Ο καθηγητής Ιστορίας των Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, Αντόνιο Βαρσόρι, βρέθηκε στην Αθήνα για το συνέδριο «Global Crisis and Democratic Transition in Southern Europe: a Political History» του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων και αναλύει στο «Βήμα» τις εξελίξεις του ρωσοουκρανικού πολέμου από ευρωπαϊκή σκοπιά.
Πώς αναμένετε να επιδράσει η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία;
«Οσο και αν αναλύονται τα προεκλογικά του λόγια, ακόμα και όσα λέει τώρα που έχει πλέον εκλεγεί, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με σιγουριά ποιες θα είναι οι πράξεις του, καθώς μιλάμε για έναν απρόβλεπτο άνθρωπο. Αυτό που μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο είναι πως θα σταματήσει η αμερικανική βοήθεια που στέλνεται όλον αυτό τον καιρό στην Ουκρανία, καθώς αποτελούσε μια πολύ δημοφιλή προεκλογική του υπόσχεση, τόσο για τους ψηφοφόρους όσο και για το εσωτερικό του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
Ωστόσο πρέπει να εστιάσουμε στο γεγονός ότι τα δεδομένα από την προηγούμενη θητεία του μας έχουν δείξει πως πρόκειται για έναν άνθρωπο που αλλάζει εύκολα γνώμη. Οπότε θα έλεγα ότι το μεγάλο ερώτημα που πρέπει να μας απασχολήσει στην προκειμένη περίπτωση είναι τι θα κάνει η Ευρώπη.
Στην αρχή του πολέμου και μέχρι ένα σημείο, βλέπαμε μια ΕΕ πλήρως αφοσιωμένη στη νίκη της Ουκρανίας, αλλά πλέον έχει αρχίσει να επαναπροσδιορίζεται ο τελικός στόχος που ήταν η λεγόμενη «τελική νίκη». Αν και ποτέ δεν ξέραμε τι ακριβώς σημαίνει η τελική αυτή νίκη, θεωρητικά θα περιλάμβανε την ολική ανακατάληψη των ουκρανικών εδαφών. Αυτό τώρα δεν φαίνεται δυνατό».
Η Ευρώπη τελικώς θα έχει λόγο στις διαπραγματεύσεις;
«Κατ’ αρχάς, για να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, η ΕΕ πρέπει να αποδεχθεί το ενδεχόμενο μιας διπλωματικής λύσης που μάλλον θα διαφέρει κατά πολύ από την «τελική νίκη» την οποία διαμήνυαν οι ηγέτες της, ενώ χρειάζεται να αποδεχθεί ότι θα διαπραγματευθεί τελικώς με τον Πούτιν. Παράλληλα, θα πρέπει να καταλήξει σε μια κοινή θέση, το οποίο είναι δύσκολο δεδομένου ότι αποτελείται από 27 διαφορετικές χώρες με διαφορετικές οπτικές για αυτόν τον πόλεμο, π.χ. οι χώρες της Βαλτικής ανησυχούν πολύ, ενώ για την Ισπανία και την Πορτογαλία φαίνεται κάτι μακρινό.
Με αυτά ως δεδομένα, θα θεωρούσα πιο αποτελεσματική λύση την παρουσία κάποιων ηγετών ευρωπαϊκών χωρών στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπως π.χ. του Εμανουέλ Μακρόν, αντί για την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τους επιτρόπους της. Ωστόσο στη δεδομένη στιγμή, με την ασταθή πολιτική κατάσταση στην οποία βρίσκονται και η Γαλλία αλλά και η Γερμανία, οι δύο μεγάλες δυνάμεις της ΕΕ, και αυτό φαντάζει δύσκολο».
Θα πρέπει επίσης να αποδεχθεί ενδεχομένως η Ευρώπη την παραχώρηση ουκρανικών εδαφών στη Ρωσία…
«Πιστεύω πως αν τελικώς φτάσει η Ευρώπη να έχει λόγο στις διαπραγματεύσεις, με την όποια εκπροσώπηση, θα προτείνει διάφορες προτάσεις μέχρι να καταλήξουν στην παραχώρηση των κατεχόμενων εδαφών στη Ρωσία και την αναγνώρισή τους. Αυτό μπορεί να είναι είτε ουκρανική κυριαρχία με ρωσική επιρροή είτε παραχώρηση των εδαφών με αντάλλαγμα την ευρωπαϊκή προοπτική για την Ουκρανία – κάτι που βέβαια θεωρώ απίθανο για πολλούς λόγους.
Επειτα, υπάρχει και το ενδεχόμενο μιας λύσης όπως στην Κορέα, όπου θεωρητικά ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει επίσημα και οι εχθροπραξίες έληξαν με εκεχειρία – η οποία βέβαια ισχύει από το 1953 μέχρι σήμερα. Ή και το ενδεχόμενο μιας μονομερούς, μη αναγνωρισμένης κατοχής, όπως στην Κύπρο – μια κατάσταση που επίσης παραμένει στάσιμη μισό αιώνα. Ωστόσο, όπως και να έχει, η Ρωσία με ή χωρίς την Κριμαία και το Ντονμπάς είναι μια τεράστια χώρα με μεγάλη πυρηνική δύναμη. Αυτό σημαίνει ότι καλώς ή κακώς η Ευρώπη θα πρέπει να βρει έναν τρόπο να αντιμετωπίσει αυτόν τον μεγάλο της γείτονα – και πάντα η αντιμετώπιση είναι ευκολότερη όταν δεν υπάρχει πόλεμος».
Αυτό πού αφήνει την Ευρώπη σε επίπεδο ασφάλειας;
«Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει. Για την ώρα η Ρωσία αποτελεί πράγματι απειλή σε διάφορους τομείς. Ωστόσο, μιλώντας ως ιστορικός, μακροπρόθεσμα η κατάσταση μπορεί να αλλάξει, όπως και οι συνθήκες, εξωτερικές και εσωτερικές. Το είδαμε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το είδαμε πιο πρόσφατα όταν η Ευρώπη ήθελε το ρωσικό αέριο.
Ναι, σε αυτή τη φάση η ΕΕ πρέπει να βρει τρόπους για να είναι προστατευμένη απέναντι στη Ρωσία, όμως η χώρα αυτή είναι εδώ, δίπλα μας, δεν είναι στο φεγγάρι. Κανένας δεν ξέρει τι θα συμβεί σε πέντε χρόνια, μπορεί να μην είναι πια πρόεδρος ο Πούτιν, μπορεί η ΕΕ να αποφασίσει πως θέλει να ξανακάνει οικονομικές συναλλαγές με τη Ρωσία. Τα γεγονότα στη Συρία έδειξαν πόσο ρευστή μπορεί τελικά να είναι μια κατάσταση».