίζοντας ότι ο εντοπισμός του ήταν αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς. Είπαν επίσης ότι ο Ντενάρο φαινόταν καλά, φορούσε πανάκριβα ρούχα και ένα ρολόι αξίας 35.000 ευρώ.
Στη γενέτειρά του, το Καστελβετράνο, μια πόλη της επαρχίας του Τράπανι της Σικελίας, τα στόματα δεν είχαν ανοίξει ποτέ και όσοι είχαν ανάγκη τον Ντενάρο έφταναν να γονατίζουν μπροστά του για να του ζητήσουν χάρη.Οι ιταλοί ερευνητές δεν γνώριζαν πώς έμοιαζε στην εμφάνιση ο Ντενάρο και βασίζονταν σε σκίτσα που υπέθεταν πώς θα είχε γίνει 30 χρόνια μετά την τελευταία του φωτογραφία.