Στις 15 Σεπτεμβρίου 2008 η Lehman Βrothers μόλις είχε χρεοκοπήσει. Οι αγορές κατέρρευσαν, η παγκόσμια οικονομία «πάγωσε», το εμπόριο συρρικνώθηκε, οι τράπεζες σταμάτησαν να δανείζουν, οι καταναλωτές να αγοράζουν, οι παραγωγοί να παράγουν, ενώ η κρίση ρευστότητας μετεξελίχθηκε σε μια πλήρους έκτασης πιστωτική κρίση που οδήγησε στη μεγαλύτερη παγκόσμια ύφεση μετά το 1929.
Η κατάρρευσή της και η επακόλουθη οικονομική κρίση ήταν το σύμπτωμα των διογκωμένων χρεών, των παγκόσμιων ανισορροπιών, της υπερβολικής ισχύος του χρηματοοικονομικού τομέα και της συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους, που στήριξαν ένα οικονομικό μοντέλο κατανάλωσης που βασίστηκε στον δανεισμό.
Οταν οι αγορές «αποφασίζουν»
Πόσο άλλαξε ο κόσμος δέκα χρόνια μετά τη μεγαλύτερη χρεοκοπία στην παγκόσμια ιστορία;
Στον κόσμο του χρήματος, ενώ θα έπρεπε να υπάρχει ένας λογικός σύνδεσμος ανάμεσα στην πραγματική οικονομία και στις χρηματιστηριακές αξίες, τα πράγματα μετά τη χρεοκοπία της Lehman έδειξαν ότι ο χρηματοπιστωτικός κλάδος απέκτησε μεγαλύτερη αυτονομία.
Με τη δημιουργία πολυσύνθετων προϊόντων, μια εικονική πραγματικότητα αξιών που ξεπερνά σήμερα πάνω από 10 φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ, καθώς περί τα 800 τρισ. δολάρια «παίζονται» στις αγορές παραγώγων, επηρεάζει την πορεία των οικονομιών. Οι αγορές έχουν πλέον την ιδιότητα όχι απλώς να αποτιμούν αλλά και να σχεδιάζουν τις μελλοντικές αξίες.
Στην πραγματική οικονομία, από τότε το παγκόσμιο χρέος έχει αυξηθεί κατά 98 τρισ. δολάρια και ανήλθε στο ιστορικό ρεκόρ των 247 τρισ. δολαρίων ή στο 318% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Στην πραγματικότητα η παγκόσμια οικονομία χρησιμοποίησε τη μελλοντική ανάπτυξη ως ενέχυρο. Το χρέος αντικατέστησε την παραγωγικότητα μαζί με έναν άνευ προηγουμένου όγκο «δωρεάν χρήματος» 15 τρισ. δολαρίων από τις κεντρικές τράπεζες.
Ουσιαστικά δανειστήκαμε από το μέλλον, ενώ για πρώτη φορά στην Ιστορία τόσο πολλές χώρες ταυτόχρονα προχώρησαν σε τύπωμα φθηνού χρήματος, όπου, μαζί με τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις, συνολικά 32 τρισ. δολάρια «έπεσαν» στην παγκόσμια οικονομία για να αποφευχθεί ένα οικονομικό κραχ. Μόνο οι 50 κορυφαίες κεντρικές τράπεζες του κόσμου μείωσαν τα επιτόκιά τους μετά την κρίση του 2008 περισσότερες από 700 φορές.
Τραπεζικά ιδρύματα, πολιτικοί και κεντρικές τράπεζες αποτέλεσαν μια ανίερη τριάδα, στο πλαίσιο της οποίας καθένα από τα μέλη εξαρτάται από τα υπόλοιπα για να διατηρήσει την εξουσία του.
Τα οφέλη ωστόσο από το παγκοσμιοποιημένο σύστημα και, κυρίως, από την αντίδραση των κεντρικών τραπεζών, συσσωρεύθηκαν σχεδόν αποκλειστικά στους ήδη πλούσιους. Είναι χαρακτηριστικό ότι 10 χρόνια μετά ο παγκόσμιος ιδιωτικός πλούτος όχι μόνο κάλυψε τις ιστορικές ζημιές της κρίσης αλλά έχει αυξηθεί κατά 27%, καθώς από τα 220 τρισ. δολάρια του 2007 ανήλθε στο ιστορικό υψηλό των 280 τρισ. δολαρίων το 2017.
Αν και μετά την κρίση, το χρέος αυξήθηκε τρεις φορές περισσότερο σε σχέση με τον πλούτο, εν τούτοις οι εισοδηματικές ανισότητες εκτινάχθηκαν: Συνολικά το φτωχότερο ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού μοιράζεται κάτι λιγότερο από το 1% του παγκόσμιου πλούτου, την ώρα που το πλουσιότερο 10% έχει στα χέρια του το 89% του συνολικού πλούτου, με το κορυφαίο 1% μάλιστα να ελέγχει τα μισά περιουσιακά στοιχεία του πλανήτη.
Η εξέλιξη αυτή ωστόσο οδήγησε μια ομάδα του πληθυσμού στις ανεπτυγμένες οικονομίες, τους αποκαλούμενους και ως χαμένους της παγκοσμιοποίησης, στην εμφάνιση φαινομένων όπως το Brexit και ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και στην άνοδο του λαϊκισμού και εθνικισμού στην Ευρώπη και στους «εμπορικούς πολέμους».
Πού οδηγούν όλα αυτά;
Ο κόσμος μας έχει μάλλον αγγίξει την κορύφωση της παγκοσμιοποίησης, η οποία πλέον εισέρχεται σε μια νέα φάση που οδηγεί εν μέρει στον περιορισμό της.
Το τέλος της 35ετούς καθοδικής τάσης στα επιτόκια θα έχει τεράστιες συνέπειες. Καθώς το χρέος αυξάνεται ταχύτερα, η ποιότητα της πίστωσης υποχωρεί, και αυτό σημαίνει πως ορισμένες κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και ιδιώτες θα μπορούσαν να έχουν πρόβλημα στην αποπληρωμή των χρεών τους, δεδομένου πως ο ανοδικός κύκλος των επιτοκίων αυξάνει το κόστος χρηματοδότησης.
Παράλληλα, το κενό που προκάλεσε η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού τομέα ήρθαν να καλύψουν οι εταιρείες τεχνολογίας, οι οποίες μετατράπηκαν σε μονοπώλια μεγέθους αντίστοιχου με αυτών που υπήρχαν τον 19ο αιώνα. Η Apple με το iPhone, η επέκταση της Amazon στις online πωλήσεις, η κυριαρχία της Google στις μηχανές αναζήτησης και του Facebook στα social media, αλλά και η αναγέννηση της Microsoft, αποτιμώνται σήμερα στα 4 τρισ. δολάρια, όταν η αποτίμηση των 18 μεγαλύτερων τραπεζών του δείκτη Standard & Poor’s 500 έχει περιοριστεί στα 1,5 τρισ. δολάρια .
Συγκάτοικοι με τις κρίσεις
Το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα παραμένει μετά την Μπρέτον Γουντς εποχή ευάλωτο στις χρηματοπιστωτικές κρίσεις. Το αποκαλούμενο «παραστατικό χρήμα», που κυριάρχησε μετά το 1971, ενθάρρυνε τα δημοσιονομικά ελλείμματα, την αύξηση των χρεών, την τεράστια πίστωση, την παγκόσμια συσσώρευση ανισορροπιών, τη χρηματοπιστωτική απορρύθμιση, οδηγώντας σε πιο ασταθείς αγορές, αλλά και στην αύξηση της συχνότητας των κρίσεων.
Τα δεδομένα δείχνουν λοιπόν πως οι κρίσεις θα εξακολουθήσουν να αποτελούν τακτικό επισκέπτη του σημερινού χρηματοπιστωτικού συστήματος, όπως αυτό διαμορφώθηκε από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, και ώσπου να βρεθεί κάποιο πιο σταθερό, ο κόσμος θα είναι επιρρεπής σε κύκλους κρίσεων και ανάκαμψης.
Και οι περισσότερο κερδισμένοι θα παραμείνουν μάλλον οι πλούσιοι αυτού του κόσμου.