Οσο και αν αυτό μπορεί να θεωρηθεί αντιφατικό, λόγω των συνεχιζόμενων παραβιάσεων στο Αιγαίο και της κατάθεσης στον ΟΗΕ από την Αγκυρα των γνωστών απαράδεκτων χαρτών για τις διεκδικήσεις της στην Ανατολική και Κεντρική Μεσόγειο, μια αναπάντεχη ύφεση επικρατεί το τελευταίο διάστημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, χωρίς να μπορεί να διαπιστωθεί αν και πόσο μπορεί να κρατήσει. Το βέβαιο είναι πάντως ότι η απόπειρα του Ταγίπ Ερντογάν να πλήξει τη χώρα μας με ένα τσουνάμι μεταναστών, για να εκβιάσει ουσιαστικά τους Ευρωπαίους, έπεσε στο κενό, μετά τη σθεναρή αντίσταση της ελληνικής πλευράς, ενώ η καλπάζουσα πανδημία τον υποχρέωσε να τους απομακρύνει από τα ελληνοτουρκικά σύνορα, με τον ίδιο μεθοδικό τρόπο που τους είχε μεταφέρει εκεί προηγουμένως.
Εκτοτε η καθημερινή εμπρηστική ρητορική του τούρκου ηγέτη εις βάρος της χώρας μας σταμάτησε, όπως και όλες οι άλλες δηλώσεις των υπολοίπων πολιτικών και στρατιωτικών παραγόντων, αποκαθιστώντας έτσι ένα κλίμα σχετικής ηρεμίας. Καθώς μάλιστα άλλες είναι τώρα οι προτεραιότητες της τουρκικής κυβέρνησης με την καταρρέουσα οικονομία, τη συνεχώς αυξανόμενη ανεργία και τον καλπάζοντα πληθωρισμό, ενώ παραμένουν ανοικτά τα γνωστά μέτωπα στη Συρία. Και το ερώτημα είναι αν αυτή η υποχρεωτική εκ των πραγμάτων επιστροφή στην εσωστρέφεια θα οδηγήσει τελικά και σε μια αναθεώρηση των σχέσεων με την Ελλάδα. Ο καθηγητής Π. Κ. Ιωακειμίδης μάς υπενθύμισε («Τα Νέα», 7.4.2020) ότι το 1999 μια άλλη φυσική καταστροφή, οι σεισμοί στις δύο χώρες, αξιοποιήθηκε ως ευκαιρία για τη βελτίωση των διμερών σχέσεων. Ηταν η περίφημη «Διπλωματία των Σεισμών». Θα ακολουθήσει λοιπόν τώρα και η «Διπλωματία της Πανδημίας», έστω και αν ό όρος αυτός μας προκαλεί ανατριχίλα;
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος