«Υπάρχει ρήγμα στην κοινωνία το οποίο επιβαρύνει όλο το έθνος. Η «μηχανή» που λέγεται Γαλλία δεν λειτουργεί πλέον. Δεν λειτουργεί πλέον για όλους τους Γάλλους». Η αποστροφή της προεκλογικής ομιλίας του Ζακ Σιράκ, υποψήφιου προέδρου της γαλλικής Δεξιάς το 1995, επιστρέφει δυναμικά στη Γαλλία του 2024. Ο θρίαμβος της Ακροδεξιάς την περασμένη Κυριακή και η κρισιμότητα του σημερινού δεύτερου γύρου των βουλευτικών εκλογών ερμηνεύονται, σε μεγάλο βαθμό, από το αίσθημα της κοινωνικής υποβάθμισης που αισθάνονται πολλοί Γάλλοι, και όχι μόνον οι ψηφοφόροι της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης (RΝ) της Μαρίν Λεπέν που αναμένεται να είναι η νικήτρια της σημερινής αναμέτρησης.

Το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων

Το 1995 ο Σιράκ ερμήνευε το «ρήγμα» στη γαλλική κοινωνία ως ρήγμα ανάμεσα στους έχοντες και τους μη έχοντες. Η διαπίστωση ισχύει και σήμερα. Η κρίση των Κίτρινων Γιλέκων, του 2018, το αποτύπωσε εύγλωττα. Αντιδρώντας στην αύξηση της τιμής της βενζίνης – συνέπεια του φόρου που ήθελε να επιβάλει ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν στα καύσιμα –, το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων οργανώθηκε από γάλλους χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων που δεν άντεχαν οικονομικά την αύξηση και για τους οποίους η μετακίνηση με το αυτοκίνητο ήταν απαραίτητη για να μεταβούν στη δουλειά τους (πάνω από τα τρία τέταρτα των Γάλλων εργάζονται σε άλλο σημείο από τον τόπο κατοικίας τους). Το κοινωνικό κίνημα υποχώρησε μετά από μήνες, όταν ο Μακρόν ήρε την προαναγγελθείσα αύξηση και οι διαδηλωτές αποσύρθηκαν από τους δρόμους.

Ο Μακρόν επιβίωσε από αυτή την κρίση που εκδηλώθηκε τον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησής του, όμως η πόλωση στην κοινωνία διευρύνθηκε. Εξι χρόνια αργότερα το τσουνάμι του 33,1% (10 εκατομμύρια ψήφοι) της Εθνικής Συσπείρωσης που σάρωσε τη χώρα στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών και στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου, όπου ήρθε πρώτη δύναμη με 31,3%, είναι απότοκο αυτής της πόλωσης.

Επαρχία εναντίον αστικών κέντρων

Αναλύοντας το προφίλ των γάλλων ψηφοφόρων, στο ραδιοφωνικό δίκτυο France Inter, ο Ερβέ Λε Μπραζ, κοινωνιολόγος στη Ανώτερη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών (EHESS) και ειδικός στη ανάλυση εκλογικών αποτελεσμάτων, χαρακτήρισε την εντυπωσιακή άνοδο της RN ως εκδίκηση της γαλλικής επαρχίας έναντι των μεγάλων αστικών κέντρων. Οσο μικρότερα σε πληθυσμό είναι τα χωριά και οι πόλεις, τόσο το ποσοστό της RN αυξάνεται.

Αντιθέτως όσο μεγαλύτερος είναι ο πληθυσμός μιας πόλης, τόσο το ποσοστό της RN μειώνεται. Η αίσθηση των αγροτών είναι ότι ο Μακρόν εγκατέλειψε την ύπαιθρο, συνεπώς η ψήφος τους, όπως και των κτηνοτρόφων, ήταν τιμωρητική απέναντί του. Η Ακροδεξιά κέρδισε την ύπαιθρο γιατί ούτε η Δεξιά ούτε η Αριστερά ασχολήθηκαν μαζί της: δεν ασχολήθηκαν σοβαρά ούτε με τη μείωση της αγοραστικής δύναμης, ούτε με την κοινωνική υποβάθμιση των ψηφοφόρων από αγροτικές περιοχές.

Η γαλλική περιφέρεια αισθάνεται αποκομμένη από το Παρίσι και τις άλλες μεγάλες πόλεις, διαπιστώνει ότι η ηγεσία δεν προσαρμόζει την πολιτική της στις ανάγκες κάθε περιφέρειας, δεν συνεργάζεται με την τοπική αυτοδιοίκηση, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει η κοινωνική κινητικότητα για την οποία η Γαλλία ήταν κάποτε περήφανη.

Οι νέοι και οι ανισότητες

Οι αγρότες δεν είναι η μόνη ομάδα που εξεγείρεται έναντι της κοινωνικής υποβάθμισης. Η ηλικιακή ομάδα των Γάλλων 30-55 ετών ψήφισε μαζικά RN διότι παρότι βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία, νιώθουν ότι η ζωή τους δεν βελτιώνεται. Μετά από 15 χρόνια δουλειάς διαπιστώνουν ότι αμείβονται λίγο περισσότερο από τον βασικό μισθό (SMIC). Σύμφωνα με την έκθεση της οργάνωσης Παρατηρητήριο για τις Ανισότητες το 2023, οι ανισότητες στη Γαλλία αφορούν την εργασία (η ανεργία στους εργάτες ανέρχεται στο 17% ενώ στα στελέχη στο 4,5%) και την εκπαίδευση (το 70% των μαθητών με δυσκολίες στα γαλλικά και τα μαθηματικά βελτιώνουν τις σχολικές τους επιδόσεις αν προέρχονται από εύπορη οικογένεια, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις οικογένειες με περιορισμένα οικονομικά είναι 42%).

Στη όξυνση της πόλωσης συνέβαλε και η αλλαγή του μιντιακού τοπίου στη Γαλλία την τελευταία εικοσαετία, όπου ΜΜΕ όπως αυτά του ομίλου Μπολορέ (ο οποίος μετατοπίστηκε από τη Δεξιά προς την Ακροδεξιά) διαμόρφωσαν νέες ταυτότητες, θρησκευτικές, πολιτικές, εθνοτικές. Η εμφάνιση των σόσιαλ μίντια επιδείνωσε την κατάσταση: το διχαστικό κλίμα, η διαρκής καχυποψία, η επιθετικότητα έγιναν ο κανόνας. Η νοοτροπία «αν δεν είσαι μαζί μας είσαι εναντίον μας» ωφέλησε τα άκρα του πολιτικού φάσματος. Η πόλωση φέρνει επίσης βία: το 2022 το 62% των δημάρχων της Γαλλίας δήλωσαν ότι έγιναν θύματα απολίτιστης συμπεριφοράς.