To Mεξικό, ως χώρα, έχει πάψει, από χρόνια, να παραπέμπει σε θετικές αναφορές. Η μνήμη σπουδαίων συγγραφέων, όπως ο Κάρλος Φουέντες και ο Οκτάβιο Πας, σημαντικών ζωγράφων όπως η Φρίντα Κάλο και ο Ντιέγκο Ριβέρα, επαναστατών που άφησαν εποχή και οι οποίοι εξακολουθούν να εμπνέουν τους απανταχού αριστερούς, όπως ο Εμιλιάνο Ζαπάτα, έχει ξεθωριάσει. Το Μεξικό παραπέμπει κυρίως σε απεγνωσμένους μετανάστες, οι οποίοι αναζητούν καλύτερη ζωή στις ΗΠΑ, και σε ανεξέλεγκτη εγκληματικότητα, σε λαθρεμπόριο ναρκωτικών και σε γυναικοκτονίες.
Βία, φτώχεια και διαφθορά
Στο Μεξικό, η κουλτoύρα του machismo – της υπεροχής του «macho», του αρσενικού – καλά κρατεί. Το 2022, σύμφωνα με έρευνα της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας του Μεξικού, INEGI, η βία κατά των γυναικών αυξήθηκε κατά 70%, σε τέτοιο βαθμό, που κατά δήλωσιν της Γενικής Εισαγγελέως Γρασιέλα Μάρκες αποτελεί πλέον πρόβλημα δημόσιας υγείας. Αυτά τα δεδομένα, σε συνδυασμό με τη φτώχεια στο Μεξικό (37,7%, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα) και την ενδημική διαφθορά, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα, με το οποίο θα βρεθεί αντιμέτωπος ο πρόεδρος του Μεξικού που θα αναδειχθεί από τις εκλογές του Ιουνίου του 2024.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου, οι δύο μεγάλοι πολιτικοί συνασπισμοί στο Μεξικό πρόκειται να διεξαγάγουν προκριματικές εκλογές για να αναδείξουν τους υποψηφίους τους. Και για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας, το χρίσμα τόσο στον κεντροαριστερό όσο και στον κεντροδεξιό συνασπισμό, αναμένεται να λάβουν δύο γυναίκες πολιτικοί, γεγονός που αν επαληθευθεί θα καταφέρει σοβαρό πλήγμα στον machismo.
«Για το καλό όλων μας, πρώτα οι φτωχοί»
Στη Κεντροαριστερά, οι δημοσκοπήσεις δίνουν ως φαβορί για το χρίσμα του συνασπισμού Morena – ο οποίος βρίσκεται στα ηνία της χώρας από το 2018, υπό τον πρόεδρο Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ, γνωστό και ως AMLO (από το ακρωνύμιό του στα ισπανικά) – την Κλάουντια Σέινμπαουμ, 61 ετών, δήμαρχο της Πόλης του Μεξικού μέχρι τον περασμένο Ιούνιο. Η Σέινμπαουμ είναι κάτοχος διδακτορικού στις σπουδές Περιβάλλοντος και μέχρι το 2013 διετέλεσε μέλος της Διακυβερνητικής Επιτροπής των ειδικών του ΟΗΕ για το Περιβάλλον (GIEC). Ως δήμαρχος της πρωτεύουσας του Μεξικού ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με το περιβάλλον και εφήρμοσε την κοινωνική πολιτική του Ομπραδόρ σε ζητήματα υποδομών, μεταφορών, αναβαθμίζοντας επίσης τους χώρους των πανεπιστημίων, ενώ χορήγησε επιδόματα στους κατοίκους των φτωχότερων γειτονιών της αχανούς Πόλης του Μεξικού (8,8 εκατομμύρια κάτοικοι, ενώ ο πληθυσμός της ευρύτερης επικράτειας της πόλης ανέρχεται σε 22 εκατομμύρια).
Οι επικριτές της την αποκαλούν «μαριονέτα του Amlo», ωστόσο η ίδια δεν πτοείται και επαναλαμβάνει στις συγκεντρώσεις των υποστηρικτών της το προσφιλές σλόγκαν του προέδρου, «Για το καλό όλων μας, πρώτα οι φτωχοί». Σε συνέντευξή της πάντως στον «Monde», υποστήριξε ότι αν εκλεγεί θα εστιάσει στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στην επίλυση του ζητήματος της ανεπάρκειας του νερού και στην καταπολέμηση της βίας και πρωτίστως της βίας κατά των γυναικών.
Μια συντηρητική με φιλελεύθερες απόψεις
Η Σέινμπαουμ και τo κεντροαριστερό κίνημα Morena έχουν απέναντί τους το κεντροδεξιό Kίνημα Εθνικής Δράσης (PAΝ), έναν συνασπισμό στον οποίο έχουν προσχωρήσει το κεντροδεξιό PRI (Eπαναστατικό Θεσμικό Κόμμα, το οποίο κυβέρνησε επί 71 έτη το Μεξικό, από το 1929 ως το 2000) και το κεντροαριστερό Κόμμα της Δημοκρατικής Επανάστασης (PRD).
Εντός λίγων μόνον εβδομάδων εκστρατείας για το χρίσμα, η Χότσιτλ Γκάλβες κατάφερε να αφήσει πίσω της τους ισχυρούς συνυποψηφίους της και να θεωρείται η επικρατέστερη υποψήφια του PAN, εν όψει των προκριματικών του Σεπτεμβρίου. Η Γκάλβες, 61 ετών, γόνος αγροτικής οικογένειας, με διδακτορικό στη Ρομποτική, είναι επιτυχημένη επιχειρηματίας και προτάσσει την καταγωγή της από τη φυλή των αυτοχθόνων Οτόμι του Μεξικού, εμφανιζόμενη συνήθως με κεντημένα παραδοσιακά μεξικανικά πουκάμισα. Επί δεξιού προέδρου Βισέντε Φοξ (2000-2006) ήταν επικεφαλής της κυβερνητικής επιτροπής για τους αυτόχθονες.
Εχοντας υιοθετήσει πολλές από τις θέσεις της Κεντροαριστεράς, όπως το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση, η προστασία των μελών της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, η χορήγηση κοινωνικών επιδομάτων, η Γκάλβες δυσαρεστεί μερίδα των συντηρητικών ψηφοφόρων κερδίζοντας ωστόσο άλλους, κεντροαριστερούς. Ενδεικτικές της ανησυχίας που προκαλεί η υποψηφιότητά της στη μεξικανική Αριστερά, η οποία βλέπει να της «κλέβει» τις πολιτικές της θέσεις, είναι οι συχνές επιθέσεις του ιδίου του μεξικανού προέδρου Ομπραδόρ εναντίον της. Ο Ομπραδόρ, του οποίου η δημοτικότητα εξακολουθεί να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα για απερχόμενο πρόεδρο (60%), αντιλαμβάνεται ότι ο κεντροαριστερός συνασπισμός κινδυνεύει από μία υποψήφια στην οποία ο χαρακτηρισμός «δεξιά» δεν πολυταιριάζει.
Διαφορετικές απόψεις και στυλ
Το στυλ τους επίσης είναι διαφορετικό: στις συγκεντρώσεις μπροστά στα πλήθη που αναφωνούν «Presidenta!» («Η Πρόεδρος») η Σέιννμπαουμ στέκεται σοβαρή και συγκρατημένη και μιλάει σε ήρεμο, σταθερό τόνο. Η Γκάλβες γελάει δυνατά και προκαλεί τα χαμόγελα των υποστηρικτών της. Παρότι η Γκάλβες προηγείται με δέκα μονάδες του δεύτερου συνυποψηφίου της για το χρίσμα, αναλυτές επισημαίνουν ότι η εκλογή της δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη και ότι δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο της τιμωρητικής ψήφου κυρίως από τους πολύ δεξιούς θρησκευόμενους ψηφοφόρους, οι οποίοι τάσσονται φανατικά εναντίον του δικαιώματος των γυναικών στην άμβλωση.
Σε περίπτωση ωστόσο που αντιπαρατεθούν τελικώς στις προεδρικές εκλογές του 2024 οι Σέινμπαουμ με την Γκάλβες, οι δημοσκοπήσεις δίνουν νικήτρια την κεντροαριστερή υποψήφια. Και μόνον πάντως η πιθανότητα να αντιπαρατεθούν για την προεδρία του Μεξικού δύο γυναίκες πολιτικοί, μοιάζει με θαύμα. Σε συνέντευξή του το 1987, ο μεξικανός συγγραφέας Κάρλος Φουέντες είχε πει ότι «οι γυναίκες στη Λατινική Αμερική ήταν κάτι σαν τους Εβραίους. Τον 17ο αιώνα υπήρξε αρχιεπίσκοπος στο Μεξικό που ηρνείτο μέχρι και να αντικρίσει γυναίκα».