G21 θα γίνει το G20 ύστερα από τη χθεσινή επίσημη πρόσκληση που απηύθυνε στην Αφρικανική Ενωση, κατά την έναρξη της συνόδου κορυφής που πραγματοποιήθηκε αυτό το Σαββατοκύριακο στο Νέο Δελχί, η οποία ολοκληρώθηκε σήμερα. Η Αφρικανική Ενωση, που εκπροσωπεί 55 χώρες και ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους, είναι το δεύτερο μπλοκ κρατών μετά την ΕΕ που εντάσσεται στο G20.
Η εφετινή ατζέντα της συνόδου περιλαμβάνει οικονομικά ζητήματα και κυρίως ζητήματα που άπτονται του κλίματος, όπως ανανεώσιμες πηγές και απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, τα οποία επιτάσσουν στιβαρές δεσμεύσεις λόγω της εντεινόμενης κλιματικής κρίσης.
Ωστόσο, η αναπάντεχη απουσία του κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ από αυτό το παγκόσμιο ραντεβού μαζί με την αναμενόμενη απουσία του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος δεν μπορεί να παραστεί καθώς κινδυνεύει να συλληφθεί για εγκλήματα πολέμου βάσει του διεθνούς εντάλματος εναντίον του, συρρίκνωσαν τις πιθανότητες η ομάδα των 20 να καταλήξει σε κοινό ανακοινωθέν. Και δείχνουν ότι αυτά που συζητιούνται είναι λιγότερο ουσιαστικά από όσο θα άρμοζε στη σοβαρότητα των προβλημάτων.
Το αντίπαλον δέος
Η είδηση ότι ο πρόεδρος Σι δεν θα παρίστατο στη σύνοδο κορυφής ερμηνεύτηκε ως μια κίνηση της Κίνας στο πλαίσιο του αυξανόμενου γεωπολιτικού ανταγωνισμού της με το έτερον αντίπαλον δέος στην Ασία, την Ινδία. Επιβεβαίωσε όμως και μια ανησυχητική τάση: πως η Κίνα εισέρχεται σε μια περίοδο εσωτερικής αναδίπλωσης και γίνεται πιο επιφυλακτική σε σχέση με ξένες δυνάμεις. Χωρίς το Πεκίνο να αιτιολογεί τον λόγο της ηχηρής απουσίας του προέδρου Σι, ο οποίος συμμετείχε σε κάθε σύνοδο του G20 από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του πριν από σχεδόν μία δεκαετία, το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών αρκέστηκε να αναφέρει ότι «αποδίδει μεγάλη σημασία» στο γεγονός αυτό.
Η απουσία του Σι υποβαθμίζει την ουσία της συνόδου per se, ενός θεσμού που ούτως ή άλλως θεωρείται ότι έχει αποδυναμωθεί, ενώ σε καμία περίπτωση δεν βοηθά στη γεφύρωση των διαφορών μεταξύ των μελών. Αλλωστε η συνάντηση του οικοδεσπότη Ναρέντρα Μόντι με τον Σι θα βοηθούσε στην αποσυμπίεση του πολωμένου κλίματος που έχει παγιωθεί στη διεθνή σκηνή μετά την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία. Το παρών για την Κίνα δίνει ο πρωθυπουργός Λι Τσιάνγκ, ενώ τη Ρωσία εκπροσωπεί ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ.
Οι στόχοι των ΗΠΑ
«Απογοητευτική» χαρακτήρισε τη μη συμμετοχή του Σι στο Νέο Δελχί ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν. Ωστόσο καθώς ο ανταγωνισμός των δύο μεγαλύτερων οικονομιών καλά κρατεί, οι ΗΠΑ «θα χρησιμοποιήσουν το φόρουμ με στόχο να υποστηρίξουν πως η Ουάσιγκτον και όχι το Πεκίνο μπορεί να βοηθήσει καλύτερα στην ανάπτυξη των χωρών χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος», σχολίασε ο έγκριτος αναλυτής της «Washington Post» Ισάαν Θαρούρ.
Παράλληλα, οι ΗΠΑ στοχεύουν στην περαιτέρω εμβάθυνση των στρατηγικών και οικονομικών τους δεσμών με την Ινδία, την οποία θεωρούν σημαντικό προπύργιο κατά της Κίνας στην ευρύτερη περιοχή. Επ’ αυτού μένει να φανεί πόσο συνεργάσιμος θα μπορούσε να είναι ο Μόντι για να αντιμετωπίσει δυναμικά την άνοδο της Κίνας. Και κυρίως, όπως λένε αναλυτές, τι προσδιορίζουν οι δύο ηγέτες ως μεγαλύτερη πρόκληση ή κοινή ευκαιρία στο μέλλον.
Σε μια εύστοχη παρατήρησή του πάντως, ο πρώην διπλωμάτης από τη Σιγκαπούρη Κισόρ Μαχμπουμπάνι δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του στο περιοδικό «Responsible Statecraft» της δεξαμενής σκέψης Quincy, ότι το «άγριο φλερτ» της Ουάσιγκτον προς το Δελχί θα μπορούσε να συγκριθεί με την «ερωτοτροπία των ΗΠΑ προς την Κίνα τη δεκαετία του 1970, το οποίο είχε στόχο να αντισταθμίσει την τότε Σοβιετική Ενωση».
Η απουσία του προέδρου της Κίνας συνεπώς από τη σύνοδο του G20 περιόρισε τις ευκαιρίες για ανεπίσημες αλληλεπιδράσεις του Πεκίνου με τις ξένες δυνάμεις, οι οποίες βλέπουν τις προσβάσεις τους σε ανώτερους αξιωματούχους του κινεζικού συστήματος να συρρικνώνονται. Εύλογα επικρατεί νευρικότητα, καθώς η τάση αυτή έρχεται ούτως ή άλλως σε μια δύσκολη συγκυρία.