«Η κατάρρευση της ουκρανικής άμυνας θα συνιστούσε απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια» τονίζει στο «Βήμα» ο Ιαν Λέσερ, επικεφαλής του γραφείου του German Marshall Fund στις Βρυξέλλες. Προσθέτει ότι η Ευρώπη πρέπει, «χτίζοντας» την κοινή ευρωπαϊκή ασφάλεια, να συνεχίσει τη συνεργασία με το ΝΑΤΟ.

Κατ’ αρχάς, ποιο είναι το συμπέρασμά σας από την έκτακτη σύνοδο κορυφής των Ευρωπαίων την Πέμπτη;

«Το βασικό συμπέρασμα της συνόδου είναι η κοινή δέσμευση, κόντρα στον σκεπτικισμό. Η Ευρώπη συνειδητοποίησε ότι πρέπει να δράσει, και μάλιστα γρήγορα. Το μεγαλύτερο και πιο σύνθετο ερώτημα είναι πλέον πώς και πότε θα μπορούσε η Ευρώπη να αντικαταστήσει την αμερικανική ασφάλεια. Η απάντηση είναι ότι θα πάρει πολλά χρόνια. Αν και δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι θα είναι τελικά απαραίτητο».

Για ποιον λόγο;

«Οι προσπάθειες της κυβέρνησης Τραμπ να αποδεσμευτεί από την Ευρώπη μπορεί να πάρουν χρόνια και, ενδεχομένως, να μην υλοποιηθούν ποτέ. Βέβαια, η Ευρώπη εξέλαβε την πρόκληση των ΗΠΑ σοβαρά. Και η πρωτοβουλία των Ευρωπαίων εξέπληξε πολλούς».

Οπως διαμορφώνεται το τοπίο σήμερα, ποιες πρέπει να είναι οι προτεραιότητες της κοινής ευρωπαϊκής άμυνας;

«Η βασική προτεραιότητα είναι να συνεχιστεί η υποστήριξη στην Ουκρανία σε επίπεδο που θα εμποδίσει την κατάρρευσή της. Η κατάρρευση της ουκρανικής άμυνας θα συνιστούσε εξαιρετική απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Επομένως, η νέα στροφή των Ευρωπαίων φαίνεται να δίνει στην Ουκρανία ό,τι χρειάζεται για να κρατήσει τουλάχιστον την κατάσταση στο έδαφος σταθερή και έτσι το Κίεβο να επιτύχει μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός που πιστεύω ότι όλοι θέλουν να δουν να επισφραγίζεται».

Ποιος θα μπορούσε να είναι ο ρόλος του ΝΑΤΟ;

«Νομίζω ότι πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη αποσαφήνιση της θέσης των ΗΠΑ αναφορικά με το ΝATO. Η κυβέρνηση Τραμπ δεν έχει ξεκαθαρίσει τις προθέσεις της. Υπάρχει μεγάλη ανησυχία ότι οι ΗΠΑ μπορεί να ουδετεροποιηθούν ή ακόμη και να αποσυρθούν από το NATO – το οποίο δεν θεωρώ ιδιαιτέρως πιθανό. Για να υπάρξει άμεσα μεγαλύτερη ικανότητα στο πεδίο, πρέπει να υπάρχει σύνδεση του νέου ευρωπαϊκού αμυντικού σχεδιασμού με το ΝΑΤΟ».

Πώς θα κατορθώσουν οι ευρωπαίοι ηγέτες να πείσουν τους ψηφοφόρους τους να υποστηρίξουν την αύξηση των αμυντικών δαπανών μειώνοντας τις δαπάνες για κοινωνική ασφάλιση;

«Εκτιμώ ότι αυτό θα είναι ένα δύσκολο πολιτικό ζήτημα για πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Η δέσμευση για μεγαλύτερη ασφάλεια υποστηρίζεται ευρέως, σύμφωνα με τις περισσότερες δημοσκοπήσεις. Αλλά το μείζον ερώτημα, το πώς θα χρηματοδοτηθεί, είναι λιγότερο ξεκάθαρο. Προφανώς, αν σημαίνει περικοπές στις δαπάνες για το κοινωνικό κράτος, θα είναι άκρως αμφιλεγόμενο. Υπάρχουν πολλοί τρόποι ωστόσο για να προχωρήσει η Ευρώπη στο ζήτημα. Μεταξύ άλλων, η αύξηση των δαπανών για την ασφάλεια θα δημιουργήσει περισσότερες θέσεις εργασίας στην ήπειρο».

Ποιες πρέπει να είναι οι εγγυήσεις ασφαλείας για την ειρήνη στην Ουκρανία; Θα μπορούσαν οι ΗΠΑ να συμβάλουν ή είναι αδύνατον υπό τον Τραμπ;

«Δεν θεωρώ ότι είναι αδύνατον. Και σε έναν βαθμό θεωρώ ότι πρέπει να υπάρξουν συζητήσεις και με το ΝΑΤΟ. Πραγματικά, αν η Ευρώπη επιθυμεί να έχει ουσιαστική αμυντική ικανότητα σχετικά γρήγορα, θα ήταν ανόητο να αγνοήσει τις δυνατότητες του ΝΑΤΟ, ανεξαρτήτως των νέων ευρωπαϊκών πολιτικών. Αναφορικά με τις εγγυήσεις ασφαλείας για διαρκή ειρήνη στην Ουκρανία εγείρονται δυο ερωτήματα.

Το ένα είναι τι πρέπει να γίνει για να προωθηθεί μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, γιατί δεν πιστεύω ότι θα υπάρξει καμία ευρωπαϊκή παρουσία στο έδαφος προτού σταθεροποιηθεί η σύγκρουση. Αλλά μόλις υπάρξει συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, τότε μπορούμε να οραματιστούμε την παρουσία δυνάμεων για τη διατήρηση της ειρήνης. Το δεύτερο ερώτημα είναι η μακροπρόθεσμη ανάγκη για στρατιωτικές δυνάμεις στο έδαφος, ικανές και να πολεμήσουν και να είναι αποτρεπτικές. Στο μεταξύ, θα μπορούσαν να υπάρξουν πολιτικές αλλαγές στις ΗΠΑ».

Πώς απειλείται η ευρωπαϊκή ασφάλεια;

«Είναι πολύ ξεκάθαρο ότι η σκληρή ρωσική πολιτική των τελευταίων ετών δεν αφορά μόνο την Ουκρανία. Επεκτείνεται και απειλεί προφανώς πιο άμεσα την ασφάλεια των χωρών της Βαλτικής και την Πολωνία, αλλά και ευρύτερα ολόκληρη την Ευρώπη. Αν η Ευρώπη προτίθεται να δει την Ουκρανία να απορροφάται πάλι από τη Ρωσία, ας αναρωττηθούμε ποιος θα είναι ο επόμενος. Αλλά δεν χρειάζεται να είναι κανείς εναντίον μιας μορφής συνεργασίας με τη Ρωσία».

Η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο προτείνουν να επεκτείνουν την πυρηνική τους ομπρέλα σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Αυτό θα θωράκιζε την ευρωπαϊκή άμυνα;

«Νομίζω ότι θα βοηθούσε. Βέβαια, η πυρηνική ομπρέλα προϋπάρχει μέσω του ΝΑΤΟ. Θεωρητικά, όλα τα πυρηνικά οπλοστάσια του ΝΑΤΟ ανήκουν στη συνολική αμυντική εξίσωσή του, άρα αυτή η πρόταση δεν θα άλλαζε κάτι. Αν γίνει ένας σχεδιασμός εκτός ΝΑΤΟ, πρέπει να υπάρχει ένας βαθμός συνέχειας μεταξύ των νέων πρωτοβουλιών της Ευρώπης για τη συμβατική άμυνα και ό,τι τελικά αποφασιστεί για την πυρηνική αποτροπή».

Οι ΗΠΑ παγώνουν την παροχή πληροφοριών από τις μυστικές υπηρεσίες τους προς την Ουκρανία. Θα μπορέσει η Ευρώπη να καλύψει και αυτό το κενό;

«Σε έναν βαθμό, ίσως. Είναι σαφές όμως ότι η υποστήριξη στον τομέα των πληροφοριών υπήρξε εξαιρετικά σημαντική και η αποχώρηση των ΗΠΑ θα έχει συνέπειες».

Υπάρχει περίπτωση η σχέση ΗΠΑ – ΕΕ να διασωθεί, τελικά, επί προεδρίας Τραμπ;

«Πιθανώς θα υπάρξουν μεγάλες αλλαγές, καθώς οι σχέσεις που αναπτύσσει η κυβέρνηση Τραμπ αφορούν συγκεκριμένες ευρωπαϊκές χώρες και, κυρίως, μεμονωμένες ευρωπαϊκές ηγεσίες. Ο τρόπος που ο πρόεδρος Τραμπ βλέπει τον κόσμο είναι μέσω κρατών και ηγετών παρά θεσμών. Είναι πολύ σκεπτικιστής έναντι των πολυμερών θεσμών και ιδιαίτερα δύσπιστος έναντι της ΕΕ».

Ποιο φαίνεται να είναι το μακροπρόθεσμο σχέδιο του Τραμπ για την παγκόσμια τάξη;

«Η πρώτη θητεία του δεν αποτελεί οδηγό για αυτό που βλέπουμε σήμερα, έναν αγκιτάτορα με ιδεολογικό υπόβαθρο. Είναι ίσως υπέρ της μονομέρειας – αυτό είναι ένα στοιχείο. Η κοσμοθεωρία του αφορά μεμονωμένα ηγέτες».

Μπορεί ο Τραμπ να απομακρύνει τη Ρωσία από τη συμμαχία της με την Κίνα;

«Θα είναι πολύ δύσκολο να το πετύχει. Κάποιοι εικάζουν ότι είναι στόχος του και φυσικά θα ήταν προς το συμφέρον των ΗΠΑ. Αλλά υπάρχουν διαρθρωτικοί λόγοι για να μείνουν οι δυο χώρες σύμμαχοι».