Την εμπειρία του από τη στενή συνεργασία με τον Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο είχε αποτρέψει τελευταία στιγμή από το να αποσύρει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ, θυμάται στη συνέντευξή του στο «Βήμα» ο Τζον Μπόλτον, σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας επί προεδρίας Τραμπ, υφυπουργός Εξωτερικών επί προεδρίας Μπους του νεότερου, υφυπουργός Δικαιοσύνης επί προεδρίας Ρίγκαν και πρέσβης των ΗΠΑ στον ΟΗΕ το 2005-6. Ο Μπόλτον, που μίλησε στο «Βήμα» τηλεφωνικά την Πέμπτη, θεωρείται ιέρακας της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και ένας από τους «ενηλίκους στο δωμάτιο» όσο ο Τραμπ βρισκόταν στον Λευκό Οίκο.

Πώς ήταν η συνεργασία με τον Ντόναλντ Τραμπ;

«Πίστευα ότι ο Τραμπ θα επηρεαζόταν, όπως όλοι οι προκάτοχοί του,  από τη βαρύτητα της ευθύνης της θέσης του, από τη σοβαρότητα των επιπτώσεων που θα είχαν οι αποφάσεις του, ιδίως στον τομέα της εθνικής ασφάλειας, και ότι θα «πειθαρχούσε» τη σκέψη του οδηγούμενος τελικά σε πολιτικές με συνοχή. Σύντομα όμως ανακάλυψα ότι η βαρύτητα όλων αυτών των ζητημάτων δεν τον «πειθάρχησε». Ο Τραμπ δεν έχει καλή αντίληψη των διεθνών υποθέσεων, δεν έχει πολιτική φιλοσοφία, δεν σκέφτεται με όρους πολιτικής. Οι αποφάσεις του έχουν συναλλακτικούς στόχους, είναι επεισοδιακές και περνούν από το πρίσμα τού αν συμφέρουν τον ίδιο. Με όλα αυτά τα στοιχεία, είναι δύσκολο να φέρει εις πέρας μια συνεπή εθνική στρατηγική».

Ποιο είναι το κυριότερο διακύβευμα των επικείμενων εκλογών για τις ΗΠΑ και τον κόσμο;

«Δυστυχώς έχουμε δύο υποψηφίους που, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, δεν διαθέτουν πραγματικά τα προσόντα για το αξίωμα του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό σημαίνει ότι όποιος και αν κερδίσει τις εκλογές, οι ΗΠΑ θα έχουν μια αναποτελεσματική ηγεσία σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο επικίνδυνος και παρουσιάζει όλο και μεγαλύτερες προκλήσεις. Αυτό αποτελεί σίγουρα άσχημη εξέλιξη για τις ΗΠΑ αλλά και για τον ελεύθερο κόσμο».

Πώς βλέπετε το μέλλον του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, το οποίο έχει «συλλάβει ως όμηρο» ο Τραμπ από το 2016;

«Πιστεύω ότι σημαντικό μέρος του κόμματος παραμένει «ριγκανικό», ιδίως όσον αφορά την πολιτική εθνικής ασφάλειας. Μπορεί να υπάρχουν διαφορές σε επιμέρους ζητήματα αλλά οι αρχές παραμένουν οι ίδιες. Πολλοί Ρεπουμπλικανοί θα ψηφίσουν Τραμπ απρόθυμα και σε αυτές τις εκλογές διότι γνωρίζουν ότι δεν θα ακολουθήσει τη «ριγκανική» προσέγγιση, αλλά θα τον ψηφίσουν ούτως ή άλλως γιατί νιώθουν ότι ανησυχούν περισσότερο για τις επιπτώσεις αν ψήφιζαν την Χάρις. Πιστεύω λοιπόν ότι είτε χάσει είτε κερδίσει ο Τραμπ τον Νοέμβριο, θα ακολουθήσει μάχη για την ψυχή του κόμματος. Αν ο Τραμπ χάσει τις εκλογές, η μάχη αυτή θα είναι εντονότερη».

Πιστεύετε ότι ο Τραμπ θα χάσει τις εκλογές;

«Η μάχη παίζεται πόντο-πόντο. Μπορεί να κερδίσει αλλά μπορεί βεβαίως και να χάσει. Οπως τονίζουν οι δημοσκόποι, το αποτέλεσμα θα κριθεί από τους ψηφοφόρους που θα αποφασίσουν τελευταία στιγμή ποιον θα ψηφίσουν».

Αν κερδίσει η Χάρις, θα υπάρξει αιματοχυσία;

«Το ερώτημα αν ο Τραμπ θα αποδεχθεί τυχόν ήττα του παραμένει ανοιχτό».

Ο Τραμπ έχει ήδη δηλώσει ότι δεν θα δεχθεί ήττα στις εκλογές.

«Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα ακολουθήσει αιματοχυσία. Δεν νομίζω ότι αυτή τη φορά θα καταφέρει να έχει την επιρροή που είχε το 2020. Αλλωστε τότε καθόταν ακόμα στο Οβάλ Γραφείο, ενώ εφέτος θα κάθεται στην πισίνα του στο Μαρ-α-Λάγκο».

Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που οργάνωσε σχεδόν πραξικόπημα μετά τις προηγούμενες εκλογές και έχει εν τω μεταξύ καταδικαστεί από τα αμερικανικά δικαστήρια να διεκδικεί τον Λευκό Οίκο;

«Πολλοί θεωρούν απίστευτο το ότι έλαβε εκ νέου το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών για τις προεδρικές εκλογές. Αυτό αποτελεί πρόβλημα της αμερικανικής πολιτικής, το οποίο βεβαίως δεν έχει λυθεί».

Ποιοι είναι οι κίνδυνοι για το διεθνές οικοδόμημα ασφαλείας από τον απομονωτισμό που αναμένεται να εισαγάγει ο Τραμπ;

«Ο Τραμπ, όπως είπα, δεν έχει συνοχή στη σκέψη του αλλά το ένστικτό του είναι υπέρ του απομονωτισμού ενώ πολλοί από τους στενούς συνεργάτες και συμβούλους του είναι οπαδοί του απομονωτισμού και, μάλιστα, το αναλύουν με περισσότερη συνέπεια απ’ όσο ο Τραμπ. Συνεπώς ο κίνδυνος, για παράδειγμα, ότι θα βγάλει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ είναι πολύ μεγάλος. Θα ήταν βεβαίως ένα καταστροφικό λάθος αλλά ο κίνδυνος να συμβεί είναι υπαρκτός».

Τι ακριβώς συνέβη στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες το 2018;

«Ο Τραμπ είχε πάει αποφασισμένος να αποσύρει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ. Ευτυχώς τον προλάβαμε και δεν έφθασε ποτέ ξανά τόσο κοντά στο να το επιτύχει διότι όσοι τον περιστοιχίζαμε ήμασταν σε ετοιμότητα για να το αποτρέψουμε. Αλλά σε μια δεύτερη θητεία Τραμπ, στην οποία την πρωτοκαθεδρία αναμένω ότι θα έχουν όσοι του λένε συνεχώς «ναι», οι πιθανότητες να αποσύρει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ είναι πολύ αυξημένες».

Πώς πρέπει να χειριστούν οι ΗΠΑ τον ρωσικό επεκτατισμό;

«Είναι πολύ σημαντικό να δείξουμε ότι μια απρόκλητη επίθεση σε ευρωπαϊκό έδαφος δεν πρέπει να έχει καμία πιθανότητα να επιτύχει. Το 1945 είχαμε πει ότι δεν θα το αφήναμε να ξανασυμβεί και να που συμβαίνει σήμερα στην Ουκρανία. Οι επιπτώσεις ξεπερνούν την Ευρώπη. Οι Κινέζοι παρακολουθούν με ενδιαφέρον και το συμπέρασμά τους, δυστυχώς, ενδέχεται να είναι ότι εφόσον δεν είμαστε έτοιμοι να σταματήσουμε μια επίθεση σε ευρωπαϊκό έδαφος, πιθανότατα δεν θα σταματήσουμε ούτε την Κίνα αν επιτεθεί στην Ταϊβάν».

Οι αμερικανοί φορολογούμενοι θα συνεχίσουν να είναι πρόθυμοι να πληρώνουν δισεκατομμύρια δολάρια για την Ουκρανία;

«Αυτό μάλλον δεν θα το μάθουμε αν εκλεγεί ο Τραμπ διότι το το πιθανότερο είναι ότι θα αρχίσει ο ίδιος να περιορίζει τη βοήθεια προς την Ουκρανία. Λέει πως αν εκλεγεί, θα επιτύχει συμφωνία για την Ουκρανία εντός 24 ωρών. Δεν πιστεύω ότι αυτό είναι εφικτό. Αντίθετα οι πιθανότητες να μειώσει ή και να σταματήσει τη βοήθεια προς την Ουκρανία είναι πολύ μεγάλες».

Αν ήσασταν σήμερα σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, ποια θα ήταν η στρατηγική εξόδου σας από τον πόλεμο στην Ουκρανία;

«Τα τελευταία δυόμισι χρόνια οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν παρείχαν στην Ουκρανία τη βοήθεια που έπρεπε και αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο ο πόλεμος βρίσκεται σε αδιέξοδο σήμερα. Πιστεύω ότι είναι πολύ κρίσιμο να νικήσουμε τη ρωσική επιθετικότητα. Αυτό δεν θα συμβεί από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά μόλις γίνει σαφές στη Μόσχα ότι η επιθετικότητά της δεν θα φέρει αποτέλεσμα, τότε θα αποκτήσει μια ευκαιρία η διπλωματία. Η Μόσχα θα καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μόνο αν αρχίσει να υποχωρεί στην Ουκρανία και συνειδητοποιήσει ότι αν συνεχίσει τον πόλεμο, τα πράγματα θα χειροτερέψουν για την ίδια. Αν κερδίσει ο Τραμπ τις εκλογές, πιστεύω ότι θα επιτρέψει στη Ρωσία να νικήσει στον πόλεμο ενώ αν κερδίσει η Χάρις, μάλλον θα συνεχίσει την πολιτική του Μπάιντεν, το οποίο επίσης δεν είναι πολύ καλά νέα».