Η δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται η γερμανική κυβέρνηση είναι πίσω από την αιφνιδιαστική απόφαση του Βερολίνου να επανεισαγάγει από την Δευτέρα (16/9) ελέγχους στα χερσαία σύνορα της χώρας. Μετά την επικράτηση της Ακροδεξιάς στις εκλογές στη Θουριγγία και στη Σαξονία την 1η Σεπτεμβρίου και τη διαφαινόμενη νίκη της στις εκλογές στο Βρανδεμβούργο την ερχόμενη Κυριακή, καθώς και μετά την πρόσφατη δολοφονική επίθεση στο Ζόλινγκεν από 26χρονο Σύρο που ήταν υπό απέλαση στη Βουλγαρία, απ’ όπου εισήλθε στην ΕΕ, το Βερολίνο θεώρησε ότι έπρεπε να αντιδράσει σκληρά, εν όψει και των ομοσπονδιακών εκλογών που θα πραγματοποιηθούν σε έναν χρόνο από σήμερα.

Επιστροφή στο «Δουβλίνο»

Η απόφαση, την οποία ανακοίνωσε η κυβέρνηση του καγκελάριου Oλαφ Σολτς αυτή την εβδομάδα χωρίς καμία προηγούμενη συνεννόηση με τις Βρυξέλλες ή με τους ευρωπαίους εταίρους του, διχάζει την ΕΕ και απειλεί τη Ζώνη Σένγκεν, σύμβολο και πυλώνα της ενιαίας Ευρώπης, ενώ ξαναφέρνει το Μεταναστευτικό στην κορυφή της ευρωπαϊκής ατζέντας.

Παρά το καταστροφικό εκλογικό πλαίσιο στη Γερμανία, εντός του οποίου αποφασίστηκε το κλείσιμο όλων των χερσαίων συνόρων της χώρας από τις 16 Σεπτεμβρίου και για έξι μήνες (ως τις 15/5/2025), το μήνυμα που στέλνει η μονομερής αυτή ενέργεια είναι ακόμη πιο καταστροφικό: πλήττει την έννοια της αλληλεγγύης, και μάλιστα λίγους μήνες αφότου υπογράφηκε το πολύπαθο ευρωπαϊκό Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου το οποίο το Βερολίνο ουσιαστικά καταργεί επιστρέφοντας στον προηγούμενο Κανονισμό του Δουβλίνου που έριχνε το βάρος αποκλειστικά στις χώρες πρώτες υποδοχής, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.

«Το δύσκολο ζήτημα του Μεταναστευτικού απαιτεί διαφορετική αντιμετώπιση από τον αυτοσχεδιασμό και το «ο καθένας για τον εαυτό του»» ανέφερε το κύριο άρθρο τού «Monde» την Παρασκευή. Την ίδια μέρα, η ακροδεξιά κυβέρνηση της Ολλανδίας ανακοίνωσε αυστηρά μέτρα για τον περιορισμό των αιτήσεων ασύλου στη χώρα, που δεν περιλαμβάνουν όμως κλείσιμο συνόρων.

Προβλήματα στην εφαρμογή

Είναι αλήθεια ότι η Γερμανία δέχεται τις περισσότερες αιτήσεις ασύλου στην ΕΕ και αυτό έχει πιέσει τις τοπικές κοινωνίες, κυρίως στους τομείς της στέγασης και της εκπαίδευσης. Οι έλεγχοι στα χερσαία σύνορα θα επιτρέψουν – θεωρητικά – στη Γερμανία να εντοπίζει τους παράτυπους μετανάστες και να τους επιστρέφει στις χώρες πρώτης υποδοχής, αν και στην πράξη αυτό δεν είναι εύκολο. Επίσης, δεν είναι σαφές πώς θα εφαρμοστούν οι έλεγχοι αφού η Γερμανία συνορεύει μόνο με χώρες της Ζώνης Σένγκεν όπου η ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων από χώρα σε χώρα αποτελεί καθημερινότητα, ιδίως για όσους ζουν κοντά στα σύνορα. Στο Στρασβούργο της Γαλλίας, για παράδειγμα, αρκετές γραμμές τραμ έχουν στάσεις και στη γερμανική πόλη Κελ, όπου πηγαίνουν πολλοί Γάλλοι για να κάνουν τα ψώνια τους στα φθηνότερα γερμανικά σουπερμάρκετ. Το μόνο που αλλάζει μέσα στο τραμ που διασχίζει τα σύνορα είναι ότι η ηχογραφημένη ανακοίνωση για την επόμενη στάση πραγματοποιείται στα γερμανικά αντί των γαλλικών.

Σύμφωνα με την τελευταία αναθεώρηση των κανόνων της Σένγκεν στις αρχές του έτους, τα κράτη-μέλη μπορούν να επαναφέρουν τους συνοριακούς ελέγχους για έξι μήνες και να τους επεκτείνουν ανά εξάμηνο μέχρι τη διάρκεια των δύο ετών ως «έσχατη λύση» σε περίπτωση απειλής της δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Προσωρινούς συνοριακούς ελέγχους εφαρμόζουν σήμερα άλλα επτά κράτη-μέλη, όπως η Γαλλία λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων. Η απόφαση της Γερμανίας προκάλεσε τέτοιο σάλο επειδή αφορά μια μεγάλη χώρα στην καρδιά της Ευρώπης χωρίς να συντρέχει πραγματικά επείγων λόγος.

Ποιοι πιέζουν τον καγκελάριο

Το αρχείο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνει ότι από το 2006 τα κράτη-μέλη έχουν υποβάλει 441 κοινοποιήσεις για την επαναφορά συνοριακών ελέγχων αλλά μόνο οι 35 από αυτές υποβλήθηκαν πριν από το 2015.

Ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Σολτς πιέζεται σήμερα από τρεις πλευρές: από τους δεξιούς Χριστιανοδημοκράτες που ετοιμάζονται να επανέλθουν στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, από την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) που κερδίζει τις εκλογές στα κρατίδια και από την άνοδο του νέου αριστερού κόμματος BSW της Ζάρα Βάγκενκνεχτ που είναι πολύ σκληρό στη μετανάστευση.

Το Βερολίνο εξήγησε ότι οι έλεγχοι θα είναι «έξυπνοι» και επιλεκτικοί και ότι δεν θα σταματά κάθε όχημα ούτε θα κλείσει τα σύνορα όπως την εποχή του κορωνοϊού. Η Γερμανία ήδη εφάρμοζε συνοριακούς ελέγχους με την Πολωνία, την Τσεχία, την Ελβετία και την Αυστρία κατά τους οποίους ανέκοψε περισσότερες από 30.000 παράτυπες αφίξεις από τον περασμένο Οκτώβριο, όμως η Αυστρία ήδη διεμήνυσε ότι δεν πρόκειται να δεχθεί επιστροφές από τη Γερμανία.

Από την αρχή τους έτους ως τα τέλη Ιουλίου οι παράτυπες αφίξεις στην ΕΕ εμφανίζουν πτώση 36% σε σχέση με το ίδιο επτάμηνο πέρυσι και φθάνουν τις 113.400, ενώ παράλληλα οι Βρυξέλλες πολλαπλασίασαν τις συμφωνίες με χώρες προέλευσης όπως η Τυνησία, η Αίγυπτος και ο Λίβανος. Στη Γερμανία κατατέθηκε περίπου το ένα τέταρτο του συνόλου των αιτήσεων για άσυλο στην ΕΕ.

Σύμφωνα με το Βερολίνο, το ένα τρίτο των 74.622 αιτήσεων που κατέθεσε για την επιστροφή των παράτυπων μεταναστών στις χώρες πρώτης υποδοχής απορρίφθηκε, κυρίως από την Ιταλία και την Ελλάδα. Το Βερολίνο, δηλαδή, αντιγυρίζει το επιχείρημα της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών, προσάπτοντας στις χώρες του Νότου ότι «ξεφορτώνονται» τους παράτυπους μετανάστες αφήνοντάς τους να πάνε στη Γερμανία.