«Εάν νομίζετε ότι ο Πούτιν είναι τόσο κακός και εκδικητικός για να σκοτώσει τον Πριγκόζιν αύριο, όχι, αυτό δεν θα συμβεί». Με αυτή την αινιγματική διαβεβαίωση ο πρόεδρος της Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο, έριξε κι άλλο νερό στον μύλο του μυστηρίου και των αντιφάσεων γύρω από την τύχη του ρώσου πολεμάρχου Γεβγκένι Πριγκόζιν.
Ο μέχρι πρότινος προστατευόμενος του Βλαντίμιρ Πούτιν και ιδιοκτήτης της μισθοφορικής Βάγκνερ, που εξορίστηκε στη Λευκορωσία ύστερα από την ένοπλη εξέγερση της 24ης Ιουνίου, έχει επιστρέψει στην Αγία Πετρούπολη και ίσως «πήγε στη Μόσχα ή αλλού» σύμφωνα με τον Λουκασένκο. Αν πράγματι ο Πριγκόζιν, που χαρακτηρίζεται ως προδότης από τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης, είναι ελεύθερος και βρίσκεται στη Ρωσία δύο εβδομάδες μετά την οργάνωση αυτού που το Κρεμλίνο αποκάλεσε απόπειρα πραξικοπήματος, πρόκειται για μια από τις πιο περίπλοκες ανατροπές στον αδυσώπητο αγώνα εξουσίας που μαίνεται μεταξύ του ιδίου και του ρώσου προέδρου.
Το Κρεμλίνο, από την πλευρά του, αναφέρει ότι δεν παρακολουθεί τον Πριγκόζιν ούτε ενδιαφέρεται να το κάνει. Αλλά, παρά τη φαινομενική αποκλιμάκωση, την περασμένη Τετάρτη η κρατική τηλεόραση μετέδωσε εικόνες από την έφοδο δυνάμεων ασφαλείας στην πολυτελή έπαυλή του στην Αγία Πετρούπολη, όπου βρέθηκαν οπλισμός, χρυσός και πάνω από 10 δισ. ρούβλια (100 εκατ. ευρώ).
Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών
Εύλογα γεννώνται ερωτήματα για την τύχη του αρχηγού της Βάγκνερ και της ομάδας του. Ο Πριγκόζιν θα καταλήξει στη φυλακή; Ή μήπως σε φέρετρο; Και τα πρωτοπαλίκαρά του; Θα συνεχίσουν να επιχειρούν για λογαριασμό της Ρωσίας; Και πού; Οι απαντήσεις επαφίενται προσωπικά στον Πούτιν ο οποίος είναι γνωστό ότι δεν ανέχεται τους προδότες. Είναι ωστόσο το μοναδικό πρόσωπο που θα πρέπει να διευθετήσει αυτό που οι ρώσοι μαφιόζοι ονομάζουν «ραζμπόρκα» για να περιγράψουν τις εσωτερικές τους διαμάχες, δηλαδή το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών τους. Γεγονός που προμηνύει μεγαλύτερη καταστολή, περισσότερες εκκαθαρίσεις και διαμάχες στα παρασκήνια.
Στο πολεμικό μέτωπο της Ουκρανίας, στο μεταξύ, το αποτέλεσμα της πολυαναμενόμενης και πολυσυζητημένης ουκρανικής αντεπίθεσης έχει αποδειχθεί πολύ κατώτερο των προσδοκιών. Για αυτόν τον λόγο, η Ουάσιγκτον αποφάσισε αργά την Παρασκευή να στείλει βόμβες διασποράς στο Κίεβο.
Με αργούς ρυθμούς η αντεπίθεση
Μέχρι στιγμής, πάντως, η αντεπίθεση προχωρεί με τόσο αργούς ρυθμούς που η πρόοδος των Ουκρανών μετριέται σε μέτρα και όχι σε χιλιόμετρα – περί τα 500 με 2.000 ημερησίως – προκαλώντας έντονη νευρικότητα στους δυτικούς συμμάχους που γνωρίζουν ότι χωρίς τη βοήθειά τους το Κίεβο δεν μπορεί να νικήσει τη Μόσχα. Αλλά ο βραδύτερος από το αναμενόμενο ρυθμός της αντεπίθεσης απειλεί τη βιωσιμότητα της δυτικής υποστήριξης. Πολλές από τις χώρες που υποστηρίζουν την Ουκρανία παλεύουν με τον υψηλό πληθωρισμό, την αύξηση των επιτοκίων και την υποτονική ανάπτυξη και οι ηγέτες τους, μερικοί από τους οποίους αντιμετωπίζουν εκλογές τον επόμενο ενάμιση χρόνο, πρέπει να δικαιολογήσουν τον τεράστιο όγκο των πόρων που διοχετεύουν στην εμπόλεμη χώρα.
Την ίδια ώρα, αυτή η βραδυπορία έχει δώσει στα ρωσικά στρατεύματα τον χρόνο να προετοιμαστούν. Σύμφωνα με αξιολόγηση του Ινστιτούτου για τη Μελέτη του Πολέμου (ISW), που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, μερικά από τα πιο στρατηγικά σημεία στην πρώτη γραμμή φυλάσσονται από πολλαπλές γραμμές άμυνας, γεγονός που δυσκολεύει τους Ουκρανούς να τις διαπεράσουν.
Η ρωσική επίθεση στη Λβιβ
Μιλώντας στο CNN, ο επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου των ΗΠΑ, στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, δήλωσε ότι ο αργός ρυθμός της ουκρανικής προέλασης δεν προκαλεί έκπληξη, δεδομένου ότι οι oυκρανοί στρατιώτες προσπαθούν να μη χάσουν τη ζωή τους: «Τους δίνουμε όσο το δυνατόν περισσότερη βοήθεια, αλλά στο τέλος της ημέρας οι Ουκρανοί επιτίθενται μέσα σε ναρκοπέδια», το οποίο τους επιβραδύνει.
Είναι ενδεικτικό ότι μέχρι αργά το απόγευμα της Παρασκευής οι ουκρανικές δυνάμεις είχαν μέσα σε ένα 24ωρο προχωρήσει λίγο περισσότερο από 1 χιλιόμετρο κοντά στην ανατολική πόλη Μπαχμούτ, όπως μετέδωσε το Reuters επικαλούμενο εκπρόσωπο του ουκρανικού στρατού. Παράλληλα, έγινε γνωστό ότι οι νεκροί από το πυραυλικό πλήγμα που είχαν εξαπολύσει νωρίτερα οι Ρώσοι κατά της Λβιβ, στη Δυτική Ουκρανία, έφτασαν τους επτά, σε μια από τις χειρότερες επιθέσεις κατά αμάχων στην πόλη από την έναρξη του πολέμου.